Πρωτομαγιά 2017: Από τον Καλλέργη στο ΔΝΤ
Πώς έφτασε, αλήθεια, το 2017 να είναι και πάλι επίκαιρη η διεκδίκηση κοινωνικής ασφάλισης, σύνταξης, οκτάωρου και αργίας της Κυριακής; Πώς έφτασαν οι νέοι άνθρωποι να πείθονται να σπαταλούν τα πιο δημιουργικά τους χρόνια σε μια δήθεν καριέρα δήθεν στελέχους επιχείρησης, χωρίς ωράριο και ημερολόγιο, με ιδιωτική ασφάλιση και από πάνω να πιστεύουν ότι οι λεγόμενες «παραδοσιακές εργατικές διεκδικήσεις» δεν τους αφορούν; Πρέπει να απαντήσουμε αυτά τα ερωτήματα με κάθε διάθεση ειλικρίνειας. Δεν είναι μόνο ότι οι ταξικοί αντίπαλοι της εργατικής τάξης έχουν κερδίσει πολλές μάχες τελευταία. Είναι και ότι η ίδια η εργατική τάξη έχασε τις μάχες αυτές.
Ας μη γελιόμαστε. Αν οι πολλοί είχαν κατορθώσει να δουν το όραμα μιας δίκαιης κοινωνίας, σήμερα δεν θα μάζευαν λουλούδια για την άνοιξη, ούτε θα άνοιγαν τις πόρτες του σπιτιού και της συνείδησής τους στις ειδήσεις των 8. Θα ήταν παρόντες στον αγώνα για αυτά που κάποτε ήταν αυτονόητα. Δεν θα σχημάτιζαν ουρές για να πάρουν δάνεια, για να λάβουν εξυπηρέτηση από τον βουλευτή τους, για να υποθηκεύσουν -τελικά- το μέλλον και την αξιοπρέπειά τους.
Για την επίλυση των προβλημάτων μας θεωρούμε ότι προϋπόθεση για επιτυχία είναι η επαναφορά στην ημερήσια διάταξη της κοινωνικής αλληλεγγύης, της πολιτικής ως συμπύκνωσης κοινωνικών πρακτικών και όχι ως τέχνης της διαχείρισης, της ιδεολογίας της συλλογικότητας, αντί των οραμάτων του ατομικισμού, της πίστης σε έναν καλύτερο κόσμο, όπου θα πρυτανεύουν οι ανάγκες και αξίες χρήσης και όχι οι νόμοι της αγοράς και του ανελέητου ανταγωνισμού.
Σήμερα είναι μια ευκαιρία, έξω από τα καθιερωμένα ξύλινα συνθήματα που πάλι θα ακουστούν, να υποσχεθούμε στον εαυτό μας ο καθένας και στα κοινωνικά μας οράματα όλοι μαζί ότι από αύριο θα δώσουμε στη μάχη της καθημερινότητας περιεχόμενο και όραμα. Και είμαι σίγουρος ότι αν το κατορθώσουμε θα κατακτήσουμε όχι μόνο όσα χάσαμε, αλλά πολύ περισσότερα.