Από 11 χρονών στο κλαρίνο…
Μαθήτευσε δίπλα στον Φίλιππα Ρούντα (επονομαζόμενο ως «το καλύτερο κλαρίνο του Ζαγορίου»), με τη βοήθεια του οποίου έκανε και την πρώτη του δημόσια εμφάνιση σε εφηβική ηλικία. Ύστερα πηγαίνει στην Αθήνα, όπου παίζει μαζί με τον πατέρα του και κάνει την πρώτη ραδιοφωνική του εμφάνιση. Το 1960 μεταναστεύει στην Αμερική, όπου παραμένει 20 χρόνια και διαδίδει την παραδοσιακή μουσική της Ελλάδας. Το 1979 επιστρέφει στην Ελλάδα και εγκαθίσταται στην Αθήνα και γράφει πάνω από 1.000 παραδοσιακά τραγούδια. Το «ΠΑΡΟΝ» συνάντησε τον 83χρονο μουσικό στη μεγάλη παραδοσιακή γιορτή που έγινε χθες, Σάββατο, στο Στάδιο Ειρήνης και Φιλίας και αυτό που μας έμεινε ζωντανό μέσα στα αυτιά μας ήταν η ευχή του: «Να μείνετε στην Ελλάδα και να αγωνιστείτε για το καλό του τόπου. Κάποιοι θέλουν να μας διαλύσουν».
***
> Πόσα χρόνια υπηρετείτε το δημοτικό τραγούδι;
Εβδομήντα χρόνια. Είμαι πλέον 83 ετών και η δύναμή μου είναι το κλαρίνο μου. Στις 11 Μαΐου θα περιοδεύσω όλη την ελληνική ομογένεια της Αμερικής για έναν μήνα παίζοντας κλέφτικα, τσάμικα, ηπειρώτικα, καλαματιανά.
Ο παππούς μου, ο πατέρας μου, εγώ, ο γιος μου και τώρα ο εγγονός μου είμαστε οι πυλώνες της παράδοσης. Με τα τραγούδια, ο παππούς μου, ο πατέρας μου είχαν σκοπό να τονώσουν το ηθικό των Ελλήνων στον πόλεμο, στην Κατοχή, στην πείνα, στην ξενιτιά. Την έζησα την Κατοχή. Άγριο πράγμα.
> Τι θυμάστε;
Μπήκαν οι εχθροί και ανατίναζαν τα πάντα. Σκοτωμένοι δεξιά και αριστερά στον δρόμο. Η γιαγιά μου πήγαινε μέχρι τα αλβανικά σύνορα και ζητούσε ψωμί λέγοντας στα αρβανίτικα «δώσʼ μου θεια, θα μου πεθάνει το παιδί».
Όσοι δεν ήταν στην αντίσταση δεν τους πολεμούσαν οι κατακτητές. Αλλά οι Έλληνες δεν αντέχουν την ξένη μπότα. Λίγοι δεν έδωσαν το αίμα τους. Θυμάμαι τη γιαγιά μου να κουβαλά πυρομαχικά για το μέτωπο από το υπόγειο. Αυτό που με πειράζει είναι ότι στον Βʼ Παγκόσμιο Πόλεμο γίναμε μια γροθιά με τους συμμάχους για να πατάξουμε τους ναζί. Και τώρα οι νικητές του Βʼ Παγκοσμίου Πολέμου έχουμε γίνει «διακονιάρηδες»… στους Γερμανούς. Αυτό να γράψετε: Οι νικητές γίνανε «διακονιάρηδες».
> Ποιος φταίει που οι νικητές έγιναν «διακονιάρηδες»;
Έγιναν πολλά λάθη πολιτικά από τότε που ξεσκλαβωθήκαμε από τους Γερμανούς. Φτάσαμε μέχρι το σημείο Έλληνας να σκοτώνει Έλληνα για τα συμφέροντα των ξένων. Πείτε μου, έχει νόημα σήμερα αν είσαι δεξιός ή αριστερός;
Δεν πιστέψαμε ποτέ ότι είχαμε τη δυνατότητα να ζήσουμε μόνοι μας, χωρίς τη βοήθεια των μεγάλων δυνάμεων. Μα γιατί; Είμαστε μια μικρή χώρα, με λίγο πληθυσμό, ευλογημένη, εύφορη. Θα τα βγάζαμε εις πέρας. Θα τα φέρναμε βόλτα. Γιατί δεν θα μπορούσαμε να επιβιώσουμε;
Οι πολιτικοί μας συνεχίζουν να κάνουν μεγάλα λάθη. Γύρω μου βλέπω μεγάλη δυστυχία. Λέω: «Πότε θα κάνεις, βρε Έλληνα, το άλμα να πηδήσεις τη θημωνιά»; Μου λέει ο εγγονός μου: «Βρε παππού, τι σημαίνει θημωνιά;». «Ο φράχτης», του απαντάω. Έχουν αλλάξει και οι λέξεις και κάποιες φορές νιώθω ότι δεν μπορώ να συνεννοηθώ. Όταν παίζω το κλαρίνο μου όμως όλα αλλάζουν. Κλαίει μαζί μου και αυτό. Βγάζω το συναίσθημά μου, όσα έζησα ως παιδί στον πόλεμο, στην ξενιτιά, στην Αμερική.
> Σας έλειψε ο τόπος σας;
Με αυτό το όνειρο ζούσα, να γυρίσω ξανά στην πατρίδα. Έβγαλα και χρήματα και τα έριξα όλα στο να φτιάξω ένα σπίτι στον τόπο που γεννήθηκα. Έλεγα σε κάτι άραβες, αρμένιους και τούρκους μουσικούς που συναντούσα ότι η πιο ωραία χώρα στον κόσμο είναι η Ελλάδα. Αυτοί μου λέγανε τα δικά τους. Εκεί που μεγαλώνεις, εκεί που βλέπεις τον ήλιο, εκεί θεωρείς ότι είναι το πιο ωραίο κομμάτι της γης.
Και τι κατάφερα; Μου έλεγαν τα αδέρφια μου στην Αμερική «πάρε, ρε αδερφέ, με τα μισά λεφτά, σπίτια και μαγαζιά στην Αμερική και τα άλλα μισά ρίξʼ τα στην Ελλάδα». Εγώ ήθελα τον κόπο μου, τον καημό μου να τον τοποθετήσω όλο στη χώρα μου και τώρα πληρώνω τα «χαράτσια».
Δεν το μετάνιωσα, γιατί όταν ήμουν στο πλοίο «Άννα-Μαρία», ερχόμενος από την Αμερική, καραβοτσακισμένος, είδα από μακριά την ελληνική σημαία και ένιωσα δύο φορές Έλληνας.
> Πόσο έχουν αλλάξει τα πανηγύρια σήμερα;
Τότε, μετά τον πόλεμο, τα πανηγύρια τα κανόνιζε η εκκλησία. Η κάθε ενορία έβαζε τα χρήματα για να αγοραστούν τα κρέατα, να πληρωθεί η ορχήστρα, να φτιαχτούν τα τραπέζια, οι καρέκλες.
Και από τα λεφτά που έβγαιναν πλήρωναν τα όργανα, τον τραγουδιστή, τον κρεοπώλη και έμεναν για τον δίσκο της εκκλησίας χρήματα για να συνδράμουν τους φτωχούς. Κάποιοι που είχαν μεράκι, πάνω σε έναν χορό -τότε χόρευαν ανά τραπέζι παραγγελιές και το κλαρίνο ακολουθούσε τον ρυθμό του πρωτοχορευτή- μας έριχναν και «χαρτούρα», χρήματα δηλαδή.
Τώρα τα πανηγύρια τα διοργανώνουν πολιτιστικοί σύλλογοι, δήμοι και όλοι χορεύουν μαζί. Άλλαξαν οι εποχές, οι λέξεις. Ένας χαμός. Όταν εγώ παίζω το τραγούδι του «Καραϊσκάκη» με το κλαρίνο κλαίω, γιατί θυμάμαι τον πόλεμο του ʼ40, που κάναμε στην οικογένεια δέκα μέρες να φάμε και είχε πρηστεί το στομάχι μας.
> Εντάξει, αλλά και η νέα γενιά σήμερα δεν ζει εύκολα. Και είχε συνηθίσει, μέχρι πριν από δέκα χρόνια τουλάχιστον, στις ανέσεις…
Αυτό είναι το μεγάλο χαστούκι. Από τα εύκολα να πας με μιας στα δύσκολα. Αλλά τι να πούμε και εμείς οι ηλικιωμένοι; Ξεκίνησα με μια σύνταξη 800 ευρώ και μου την πήγαν 450.
Δηλαδή, τώρα που δεν πήραμε τη δόση αλλά κλείσαμε την αξιολόγηση έχουν υπογράψει για να πάνε τη σύνταξή μου στα 200; Για μένα η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν είναι ένωση. Εγώ βλέπω ότι θέλουν να μας διαλύσουν.
Αυτός ο οικονομικός πόλεμος που μας κάνουν είναι ο χειρότερος. Πώς θα πληρώσει κάποιος το ενοίκιό του, το φαγητό του, τη ΔΕΗ, πώς θα ντυθεί; Βλέπω τις οικογένειες να αγοράζουν κονσέρβες και θυμάμαι τους Ιταλούς το ʼ41, που μοίραζαν στα παιδιά κονσέρβες. Δεν μπορείς να καταλάβεις την πίκρα και το παράπονο όταν θες να δώσεις ως παππούς λεφτά στο εγγόνι σου και δεν σου βγαίνουν.
Αλλά και στην Αμερική, που ταξιδεύω συχνά, φοβούνται. Μήπως γίνει κανένας Γʼ Παγκόσμιος Πόλεμος και καταστραφεί όλη η Γης, έτσι, για ένα πείσμα! Το πρόβλημα όμως δεν είναι οι νταήδες που κυβερνούν τη Γη. Το πρόβλημα ξεκινά από τον Μαμμωνά.
Λείπουν τα χρήματα από παντού, υπάρχει μεγάλη μετανάστευση και προσφυγιά και αυτό θυμίζει σε πολλούς το 1930, πριν αναλάβει τα ηνία ο Χίτλερ.
> Τους λεονταρισμούς του Ερντογάν πώς τους βλέπετε;
Με φόβο. Θέλω να δω πόσο ΕΕ είμαστε όταν θα κάνει «ντου» στα σύνορά μας η Τουρκία… Μην τα συζητάμε όμως όλα αυτά γιατί θα μας πιάσει η κατάθλιψη. Το φάρμακο και η παρηγοριά, για να μη μας πάρει από κάτω, είναι το τραγούδι.
Τραγουδήστε τσάμικα, λαϊκά, καντάδες, μαντινάδες, μοιρολόγια, ξένα, ό,τι κάνει την ψυχή σας να πετάει. Τραγουδήστε με συναίσθημα. Και εγώ αυτοδίδακτος ήμουν στο κλαρίνο και αυτό ήταν το όπλο μου.
Αφού όταν παντρεύτηκα, στο τραπέζι του γάμου, είχα πει: «Το γλέντι το αφιερώνω στην πρώτη μου αγάπη και σε αυτήν εδώ την παντοτινή».
Όλοι κοίταξαν τη γυναίκα μου. Στράβωσαν τα συμπεθέρια και είπαν: «Καλά, τώρα θυμήθηκε την πρώτη του αγάπη;». Μετά τους εξήγησα ότι εννοούσα το κλαρίνο. Αυτήν ήταν η πρώτη μου αγάπη (γέλια).
> Τι ευχή δίνετε στα εγγόνια σας;
Να μείνουν και να δουλέψουν για το καλό του τόπου τους!