Τουρκική «επίθεση» από Αιγαίο μέχρι Κύπρο!

Η δήλωση του υπουργού Ευρωπαϊκών Υποθέσεων Ομέρ Τσελίκ για το Αγαθονήσι είναι η τελευταία μιας σειράς τέτοιων δηλώσεων από τούρκους αξιωματούχους, όταν με αφορμή την πτήση του Π. Καμμένου στη θαλάσσια περιοχή των Ιμίων για να τιμήσει τους τρεις νεκρούς αξιωματικούς είχε εκδοθεί η ανακοίνωση του τουρκικού ΥΠΕΞ, που επανέφερε ζήτημα κυριαρχίας επί των βραχονησίδων στο Αιγαίο, στο πλαίσιο της γνωστής θεωρίας των «γκρίζων ζωνών».

Καθώς γίνεται ένα σημαντικό ερμηνευτικό λάθος, η θεωρία των «γκρίζων ζωνών» υποστηρίζει ακριβώς ότι όλα τα νησιά και οι βραχονησίδες στις οποίες αναφέρεται (και μάλιστα ονομαστικά) δεν αμφισβητούνται απλώς αλλά θεωρούνται ότι ανήκουν στην Τουρκία, ως διάδοχο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Επομένως, δεν είναι η πρώτη φορά που η Άγκυρα δηλώνει ότι νησιά όπως το Αγαθονήσι και η Παναγιά είναι «τουρκικά».

Η ένταση που δημιουργεί καθημερινά η Τουρκία στο Αιγαίο, είτε με την έκδοση NAVTEX για διεξαγωγή ασκήσεων ακόμη και στο κέντρο του Αιγαίου, είτε με τις παραβιάσεις του ελληνικού εναέριου χώρου, είτε με δηλώσεις όπως αυτή του Ομέρ Τσελίκ (που προκάλεσε και την οργισμένη αντίδραση του υπουργείου Εξωτερικών και του Νίκου Κοτζιά), είναι γενικά ελεγχόμενη, αν και πάντοτε φυσικά υπάρχει ο κίνδυνος ενός απρόβλεπτου ατυχήματος.

Στην Αθήνα βεβαίως υπάρχει η σχετική αγωνία για το πώς θα συνεχίσει η Άγκυρα αυτήν την τακτική των προκλήσεων, καθώς μπορεί μεν να μην έχει τη δυνατότητα υπονόμευσης του τουριστικού κύματος προς την Ελλάδα, με την αποστολή χιλιάδων προσφύγων (καθώς το κύμα των προσφυγικών ροών έχει περιορισθεί σημαντικά), αλλά η πρόκληση ενός θερμού επεισοδίου θα τορπιλίσει τον ελληνικό τουρισμό, ο οποίος -ειδικά φέτος- φαίνεται να είναι αυτός που επωφελείται περισσότερο από την κατάρρευση των κρατήσεων στα τουριστικά θέρετρα της Τουρκίας.

Η κρίσιμη όμως αναμέτρηση προβλέπεται στο μέτωπο της Κύπρου, όπως επανειλημμένα έχουμε αναλύσει από αυτήν τη στήλη.

Η Τουρκία, με μια σειρά επιθετικών ενεργειών, με τη δέσμευση περιοχών εντός της κυπριακής ΑΟΖ για ασκήσεις με πραγματικά πυρά και για ρυμούλκηση υποβρυχίων συσκευών, οι οποίες αποσκοπούν στην παρενόχληση των σεισμογραφικών ερευνών που έχει αναγγείλει η Λευκωσία, αλλά και την αποστολή του «Barbaros» στην κυπριακή υφαλοκρηπίδα, σε περιοχές που ελέγχει το κατοχικό καθεστώς, έχει δύο στόχους: Να επιβάλει και πάλι, όπως το 2014, τη διακοπή όλων των δραστηριοτήτων στην κυπριακή ΑΟΖ μέχρι τη λύση του Κυπριακού ή -σε διαφορετική περίπτωση- μέχρις ότου υποχρεώσουν τη Λευκωσία να συμπράξει με τους Τουρκοκύπριους στον σχεδιασμό αυτό, κάτι που θα ισοδυναμεί φυσικά και με αναγνώριση του ψευδοκράτους. Η κυπριακή κυβέρνηση δηλώνει κατηγορηματικά ότι δεν πρόκειται να υπάρξει αλλαγή στο χρονοδιάγραμμα των ερευνών, αλλά βεβαίως θα πρέπει να δούμε κατά πόσον και οι ξένες πετρελαϊκές εταιρείες θα θελήσουν να παίξουν το παιγνίδι του μεσολαβητή, καθώς κάθε αναβολή προγραμματισμένων δραστηριοτήτων (όπως είναι η πρώτη γεώτρηση της TOTAL στο οικόπεδο 11, τον Ιούλιο) θα μεταφέρει την πίεση στη Λευκωσία για επιδίωξη συμβιβασμού με τους Τουρκοκύπριους και την Τουρκία.

Ο άλλος στόχος δεν είναι άλλος από την επιβολή, υπό το καθεστώς των απειλών και των εκβιασμών, των όρων λύσης που από την αρχή προωθεί η Τουρκία μέσω του τουρκοκύπριου ηγέτη Μουσταφά Ακιντζί στο τραπέζι των συνομιλιών.

Οι συνομιλίες είναι πλέον σαφές ότι δύσκολα μπορούν να προχωρήσουν, καθώς η όλο και πιο αδιάλλακτη στάση της τουρκοκυπριακής πλευράς δεν επιτρέπει ακόμη και στον Νίκο Αναστασιάδη να αποδεχθεί ένα πλαίσιο το οποίο θα έχει τη δυνατότητα να υπερασπισθεί ενώπιον των Ελληνοκυπρίων στις προεδρικές εκλογές του Φεβρουαρίου. Η τουρκική τακτική είναι ξεκάθαρη, καθώς επιδιώκει, είτε με τη σκλήρυνση της διαπραγματευτικής θέσης του Ακιντζί είτε με προκλήσεις όπως αυτή με το «Barbaros» και τις αεροναυτικές ασκήσεις, να αναγκάσει τον Νίκο Αναστασιάδη να αποχωρήσει από τις συνομιλίες και έτσι να καταλογισθεί στη Λευκωσία το αδιέξοδο.

Παρά τα όσα έσπευσαν να δηλώσουν οι υποστηρικτές της τουρκικής πλευράς σχετικά με την απόφαση της Κυπριακής Βουλής για το ενωτικό δημοψήφισμα του 1950, το γεγονός είναι ότι ο κ. Ακιντζί έχει χρεωθεί την αποχώρηση από το τραπέζι των συνομιλιών και το πάγωμα της διαδικασίας για ένα σχεδόν τρίμηνο. Ο τρόπος μάλιστα με τον οποίο εμφανίσθηκε να υποβάλει ο κ. Ακιντζί το πώς πρέπει να διατυπωθεί ο νόμος για τις σχολικές γιορτές, που ψήφισαν ο ΔΗΣΥ και το ΑΚΕΛ προκειμένου να καταδεχθεί να επιστρέψει στις συνομιλίες, αποτέλεσε πρόκληση για όλο το πολιτικό σύστημα και κυρίως για την κοινή γνώμη. Ο κ. Ακιντζί πριν καν υπάρξει λύση του Κυπριακού είχε ασκήσει βέτο σε ψήφισμα της Κυπριακής Βουλής. Και αυτό ήταν κάτι που ξεπερνούσε τα όρια. Και κυρίως υπονόμευε τη συνοχή της δεξιάς συντηρητικής παράταξης, η οποία αποτελεί τον κορμό του ΔΗΣΥ αλλά και της εκλογικής βάσης στην οποία στηρίζει την επανεκλογή του ο Νίκος Αναστασιάδης.

Έτσι, η έστω και την τελευταία στιγμή παρέμβαση του κύπριου Προέδρου μπορεί να έφερε σε απελπιστική κατάσταση τον πρόεδρο του ΔΗΣΥ Αβέρωφ Νεοφύτου (ο οποίος είχε την πρωτοβουλία του νόμου, έπειτα από δείπνο που είχε στα Κατεχόμενα με τον Μουσταφά Ακιντζί) και τα στελέχη του ΔΗΣΥ, που και το 2004 στήριξαν με φανατισμό το Σχέδιο Ανάν, αλλά και το ΑΚΕΛ, το οποίο βρέθηκε εκτεθειμένο να γίνεται παρακολούθημα του κ. Νεοφύτου και του κ. Ακιντζί για ένα ζήτημα μάλιστα όπως το δημοψήφισμα του 1950, το οποίο ιστορικά είχε τη σφραγίδα και του ΑΚΕΛ.

Ο Νίκος Αναστασιάδης, αποβλέποντας όχι μόνο στο εκλογικό σώμα, εν όψει του Φεβρουαρίου, όπως ορισμένοι έσπευσαν να τον κατηγορήσουν, αλλά για λόγους που έχουν σχέση με την ουσία της διαπραγμάτευσης, ανέπεμψε τον νόμο στο Συνταγματικό Δικαστήριο για να κριθεί εκεί η συνταγματικότητά του.

Έτσι πλέον εναπόκειται στον κ. Ακιντζί να αποδείξει ότι δεν θα είναι αυτός που θα αποχωρήσει από το τραπέζι των συνομιλιών και εάν πραγματικά έχει τη διάθεση για να επιτευχθεί συνεννόηση για την εξεύρεση μιας βιώσιμης λύσης του Κυπριακού, η οποία δεν θα εξυπηρετεί απλώς και μόνο τα συμφέροντα της Τουρκίας.

***

Φόβοι για θερμό επεισόδιο

Αθήνα και Λευκωσία βρίσκονται σε διαρκή συναγερμό προκειμένου να αντιμετωπισθεί αυτή η τουρκική επιθετικότητα, ώστε να εξουδετερωθούν τα τουρκικά σχέδια για πρόκληση θερμού επεισοδίου, είτε για επιβολή τετελεσμένων στην κυπριακή ΑΟΖ και στη διαδικασία λύσης του Κυπριακού. Στο πλαίσιο αυτό συνήλθε εκτάκτως το ΚΥΣΕΑ, όπου από τους συμμετέχοντες εκφράσθηκε η ανησυχία για τις πιθανές παρενέργειες που μπορεί να προκαλέσει η συνεχιζόμενη προκλητικότητα της Άγκυρας. Στη διάρκεια της συνεδρίασης ο υπουργός Εξωτερικών Ν. Κοτζιάς ενημέρωσε για τις εξελίξεις σε όλο το μέτωπο των ελληνοτουρκικών (Αιγαίο – Κύπρος), ενώ αναφέρθηκε διεξοδικά και στις επιδιώξεις της Τουρκίας μέσα από αυτό το τελευταίο μπαράζ προκλήσεων.

Κυρίαρχη ήταν η άποψη στη συνεδρίαση ότι ο Τ. Ερντογάν δεν πρόκειται να αποκλιμακώσει τις προκλήσεις, όπως εκτιμούσαν ορισμένοι ότι θα συμβεί μετά το δημοψήφισμα. Αντίθετα, θα επιμείνει στην ίδια λογική, δεδομένου ότι η νίκη του ήταν «πύρρεια», αφού υπερίσχυσε με μικρή διαφορά, ενώ έχει να αντιμετωπίσει και τη σκληρή κριτική των Ευρωπαίων ως προς τη διαφάνεια και την αξιοπιστία του δημοψηφίσματος.

Σύμφωνα με ορισμένες πληροφορίες, στη διάρκεια της συνεδρίασης εξετάσθηκαν τρόποι αντίδρασης στην περίπτωση που η Τουρκία υπερβεί τα εσκαμμένα ή προβεί σε ενέργεια που θα συνιστά ευθεία αμφισβήτηση της εθνικής κυριαρχίας. Όπως ήταν αναμενόμενο, δεν έγινε γνωστή η παραμικρή λεπτομέρεια για το τμήμα αυτό της συνεδρίασης. Ενδεικτικό της κρισιμότητας της κατάστασης είναι, πρώτον, ότι λόγω της συνεδρίασης του ΚΥΣΕΑ ο αρχηγός του ΓΕΕΘΑ ανέβαλε προγραμματισμένο ταξίδι του στο εξωτερικό και, δεύτερον, ότι αποφασίσθηκε στο εξής το ΚΥΣΕΑ να συνεδριάζει σε τακτά χρονικά διαστήματα, ενδεχομένως και μία φορά τον μήνα.

Στην κυβέρνηση συνδέουν την κλιμάκωση των προκλήσεων της Άγκυρας τη συγκεκριμένη περίοδο και με την απόφαση της ελληνικής δικαιοσύνης για τη μη έκδοση των τριών τούρκων αξιωματικών. Είναι χαρακτηριστικό ότι τα πρώτα 24ωρα μετά την ανακοίνωση της απόφασης τουρκικά μαχητικά παραβίασαν σε 71 περιπτώσεις τον ελληνικό εναέριο χώρο. Σε ορισμένες μάλιστα από αυτές αναχαιτίσθηκαν από ελληνικά πολεμικά αεροσκάφη.

Κωνσταντίνος Τσάκαλος


Σχολιάστε εδώ