Μια άλλη ματιά

Αν την ήθελαν στην πρώτη θα την επέλεγαν. Τώρα πλέον είναι πολύ αργά, όσο κι αν θελήσουν τα στραφούν εκδικητικά ως προς την προηγούμενη ψήφο τους.

Ακολουθούν οι βουλευτικές εκλογές και, όπως εξελίσσονται τα δεδομένα, θα έχουμε νέο Πρόεδρο της Γαλλικής Δημοκρατίας με μικρή κοινοβουλευτική εκπροσώπηση και μια νέα, πολιτικά διάσπαρτη Βουλή.

Το συγκεκριμένο αποτέλεσμα θα αποτελέσει για όλη την Ευρώπη το παράδειγμα και το σχολείο του αναγκαίου δημοκρατικού μετασχηματισμού που θα απαιτηθεί, ώστε όλοι να συνυπάρξουμε στο νέο πλαίσιο διακρατικής συνεργασίας των χωρών της ζώνης του ευρώ.

Το επιχείρημα που στηρίζουμε στοχεύει στο να εξηγήσει πως η μετάλλαξη της Γαλλίας με καλύτερη διάκριση εξουσιών, ευκαιρία που της δίνεται ακριβώς γιατί ο νέος Πρόεδρος θα αναγκαστεί να δεχτεί τις κοινοβουλευτικές πιέσεις της νομοθετικής εξουσίας, θα αποτελέσει τον κριό που θα καταργήσει την παντοδυναμία της εκτελεστικής εξουσίας και στις υπόλοιπες χώρες της Ευρώπης.

Ένας Πρόεδρος της Γαλλικής Δημοκρατίας που υπέστη τις πιέσεις της νομοθετικής εξουσίας για να περάσει έναν φιλελεύθερο νόμο γνωρίζει πολύ καλά τα όρια των δυνατοτήτων του αλλά και του πρωθυπουργού που θα αναθέσει την εκτελεστική εξουσία. Είναι πάντως δεδομένο ότι τουλάχιστον το γνωρίζει καλύτερα από έναν άλλο που στηρίζεται αποκλειστικά και μόνο στην κομματική πειθαρχία. Κατʼ αναλογία, λοιπόν, αν σε άλλες χώρες πρωθυπουργοί ή Πρόεδροι Δημοκρατίας νομίζουν ότι θα εκβιάζουν τη νομοθετική εξουσία ώστε αυτή να στηρίξει τη βούληση της κυβέρνησης, είναι βέβαιο ότι το σχολείο της Γαλλικής Δημοκρατίας θα αποτελέσει μηχανισμό αναπροσδιορισμού των σχέσεων εκλογικού σώματος και βουλευτών και βουλευτών και κομμάτων σε όλες τις πολιτικές παρατάξεις σε όλες τις χώρες της Ευρώπης.

Η χώρα της Ευρώπης που δίδαξε σε όλους τις έννοιες «διάκριση των εξουσιών» και «ικανότητα των δημοσίων λειτουργούν να ερμηνεύουν το δημόσιο συμφέρον» οφείλει να μας διδάξει τώρα πώς λειτουργούμε σε μια ομοσπονδία ανεξαρτήτων κρατών με κοινό νόμισμα και ανοικτά σύνορα και αγορές.

Πολλοί γνωρίζουμε πού βρίσκονται σήμερα οι χώρες μας στα συγκεκριμένα δύο θέματα. Γνωρίζουμε για παράδειγμα πόσο ελεύθερη είναι η βούληση των μελών του Κοινοβουλίου στις επιλογές τους και στην ψήφο τους. Γνωρίζουμε πόσο δύσκολο είναι να ανατρέψουν ή και να καταψηφίσουν επιλογές που έρχονται σε σύγκρουση με τις προσωπικές τους επιλογές και κανόνες ηθικής.

Αντίστοιχα γνωρίζουμε και πόσο δύσκολο είναι για την εκτελεστική εξουσία να εισηγηθεί και να διαπραγματευτεί με τους βουλευτές αποφάσεις της κυβέρνησης. Δεν είναι τυχαίο ότι η κυβέρνηση της χώρας μας μαζί με τη διαπραγμάτευση του Μνημονίου ψάχνει ακόμη και σήμερα να βρει τα μέτρα που θα ικανοποιήσουν τις εκλογικές περιφέρειες ή τους ψηφοφόρους συγκεκριμένων βουλευτών.

Η αποτυχία των δημοψηφισμάτων ως διαδικασίας παράκαμψης της ηθικής ευθύνης των μελών του Κοινοβουλίου απεδείχθη πόσο τραγικά λάθος είναι μεταξύ άλλων και στην Αγγλία. Όταν δεν λειτούργησε στην κατά τεκμήριο ανώτερη κοινοβουλευτική χώρα του κόσμου, το Ηνωμένο Βασίλειο, δεν είναι δυνατό να αισιοδοξούμε για την αποτελεσματικότητά της στο μέλλον σε άλλες χώρες με βραχύβιο κοινοβουλευτικό παρελθόν.

Η ευθύνη λοιπόν της εκτελεστικής αλλά και της νομοθετικής εξουσίας της Γαλλίας, όπως αυτή θα προκύψει μετά την ολοκλήρωση της διαδικασίας εκλογής της νέας Γαλλικής Βουλής, είναι τεράστια ως προς το θέμα της διάκρισης των εξουσιών.

Η ευθύνη όμως της Γαλλίας υπάρχει και στο ότι σε πολλούς κατά το παρελθόν εμφύτευσε την παραδοχή ότι «οι δημόσιοι λειτουργοί γνωρίζουν και εκτελούν καλύτερα το δημόσιο συμφέρον».

Είναι η Γαλλία υπεύθυνη σε ευρωπαϊκό επίπεδο να εξηγήσει πώς λειτουργούμε όταν το εθνικό συμφέρον πρέπει να συνυπάρξει με μια ομοσπονδία ισάξιων και ανεξαρτήτων κρατών ή όταν η σύμπραξη των κρατών αντιμετωπίζει και συναλλάσσεται με συμφέροντα άλλων χωρών εκτός της Ευρώπης (π.χ. Αγγλία).

Με απλά λόγια, πώς η εθνική αλληλεγγύη ισορροπεί με την ευρωπαϊκή αλληλεγγύη και αντίστροφα σε μια παγκοσμιοποιημένη αγορά.

Όλοι εμείς, που βγήκαμε από τον πρόσφατο εμφύλιο πόλεμο της Ευρώπης, θέλουμε να ξεχάσουμε, θέλουμε να συμβιώσουμε και θέλουμε να ενώσουμε τις δυνάμεις μας ώστε ως σύνολο να εκπροσωπηθούμε ισάξια στην παγκόσμια νέα τάξη πραγμάτων. Σε πολλές κοινωνίες και μέλη τους δεν είναι λίγες οι φοβίες και οι πικρίες που υποβόσκουν, που στις περισσότερες έχουν αμβλυνθεί ιδιαίτερα μάλιστα μετά την παγκόσμια κρίση. Η νέα λοιπόν Γαλλική Δημοκρατία, ακριβώς γιατί θα προκύψει μέσα από πρωτόγνωρες διαδικασίες, οφείλει να μας καθοδηγήσει και να διαμορφώσει πώς θα λειτουργούμε στη μετά την κρίση ευρωπαϊκή κοινοπολιτεία.

Στη συγκεκριμένη συγκυρία είναι πολύ σημαντικό το γεγονός ότι το έργο του διαμεσολαβητή στη νέα σχέση της Ευρώπης με το Ηνωμένο Βασίλειο έχει ανατεθεί σε Γάλλο. Με τον τρόπο αυτό η εκπροσώπηση αλλά και η διαφύλαξη των ευρωπαϊκών συμφερόντων έναντι της Αγγλίας, αλλά προφανώς και έναντι των υπολοίπων χωρών της υφηλίου, θα προκύψουν με βάση τη λογική ενός πολιτικού συστήματος που είχε πάντοτε ως στόχο την προστασία των εθνικών συμφερόντων και των εθνικών συνόρων.

Ένας εθνικά ευαίσθητος διαπραγματευτής των ευρωπαϊκών συμφερόντων με υπερεθνική ταυτότητα αλληλεγγύης είναι μια άριστη επιλογή σε αυτήν τη συγκυρία.

Είναι μάλλον βέβαιο ότι η Γερμανία στην αναμενόμενη συνάντηση των G-20 στο Αμβούργο (7-8 Ιουλίου) θα τοποθετηθεί σε όλα τα θέματα. Αλλά η εφαρμογή θα γίνει από τη γαλλική διοίκηση.

Αναπόφευκτα λοιπόν ο ρόλος της Γαλλίας θα είναι διπλός. Στο εσωτερικό της Ευρώπης οφείλει να εξηγήσει πώς διαμορφώνονται οι σχέσεις κρατών-μελών όταν υπάρχει έντονο το στοιχείο της εθνικής κυριαρχίας και παράλληλα στο εξωτερικό (σχέσεις Ευρώπης και Αγγλίας), όταν τα κράτη-μέλη θα πρέπει να συντονιστούν ώστε να ισορροπήσουν εθνικούς και ευρωπαϊκούς στόχους. Απλώς οι Βρυξέλλες θα τεθούν υπό γαλλική αλλά κοινωνικά φιλελεύθερη ηγεμονία.

Παρατηρώντας λοιπόν τις εξελίξεις μπορούμε να αισιοδοξούμε ότι η εμπέδωση της νέας ισορροπίας μεταξύ εθνικής και ευρωπαϊκής αλληλεγγύης, όπως θα κλιμακωθεί μετά την ολοκλήρωση των βουλευτικών εκλογών στη Γαλλία, θα οδηγήσει και τη χώρα μας σε άμεσες κοινωνικές επιλογές.


Σχολιάστε εδώ