Μελανσόν και Λεπέν οι άγνωστοι «Χ» των γαλλικών εκλογών

Τουλάχιστον ο πρώτος γύρος διεξάγεται σε ένα πρωτοφανές για τα γαλλικά δεδομένα ρευστό πολιτικό σκηνικό, με τέσσερις υποψηφίους να μάχονται μέχρι την τελευταία στιγμή για το ποιος θα περάσει στον δεύτερο και καθοριστικό γύρο.

Η πολιτική ρευστότητα και αβεβαιότητα που επικρατεί σε αυτήν την αναμέτρηση, είναι συνυφασμένη:

– Με την υπέρβαση των παραδοσιακών κομμάτων και την εμφάνιση υποψηφίων που δημιούργησαν δικά τους ρεύματα και κινήματα και τρέχουν προς το νήμα του πρώτου γύρου (Μακρόν και Μελανσόν είναι χαρακτηριστικά παραδείγματα, ενώ ο Φιγιόν έχει τη στήριξη του παραδοσιακού δεξιού κόμματος και η Μαρίν Λεπέν ηγείται ενός κόμματος, του Εθνικού Μετώπου, που έχει ριζώσει με αυξητικές τάσεις στη γαλλική κοινωνία από τη δεκαετία του ’80).

– Με την παρατεταμένη εκλογική εκστρατεία, καθώς οι διεργασίες οι κόντρες και οι αντιπαραθέσεις ξεκίνησαν πριν από οκτώ περίπου μήνες με τις προκριματικές εκλογές σχεδόν σε όλα τα κόμματα για την ανάδειξη υποψηφίου.

– Με την ένταση της λεγόμενης αντισυστημικής ψήφου.

– Με το κλίμα πολιτικής απαξίωσης που υπάρχει στη Γαλλία, καθώς μια σειρά από δημοσκοπήσεις που είδαν το φως της δημοσιότητας πριν από την επίσημη έναρξη της προεκλογικής καμπάνιας έδειχναν πως μόνο ένα 12% περίπου του εκλογικού σώματος έδειχνε εμπιστοσύνη στο πολιτικό σύστημα.

– Με τη δυσφορία για τις πολιτικές λιτότητας και πριονίσματος εργασιακών δικαιωμάτων να διευρύνεται.

– Με τη σκιά των συνεχών τρομοκρατικών επιθέσεων που έχει δεχτεί η γαλλική κοινωνία να πέφτει βαριά σε μεγάλα κομμάτια του πληθυσμού.

– Με την ενίσχυση (για την ώρα όχι πλειοψηφικού ρεύματος) της τάσης για αποστασιοποίηση από το ευρώ και την Ευρωζώνη.

– Με την αβεβαιότητα ακόμα για το πόσοι θα προσέλθουν στις κάλπες για να ψηφίσουν.

Μια ευφυέστατη και ταυτόχρονα μεστή εικόνα για το τι συμβαίνει στη Γαλλία όλη αυτήν την περίοδο και στην πορεία προς τις κάλπες δίνει ο εξαίρετος αρθρογράφος και σχολιαστής της «Liberation» Αλέν Ντιαμέλ: «Οι Θεοί είναι τυφλοί και οι άνθρωποι οργισμένοι», έγραφε χαρακτηριστικά πριν από καιρό, αποτυπώνοντας με αυτόν τον τρόπο το κλίμα (κοινωνικό, πολιτικό και οικονομικό) που επικρατεί στη Γαλλία.

Η οργή πράγματι είναι κυρίαρχο συναίσθημα στη γαλλική κοινωνία, ωστόσο δεν φαίνεται προς ώρας να έχει πάρει οργανωμένη πλειοψηφική μορφή, αν και παραμένει ένα ισχυρό πολιτικό ρεύμα.

Η Μαρίν Λεπέν, του ακροδεξιού Εθνικού Μετώπου, ένα από τα κεντρικά και πλέον πολυσυζητημένα πρόσωπα αυτής της προεδρικής αναμέτρησης, φάνηκε ότι κεφαλαιοποιούσε ένα μέρος αυτής της γενικευμένης οργής. Έτσι η αντισυστημική ψήφος κατευθυνόταν και ενσωματωνόταν στο Εθνικό Μέτωπο και την υποψηφιότητα της Μαρίν Λεπέν, η οποία μάλιστα δημοσκοπικά είχε πάρει κεφάλι μέχρι πρόσφατα και εμφανιζόταν ότι θα περνούσε τουλάχιστον πρώτη στον πρώτο γύρο και με νέο ρεκόρ ψήφων (έπειτα από αυτό της υποψηφιότητας του πατέρα της ) για υποψήφιο του Εθνικού Μετώπου.

Πολλοί θεωρούσαν -και θεωρούν (και αυτό δείχνουν και οι δημοσκοπήσεις)- πως ακόμα και πρώτη να περνούσε η Λεπέν στον πρώτο γύρο θα έχανε από οποιονδήποτε άλλο αντίπαλο είχε απέναντί της, καθώς κουβαλώντας το στίγμα της Ακροδεξιάς θα συσπείρωνε όλους τους άλλους εναντίον της.

Το ερώτημα όμως είναι αν θα λειτουργήσει η λεγόμενη δημοκρατική αλληλεγγύη σε περίπτωση που περάσει στον δεύτερο γύρο η Λεπέν, αν δηλαδή όλοι θα συσπειρωθούν και θα στηρίξουν τον αντίπαλό της.

Όπως και να ‘ναι, το Εθνικό Μέτωπο και η Λεπέν φαίνεται ότι ριζώνουν στη γαλλική κοινωνία και πολιτική. Ήδη τα δημοσκοπικά ποσοστά της για τον πρώτο γύρο είναι πολύ ανώτερα από εκείνα του πατέρα της (φτάνουν ακόμα και στο 25%) και με βάση της δημοσκοπήσεις ακόμα και αν χάσει στον δεύτερο γύρο θα έχει υπερδιπλασιάσει τα ποσοστά του πατέρα της, καθώς φαίνεται ότι θα κινηθεί πάνω από το 36% και ίσως αγγίξει και το 40%. Το τελευταίο διάστημα παρουσίαζε δημοσκοπική στασιμότητα ή και μικρή υποχώρηση, ωστόσο κανείς ακόμα δεν ξέρει αν το πρόσφατο τρομοκρατικό κτύπημα την ενισχύσει πάνω στην κάλπη, λόγω της ξενοφοβικής ατζέντας που έχει αλλά και της σκληρής της στάσης στα θέματα ασφάλειας.

Ο Ζαν Λικ Μελανσόν, με τα δημοσκοπικά δεδομένα που υπήρχαν μέχρι την Παρασκευή το βράδυ, ήταν η μεγάλη έκπληξη του τελευταίου μήνα, καθώς έκανε μια εξαιρετική καμπάνια και εκτινάχθηκε δημοσκοπικά κερδίζοντας τουλάχιστον δέκα μονάδες.

Ο Μελανσόν κάθε άλλο παρά νεοκομμουνιστής ή λαϊκιστικής είναι. Προέρχεται από την αριστερή πτέρυγα του Γαλλικού Σοσιαλιστικού Κόμματος, που έχει αναδείξει σημαντικές πολιτικές προσωπικότητες.

Όπως δείχνουν τα πράγματα, ο Μελανσόν είναι ένας πολιτικός που έμαθε από τα λάθη του, διόρθωσε κάποια ελαττώματά του και πρωτίστως τον επαναστατικό ναρκισσισμό του, που στις προηγούμενες προεδρικές εκλογές σχεδόν τον καταδίκασε σε ένα 10%-11 %, όταν όλες οι ενδείξεις συνηγορούσαν ότι μπορούσε να κάνει την έκπληξη ή να κλείσει την εκστρατεία του στον πρώτο γύρο με σχεδόν διπλάσιο ποσοστό.

Ο επικεφαλής και υποψήφιος του Κινήματος της Ανυπότακτης Γαλλίας κατάφερε να κινητοποιήσει γύρω από την υποψηφιότητά του ευρύτατες λαϊκές μάζες αλλά και τμήματα της μεσαίας τάξης, όχι μόνο επικαλούμενος την αντισυστημική ψήφο αλλά αναπτύσσοντας μια πολιτική πρόταση κατά της λιτότητας και μιας πλήρους στροφής στις μέχρι τώρα ακολουθούμενες πολιτικές στη Γαλλία και την Ευρωπαϊκή Ένωση, με απόλυτη έμφαση στην ανάπτυξη και την αναδιανομή ενός τμήματος του πλούτου που διαθέτουν οι πολύ ισχυρές οικονομικές ελίτ. Η υποψηφιότητα αλλά και οι δημοσκοπικές επιδόσεις του Μελανσόν απέτρεψαν, τουλάχιστον πολιτικά, τη δυνατότητα να εμφανιστεί και να αναδειχτεί η Λεπέν ως η μόνη αξιόπιστη αντίπαλος της νεοφιλελεύθερης γαλλικής Δεξιάς.

Αν μάλιστα εισακούονταν οι εκκλήσεις εκατοντάδων γάλλων διανοουμένων, καθηγητών, κ.λπ, για κοινή υποψηφιότητα από την Πληθυντική Αριστερά (Σοσιαλιστές, Κομμουνιστές, Οικολόγοι, Κινήματα κ.ά.), τότε ο κοινός υποψήφιος θα πήγαινε πλην απροόπτου στον δεύτερο γύρο και με πιθανότητες νίκης στη συνέχεια. Είναι χαρακτηριστικό, με βάση της δημοσκοπήσεις, πως αν ο Μελανσόν βρεθεί απέναντι στη Λεπέν στον δεύτερο γύρο τότε θα υπερισχύσει με ποσοστό κοντά στο 60%, που είναι και ανώτερο από αυτό που θα συγκέντρωνε κάποιος άλλος υποψήφιος απέναντι στη υποψήφια της Ακροδεξιάς.

Το σχετικό φρενάρισμα των ποσοστών της Λεπέν οφείλεται, κατά πολλούς αναλυτές, και στην άνοδο του Μελανσόν.

Ο Μανουέλ Μακρόν ήταν και είναι η πιο σημαντική υποψηφιότητα για την Προεδρία, καθώς εμφανίστηκε ως ανεξάρτητος κοντά στο Κέντρο, αν και διετέλεσε υπουργός Οικονομικών στη σοσιαλιστική κυβέρνηση Ολάντ. Από την αρχή έπεσαν πάνω του τα φώτα της δημοσιότητας και έχει κάνει μια αξιοπρόσεκτη καμπάνια, ενώ κατά πολλούς ήταν και παραμένει ο βασικότερος διεκδικητής που προεδρικού θώκου, ανεξαρτήτως ποιον θα έχει απέναντί του στον δεύτερο γύρο. Για πολλούς ο Μακρόν θεωρείται μια πιο σύγχρονη εκδοχή του λεγόμενου «τρίτου δρόμου» των Μπλερ και Σρέντερ.

Ο ίδιος λέει ότι τάσσεται υπέρ μιας «ηθικής Αριστεράς», που είναι προσανατολισμένη στα αποτελέσματα και δεν στηρίζεται σε ρομαντικά λόγια και ιδέες. Στόχος του είναι να οικοδομήσει έναν κεντρώο συνασπισμό που θα του επιτρέψει να κυβερνήσει χωρίς εμπόδια και κυρίως να μην παρεμποδίζεται από «αντάρτες» και «αριστερούς», όπως συνέβη επί Ολάντ.

Ο Φρανσουά Φιγιόν, έπειτα από σκληρή μάχη στις προκριματικές εκλογές του Δεξιού Κόμματος, κατάφερε να κερδίσει και να πάρει το χρίσμα του υποψήφιου, ωστόσο του έκοψαν τα πόδια όσα είδαν το φως της δημοσιότητας αναφορικά με τις αργομισθίες της γυναίκας του, άνω του 1 εκατ. ευρώ, από το Γαλλικό Δημόσιο.

Από τη στιγμή που έγιναν οι αποκαλύψεις περιορίστηκαν οι πιθανότητές του να νικήσει και να αναδειχθεί Πρόεδρος της Δημοκρατίας. Τις τελευταίες μέρες φαίνεται ότι συγκράτησε -δημοσκοπικά τουλάχιστον- την πτώση του και εμφάνισε και κάποια μικρή άνοδο. Παραμένει πάντως στη μάχη για μια θέση στον δεύτερο γύρο. Κεντρικοί άξονες του προγράμματος του: Μείωση της εταιρικής φορολογίας και των φόρων περιουσίας, αύξηση των ωρών εργασίας και μείωση του δημόσιου τομέα.

Ο Μπενουά Αμόν είναι ο επίσημος υποψήφιος του διαιρεμένου πλέον Σοσιαλιστικού Κόμματος. Νέος και χωρίς πολιτική φθορά, προέρχεται από την αριστερή πτέρυγα των Σοσιαλιστών ωστόσο φαίνεται ότι πληρώνει τα σπασμένα της διακυβέρνησης Ολάντ. Έμεινε πίσω δημοσκοπικά και δεν φαίνεται να έχει καμιά πιθανότητα να περάσει στον δεύτερο γύρο.


Σχολιάστε εδώ