Το πολιτικό πλαίσιο της συμφωνίας της Μάλτας

Πρώτη επισήμανση: Το ΔΝΤ είχε ήδη από καιρό εγκατασταθεί στην Ευρώπη, σε περιφερειακό επίπεδο. Στην καρδιά της Ευρωζώνης όμως το εισήγαγε η γερμανική ελίτ προκειμένου να νομιμοποιήσει ακραίες, νεοφιλελεύθερες, οικονομικές και ιδεολογικοπολιτικές επιλογές μέσω του ΔΝΤ, επιλογές που συνάδουν ευθέως με το πρότυπο της γερμανικής πολιτικής της αυστηρής λιτότητας και των ακραίων δημοσιονομικών περιστολών. Η Ελλάδα, ως εναργές παράδειγμα σε τομείς όπως η διάλυση των εργασιακών σχέσεων, η αποδυνάμωση των θεσμών του κοινωνικού κράτους, αποτέλεσε ένα νόμιμο προηγούμενο ώστε παρόμοια μέτρα να εφαρμοσθούν και σε μια σειρά από χώρες όπως η Γαλλία και η Ιταλία.

Το ΔΝΤ από την πλευρά του εγκαταστάθηκε για τα καλά στην Ευρώπη, οι εκπρόσωποί του συμμετέχουν σε κορυφαίας σημασίας ευρωπαϊκούς θεσμούς, αποτελώντας πάντα το μακρύ χέρι των ΗΠΑ στην Ευρώπη.

Ο πολιτικοϊδεολογικός ρόλος του ΔΝΤ

Στο ελληνικό πρόγραμμα ο ρόλος του ΔΝΤ υπήρξε κατά κύριο λόγο πολιτικοϊδεολογικός και δευτερευόντως οικονομικός, όπως αποδεικνύεται ιδιαίτερα κατά τα δύο τελευταία χρόνια.

Η κατάργηση των συλλογικών συμβάσεων, η ιδιωτικοποίηση του δημόσιου πλούτου και των κοινωνικών και δημοσίων υποδομών, η μετατροπή της χώρας μας σε ελεύθερη οικονομική ζώνη, που θα καθορίζεται από τον εργασιακό Μεσαίωνα και το δίκαιο της αγοράς, αποτέλεσαν τον πυρήνα της παρουσίας του ΔΝΤ.

Ποτέ δεν ενδιαφέρθηκε σοβαρά το ΔΝΤ για την αντιμετώπιση του χρέους, πότε δεν το έθεσε ως όρο sine qua non προκειμένου να συμμετάσχει στο ελληνικό πρόγραμμα. Ούτε κατά την είσοδο της χώρας στα Μνημόνια, την άνοιξη του 2010, ούτε κατά την επιχείρηση καταστροφής με το περίφημο PSI, που αντί να μειώσει εκτόξευσε το χρέος σε δυσθεώρητα ύψη.

Τώρα υποτίθεται ότι κόπτεται για τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους, ότι εξαρτά με απόλυτο τρόπο από αυτήν τη συμμετοχή του στο πρόγραμμα… Όμως η προϊστορία μας καθιστά ιδιαίτερα επιφυλακτικούς. Γιατί εάν ο νέος Πρόεδρος των ΗΠΑ έχει αποφασίσει την παραμονή του ΔΝΤ στην Ευρώπη, τότε με έναν νέο συμβιβασμό του ΔΝΤ με το Βερολίνο, σʼ ένα πλαίσιο «ήπιας αντιμετώπισης» του ελληνικού χρέους σε συνδυασμό με υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα, θα επιστρέψουμε στον γνωστό φαύλο κύκλο.

SPD – CDU: Η νέα εποχή

Δεύτερη επισήμανση: Ο Β. Σόιμπλε, ως εκφραστής του σκληρού πυρήνα της γερμανικής ελίτ, ουδέποτε εγκατάλειψε την επιλογή του Grexit. Αυτήν την επιλογή επιχείρησε να την προωθήσει το τελευταίο τετράμηνο με την αναγωγή του ΔΝΤ και των απαιτήσεών του σε κυρίαρχο παράγοντα για τη συνέχιση του ελληνικού προγράμματος. Η συμφωνία της Μάλτας ανέκοψε τα σχέδιά του, ο ίδιος όμως και το σύστημα συμφερόντων που εκπροσωπεί ουδέποτε τα έχουν εγκαταλείψει. Στόχος του Β. Σόιμπλε είναι να αρνηθεί κάθε πρόταση ουσιαστικής αντιμετώπισης του χρέους και να παρατείνει κατά το δυνατόν τις συζητήσεις μέχρι τις γερμανικές εκλογές… και μετά έχει ο Θεός…

Όμως οι συνθήκες έχουν τροποποιηθεί σε μεγάλο βαθμό από το πραξικόπημα του Ιουλίου του 2015 μέχρι σήμερα. Το Brexit συνιστά δομικό κλονισμό της ΕΕ και δεν εξαντλείται σʼ ένα λογιστικό ισοζύγιο ζημιών και ωφελειών, όπως επιπολαίως αντιμετωπίζεται από ορισμένους. Τον ίδιο, σημαντικό, χαρακτήρα αποκτά ο επανακαθορισμός της σχέσης ΗΠΑ-Ευρώπης και τα δυσμενή ενδεχόμενα που μπορούν να προκύψουν σε βάρος των ευρωπαϊκών οικονομιών.

Μέσα στις συνθήκες αυτές η Γερμανία δεν θέλει να εγκαταλείψει την κυριαρχική-εξουσιαστική της θέση, ούτε να ανατρέψει το δόγμα της λιτότητας. Όμως διαπιστώνει ότι η εποχή Σόιμπλε και ο άκρατος οικονομικός και πολιτικός αυταρχισμός που τη συνόδευε θα πρέπει να αντικατασταθούν από πλέον μετριοπαθείς και εκλογικευμένες εκδοχές.

Ο απεγκλωβισμός του SPD και η ανάγκη να αποκτήσει το κόμμα αυτό μια κοινωνική χροιά, δανεισμένη από την παλιά χαμένη του ταυτότητα, προσφέρει στη γερμανική ελίτ μια ευκαιρία ήπιου αναπροσανατολισμού.

Ήδη από την περίοδο αυτή η γερμανική ελίτ προδιαμορφώνει την επόμενη συμμαχική κυβέρνηση CDU και SPD, αποτρέποντας τον Σουλτς από το να σκεφθεί καν μια ενδεχόμενη συμμαχική κυβέρνηση με την Αριστερά και τους Πράσινους.

Η νέα συνεργασία θα εισαγάγει ως πολιτικοϊδεολογικούς όρους την κοινωνικότητα και την ανάπτυξη ως διακριτές αλλά δευτερεύουσες στην πράξη παραμέτρους του ακλόνητου δόγματος της λιτότητας. Ασφαλώς για τη συνεργασία αυτή -και για πρακτικούς και για συμβολικούς λόγους- αναγκαίος όρος καθίσταται η απομάκρυνση του Β. Σόιμπλε, η αποστράτευση του οποίου μπορεί να ψιμυθιωθεί με κάποιο ανώτατο -και άνευ εξουσιών- αξίωμα.

Βεβαίως, η προδιαγραφόμενη και προετοιμαζόμενη αυτή νέα κυβερνητική συμμαχία δεν έχει κανένα συμφέρον να αντιμετωπίζει μέχρι τις εκλογές ένα ανοιχτό ελληνικό πρόβλημα, που μπορεί να εξελιχθεί σε κρισιακό… Αυτή ακριβώς η σοβαρή εκδοχή μπορεί να λειτουργήσει ώστε να ολοκληρωθούν έγκαιρα οι διαδικασίες της αξιολόγησης και να μπορέσει η χώρα να ξαναβρεί κάποιους από τους κανονικούς ρυθμούς της.

Οι πολιτικές ισορροπίες της συμφωνίας της Μάλτας

Σʼ αυτό ευρύτερο πολιτικό πλαίσιο διαμορφώθηκε και η συμφωνία της Μάλτας.

Η ελληνική κυβέρνηση, με την πικρή εμπειρία του πρώτου εξαμήνου του 2015 και των εκβιαστικών – πραξικοπηματικών συνθηκών που επέβαλαν το 3ο Μνημόνιο, προσπάθησε και πέτυχε να διαμορφώσει ένα ευρύτερο πλαίσιο πολιτικοκοινωνικών συμμαχιών σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Η συνεργασία των χωρών του Νότου -παρά τις εμφανείς της αδυναμίες- σε συνδυασμό με τη, δειλή έστω, διαφοροποίηση της γερμανικής σοσιαλδημοκρατίας από το «σύστημα» Σόιμπλε αλλά και τη γενικότερη αντίδραση που εκδηλώνεται κατά της γερμανικής απολυταρχικής αρχής και της καταστροφικής πολιτικής της λιτότητας, μια δράση που εκφράσθηκε από κυβερνήσεις, κόμματα, κοινωνικά κινήματα αλλά και ορισμένους κορυφαίους θεσμικούς οικονομικούς παράγοντες, δημιούργησαν τις συνθήκες για μια πολιτική διέξοδο.

Ιδιαίτερα το γεγονός ότι απετράπησαν οι άκρατες απαιτήσεις του ΔΝΤ στα εργασιακά αλλά και το γεγονός ότι περιελήφθη στη Σύνοδο της Ρώμης ο όρος της «κοινωνικής Ευρώπης» αποτελούν δείγματα μιας ελπιδοφόρας έστω και περιορισμένης στροφής.

Γιʼ αυτό και ο ίδιος ο Β. Σόιμπλε μας υπενθύμισε πριν από λίγες μέρες ότι στη Μάλτα κυριάρχησε η πολιτική και τώρα η πολιτική πρέπει να αντικατασταθεί από την οικονομετρία και τους λογιστές, που γνωρίζουν πολύ καλά να προωθούν τη λιτότητα και να περιφρονούν τη δημοκρατία και την πολιτική.

Η αντιπολίτευση βρήκε τοίχο

Η συμφωνία της Μάλτας αποτέλεσε ένα σημαντικό βήμα κυρίως όσον αφορά το κλίμα της ανασφάλειας και της αβεβαιότητας, όμως πολλά κρίσιμα και σημαντικά προβλήματα παραμένουν ανοικτά.

Πέραν όμως του εξωτερικού μετώπου, διαμορφώνεται μια νέα πραγματικότητα στο εσωτερικό πολιτικό τοπίο.

Η τυφλή και αδιέξοδη αντιπολιτευτική τακτική της ΝΔ του ΠΑΣΟΚ και των παρατρεχάμενών τους φορέων και προσώπων που συστρατεύονται με το κύκλωμα της διαπλοκής βρήκε τοίχο, κατά την έκφραση του εκλεκτού τόσο της εσωτερικής όσο και της εξωτερικής «τρόικας» Γ. Στουρνάρα. Τώρα η αντιπολίτευση, που συγκροτεί το «μαύρο μέτωπο», ακυρωμένη και αυτοαπαξιούμενη από την ίδια την πραγματικότητα είναι υποχρεωμένη να προσγειωθεί ανώμαλα. Ασφαλώς δεν έχει σκοπό να εγκαταλείψει την υπονομευτική της τακτική και θα συνεχίζει να διαδραματίζει τον ρόλο της «5ης Φάλαγγας». Όμως όλο αυτό το διάστημα έκαψε όλα τα χαρτιά της και ταυτίστηκε πλήρως με το ακραίο δίδυμο ΔΝΤ – Σόιμπλε κι αυτό θα το βρίσκει κάθε ημέρα μπροστά της.

Όσο για την κυβέρνηση και τον ΣΥΡΙΖΑ, εάν η συμφωνία προχωρήσει ομαλά, οφείλουν να κατανοήσουν ότι υπάρχει ζωή και εκτός της μνημονιακής διαχείρισης και της εν των ενόντων αντιμετώπισης των συνεπειών του μνημονιακού ολετήρα.

Χρειάζεται γιʼ αυτό μια νέα επανεκκίνηση, ένας άμεσος καθορισμός στόχων και προτεραιοτήτων, με πυρήνα την παραγωγική ανασυγκρότηση, τη βελτίωση των θεσμών του κοινωνικού κράτους και της καθημερινής ζωής των πολιτών. Χωρίς να παραγνωρίζουμε ούτε την αναγκαιότητα και τη σημασία επίτευξης των μακροοικονομικών στόχων ούτε το πεπερασμένο των διατιθεμένων πόρων, είναι προφανές ότι η ανασυγκρότηση της χώρας, η επανεκκίνηση της οικονομίας είναι δικό μας καθήκον, δικό μας έργο και κανένας δεν πρόκειται να μας βοηθήσει αποφασιστικά γιʼ αυτό. Οι δανειστές μας μας οδήγησαν στον Γολγοθά. Η «Ανάσταση» όμως είναι δικό μας έργο.


Σχολιάστε εδώ