Η θυσία των ελεύθερων πολιορκημένων

Όπως γράφει ο διακεκριμένος ιστορικός και συγγραφεύς κ. Σαράντος Καργάκος για το Μεσολόγγι: «Ενίκησε με μία συγκλονιστική ήττα… και εξαφάνισε τους παντοίους σκεπτικισμούς για τη μελλοντική τύχη της Ελλάδος. Εάν μετά τη θυσία του Μεσολογγίου η ευρωπαϊκή πολιτική δεν υπέγραφε την ελληνική ελευθερία, θα είχε υπογράψει συνάμα και τη δική της καταδίκη».

Το Μεσολόγγι, με τη θυσία του, πέρασε στην αθανασία, θα μείνει αιώνιο σύμβολο της ελευθερίας. Η ηρωική έξοδος του Μεσολογγίου ανέτρεψε όλα τα τότε δεδομένα και οδήγησε στην ελευθερία το έθνος. Το ομολόγησε ο ίδιος ο ανθέλλην Μέτερνιχ. Όταν ο σουλτάνος είδε ότι για έξι χρόνια, παρά τη σύμπραξή του με τον Αιγύπτιο Μεχμέτ Αλή πασά, δεν μπορούσε να καταπνίξει την επανάσταση, ζήτησε τη συνδρομή της Ιεράς Συμμαχίας, και μάλιστα της Αυστρίας, όμως ο Μέτερνιχ του απήντησε: «Λυπούμαι, μεγαλειότατε, που η Αυστρία δεν μπορεί να σας βοηθήσει. Δυστυχώς, εμεσολάβησε το Μεσολλόγι».

Τον ηρωισμό των ελεύθερων πολιορκημένων τον εξέφρασε ο ίδιος ο Κιουταχής. Συγκεκριμένα, όταν ο Ιμπραήμ στρατοπέδευσε έξω από το Μεσολόγγι κοίταξε περιφρονητικά το τείχος και είπε προς τον Κιουταχή ειρωνικά: «Αυτόν τον φράχτη δεν μπόρεσες να πάρεις πολεμώντας επί οκτώ μήνες;». Ο Κιουταχής θεωρώντας τον εαυτό του προσβεβλημένο του απάντησε: «Ναι, φράχτης είναι, αλλʼ αγνοείς ποιοι τον υπερασπίζονται. Δοκίμασε και θα πεισθείς». Και εδοκίμασε ο Ιμπραήμ στην Κλείσοβα (επιθαλάσσιο προπύργιο του Μεσολογγίου, που απείχε τέσσερα χιλιόμετρα και είχε έκταση έξι στρεμμάτων και πάνω σʼ αυτή υπήρχε ο Ιερός Ναός της Αγίας Τριάδος) φέρνοντας και τον φοβερό γαμπρό του Χουσεΐν από τη Γαστούνη. Πέντε επιθέσεις έκανε και απέτυχε, ο δε Κίτσος Τζαβέλας στην κρίσιμη στιγμή έδωσε εντολή στους πυροβολητές που ήταν στο κωδωνοστάσιο της Εκκλησίας λέγοντας «τους κόκκινους βαράτε». Εννοούσε, φυσικά, τους γάλλους αξιωματικούς. Είχαν, όμως, αποκάμει και οι γενναίοι υπερασπιστές, αφού τα πυρομαχικά και το νερό είχαν τελειώσει. Την κατάσταση έσωσε ο δεκαεπτάχρονος Ζαφείρης Ράπεσης με μια βάρκα στην οποία φόρτωσε πυρομαχικά και δοχεία νερού και μπαίνοντας στο νερό μέχρι τον λαιμό έσπρωχνε το σκάφος κρυπτόμενος πίσω από την πρύμνη και περνώντας ανάμεσα από τους Αιγυπτίους έφθασε σώος στην Κλείσοβα! Ο Χουσεΐν βλέποντας τον στρατό του να υποχωρεί έφθασε στο νησί, αλλά οι γενναίοι πυροβολητές βλέποντάς τον με την πράσινη στολή τον σκότωσαν και απελπισμένος ο Ιμπραήμ απήλθε, κλείσθηκε στη σκηνή του και δεν ήθελε να δει κανέναν.

Πρέπει να μνημονευθεί και ένα άλλο γεγονός που αναφέρει ο Κασομούλης, ως αυτόπτης μάρτυς. Ενώ συνεδρίαζαν πριν από την έξοδο οι αρχηγοί στον Άγιο Σπυρίδωνα, εισήλθε στον ναό μια ομάδα πολεμιστών και απαίτησε απειλητικά να σφαγούν πριν από την έξοδο τα γυναικόπαιδα, για να μην αιχαμαλωτισθούν και ατιμασθούν και μετά να γίνει η έξοδος, οπότε άρχισαν οι αντεγκλήσεις. Την κατάσταση έσωσε ο γενναίος και ατρόμητος ιεράρχης, ο Ρωγών Ιωσήφ, που σηκώθηκε και τους είπε: «Εν ονόματι της Αγίας Τριάδος, είμαι αρχιερεύς, αν τολμήσετε να πράξετε τούτο, πρώτον θυσιάσατε εμένα! Και σας αφήνω την κατάρα του Θεού και της Παναγίας και όλων των αγίων και το αίμα των αθώων να πέσει στα κεφάλια σας». Μετά συγκινημένος κάθισε και άρχισε να κλαίει. Οι πολεμιστές ηρέμησαν και αποφάσισαν να μη θανατώσουν κανέναν και έδωσαν εντολή στις μανάδες να ποτίσουν αφιόνι τα μωρά τους για να αποκοιμηθούν και να μην κλαίνε. Έτσι ξεκίνησε η ηρωική έξοδος και όπως λέει ο Σολωμός: «Είνʼ έτοιμα στην άσπονδη πλημύρα των αρμάτων δρόμο να σχίσουν τα σπαθιά κι ελεύθεροι να μείνουν εκείθε με τους αδελφούς, εδώθε με το χάρο».

Η τελευταία πράξη γράφτηκε την Κυριακή του Πάσχα, όπου 40 γέροντες είχαν κλεισθεί στην οικία Μπότσαρη και αφού απέκρουσαν επί έξι ημέρες τις επιθέσεις των Αιγυπτίων αποφάσισαν να κάνουν έξοδο. Βγήκαν από το σπίτι με τα σπαθιά στα χέρια και ψέλνοντας το «ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ» έπεσαν όλοι ηρωικά. Έκθαμβος ο Σολωμός ομολογεί: «Τα μάτια μου δεν είδαν τόπον ενδοξότερον από τούτο το αλωνάκι»!


Σχολιάστε εδώ