Η εντροπία της πληροφορίας ή πώς θα περάσουμε 4,6 δισ. μέτρα

Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ χειρίστηκε και χειρίζεται τη λεγόμενη «δεύτερη αξιολόγηση» με καθαρά επικοινωνιακούς όρους. Το ίδιο ακριβώς κάνουν και οι δανειστές. Ο βασικός λόγος είναι ότι πρόκειται για μια διαδικασία που έχει ξεπεραστεί από τα πράγματα. Στην Ευρωπαϊκή Ένωση του 2017, όπου επιδιώκεται να θεσμοθετηθεί διάρθρωση πολλών ταχυτήτων, η συζήτηση με όρους του καλοκαιρού του 2015 είναι εξ ορισμού έξω από τα πράγματα.

Όλοι γνωρίζουν ότι το τρίτο Μνημόνιο είναι νεκρό, ότι η ελληνική οικονομία θα παραμείνει σε ύφεση και ότι είναι πολύ δύσκολο έως και απίθανο το ΔΝΤ να συμμετάσχει με χρήματα στο πρόγραμμα. Όλοι γνωρίζουν επίσης ότι ακόμη και με την προσφάτως ψηφισμένη, κατάπτυστη τροπολογία για αναγνώριση του αναβαλλομένου φόρου σε βάθος εικοσαετίας (ουσιαστικά φοροαπαλλαγή στο διηνεκές) το τραπεζικό σύστημα θα χρειασθεί νέα χρήματα για την ανακεφαλαίωσή του μετά την πώληση των «κόκκινων» δανείων.

Παρʼ όλα αυτά, τα μέρη συνεχίζουν να συζητούν πώς θα μας σερβίρουν τα μέτρα για την πώληση του ΑΔΜΗΕ, τα εργασιακά, τις συντάξεις και το αφορολόγητο.

Γνωρίζουν ότι δεδομένων των αποπληρωμών του Ιουλίου (7 δισ.) και 3,5 δισ. επιπλέον εντός του καλοκαιριού (συνολικά 10,5 δισ.) το ανέκδοτο των διαπραγματεύσεων δεν μπορεί να συνεχιστεί για πολύ.

Σε αυτό πλαίσιο εντάσσεται η λεγόμενη Συμφωνία της Μάλτας (7 Απρίλη 2017) γύρω από τα πολιτικά μέτρα. Η συναίνεση γύρω από τα πολιτικά μέτρα θα οδηγήσει, υποτίθεται, σε συμφωνία σε επίπεδο τεχνικών κλιμακίων τις επόμενες μέρες. Στην πραγματικότητα είναι η επισημοποίηση κάποιων μέτρων που συζητούνται εδώ και καιρό, όπου ο χρόνος εφαρμογής και το ύψος τους θα καθοριστούν από τα οριστικά στοιχεία του πλεονάσματος του 2016 και την εκτέλεση του προϋπολογισμού του 2017.

Τα μόνα στρατηγικά στοιχεία που ίσως εμπεριέχονται στη συγκεχυμένη πληροφόρηση που βγαίνει από το Eurogroup της Παρασκευής είναι η οριστική παραπομπή της όποιας συζήτησης για το χρέος στις ελληνικές καλένδες και η διατήρηση του πλεονάσματος 3,5% για μετά το 2018. Όπως είπε με νόημα και ο Σόιμπλε: «Η Ελλάδα θα βγει στις αγορές το 2018». Αυτή η δήλωση-αποκύημα επιστημονικής φαντασίας υπονοεί φυσικά ότι η χώρα δεν έχει ανάγκη από επιπλέον μέτρα για το χρέος.

Από τη σκοπιά αυτή, η αποκρυπτογράφηση της επικοινωνιακής τακτικής των μερών έχει μια αξία, ώστε να καταλάβουμε πού είναι η αλήθεια και πού το ψέμα. Στην κυβέρνηση όλο το προηγούμενο διάστημα δεν γινόταν συζήτηση για μέτρα. Βέβαια, έβγαιναν από δω και από κει διαρροές για το αφορολόγητο, για την προσωπική διαφορά στις συντάξεις ή για τα εργασιακά, αλλά ποτέ κάτι επίσημο. Βλέποντας την ώρα των αποφάσεων να πλησιάζει, η κυβέρνηση αποφάσισε να μιλήσει για μέτρα. Όμως και πάλι παίζει με σημαδεμένα χαρτιά. Δεν λέει κουβέντα για τον ΑΔΜΗΕ και επικεντρώνεται στις συντάξεις και το αφορολόγητο. Με αυτό τον τρόπο, το ξεπούλημα των λιγνιτικών μονάδων της ΔΕΗ, του βασικότερου περιουσιακού στοιχείου της επιχείρησης, περνάει στα ψιλά. Πρέπει να καταλάβουμε ότι ενδέχεται η ΔΕΗ να απολέσει τα λιγνιτωρυχεία χωρίς να βάλει ευρώ στα ταμεία της, αφού η Ευρωπαϊκή Επιτροπή Ανταγωνισμού έχει σπεύσει να θεωρήσει ότι η εκχώρηση των λιγνιτικών αποθεμάτων στη ΔΕΗ συνιστά κρατική ενίσχυση!

Βέβαια πρέπει να σημειώσουμε ότι στο θέμα των ιδιωτικοποιήσεων η κυβέρνηση έχει πάψει να θέτει ενστάσεις, κοντολογίς τα έχει δεχτεί όλα. Αντίθετα συνεχίζει να θέτει θέμα αναφορικά με το ύψος και τον χρόνο εφαρμογής των περικοπών στις συντάξεις και το αφορολόγητο. Σε αυτό το σημείο βέβαια οι του ΔΝΤ έχουν τυλίξει τους κυβερνητικούς «φωστήρες» της διαπραγμάτευσης σε μια κόλλα χαρτί.

Τους είπαν ότι όλα θα εξαρτηθούν από το δημοσιονομικό πλεόνασμα του 2016, που οριστικοποιείται εντός του Απριλίου. Μόλις ο Τσακαλώτος και ο Χουλιαράκης συμφώνησαν, οι του ΔΝΤ ισχυρίσθηκαν, ώρες πριν από το Eurogroup (6 Απριλίου), ότι το πλεόνασμα δεν ξεπερνά το 1% σύμφωνα με τις εκτιμήσεις τους έναντι 2,7% της Commission, οπότε τα μέτρα πρέπει να εφαρμοσθούν από το 2018 και ίσως να μη φθάσουν. Στη Μάλτα δεν δεσμεύτηκαν γύρω από αυτό το θέμα, μίλησαν για 1% του ΑΕΠ μέτρα το 2019 και άλλο 1% το 2020, υπό την προϋπόθεση βέβαια ότι το πλεόνασμα του 2016 είναι 2,7%, «ένας δημοσιονομικός άθλος, εφόσον επιβεβαιωθεί», όπως είπε και ο κ. Regling του ESM.

Αλλά ακόμη και εάν επιβεβαιωθεί η Commission, η τύχη του Μνημονίου θα βασίζεται στην απόφαση του ΔΝΤ.

Δεν χρειάζεται να τονίσουμε, πιστεύω, ότι οι απόψεις της νέας αμερικανικής ηγεσίας, που θεωρεί ότι το ΔΝΤ δεν πρέπει να συμμετέχει στα προγράμματα χωρών που ανήκουν σε νομισματικές ενώσεις, θα παίξουν σημαντικό ρόλο στην κατάληξη. Με άλλα λόγια, η κυβέρνηση μπορεί να βρεθεί σε μια κατάσταση όπου θα έχουν αποδεχτεί τα μέτρα αλλά δεν θα έχουν πρόγραμμα. Δηλαδή θα έχουν υπογράψει ένα Μνημόνιο χωρίς λεφτά.

Άποψή μου είναι ότι καμιά ουσιαστική απόφαση δεν θα παρθεί μέχρι τον δεύτερο γύρο των γαλλικών εκλογών (7 Μαΐου).

Όμως, έπειτα από αυτήν την ημερομηνία, τόσο η κυβέρνηση όσο και η ΕΕ θα έρθουν αντιμέτωποι με τα μνημονιακά αδιέξοδα. Η ελληνική οικονομία προσπάθησε να εφαρμόσει Μνημόνια με τέσσερις διαφορετικές κυβερνήσεις και όλα απέτυχαν παταγωδώς.

Είναι πλέον προφανές ότι πρέπει να αναζητήσει την τύχη της έξω από τις μνημονιακές πολιτικές αποκατάστασης της καπιταλιστικής κερδοφορίας. Δηλαδή έξω από το ευρώ και την ΕΕ. Σε διαφορετική περίπτωση, οι εξελίξεις θα είναι χειρότερες από την κόλαση των Μνημονίων που ζούμε τα τελευταία οκτώ χρόνια.


Σχολιάστε εδώ