Πάσα στον Ερντογάν δίνει η Λευκωσία
Έπειτα από εντατικές προσπάθειες του μεσολαβητή Έσπεν Μπαρθ Άιντα και μετά τη συνάντηση του κ. Αναστασιάδη με τον γ.γ του ΟΗΕ Αντόνιο Γκουτιέρες και αφού η Κυπριακή Βουλή υποχρεώθηκε σε μια προσβλητική κίνηση προκειμένου να ικανοποιηθεί ο κ. Ακιντζί, καταβάλλεται προσπάθεια να επαναρχίσει η διαδικασία με συνάντηση των δύο ηγετών πριν από το τέλος Μαρτίου, οπού φυσικά δεν θα πρέπει να αναμένονται εντυπωσιακά αποτελέσματα, καθώς μεσολαβεί το δημοψήφισμα στην Τουρκία και θα χρειασθεί χρόνος προκειμένου να αποκατασταθεί το κλίμα μεταξύ των δύο πλευρών.
Και όλα αυτά με τρόπο που η Λευκωσία χρεώνεται το blame game που έπαιξαν οι Τούρκοι, οι οποίοι τώρα δεν κρύβουν τις μαξιμαλιστικές απαιτήσεις τους, ως αντάλλαγμα μάλιστα για την επιστροφή στο τραπέζι των συνομιλιών…
Στο πλαίσιο αυτό, προκαλεί αλγεινή εντύπωση ο τρόπος με τον οποίο η κυπριακή κυβέρνηση προσπάθησε να… εξευμενίσει τον Μ. Ακιντζί για το περίφημο θέμα της απόφασης για μνεία του ενωτικού δημοψηφίσματος στα σχολεία της Κύπρου. Ύστερα από -προφανώς προσβλητικές για την Κυπριακή Δημοκρατία- παρασκηνιακές μεσολαβήσεις (όπως το δείπνο του προέδρου του ΔΗΣΥ κ. Αβ. Νεοφύτου με τον Μ. Ακιντζί), ο ΔΗΣΥ στη Βουλή πρότεινε και εγκρίθηκε, με τη στήριξη και του ΑΚΕΛ, ρύθμιση σύμφωνα με την οποία για τις εορταστικές εκδηλώσεις και επετείους στα σχολεία θα εκδίδει εγκυκλίους ο υπουργός Παιδείας. Έτσι και παρά το γεγονός ότι το Εθνικό Συμβούλιο ομόφωνα έχει δηλώσει ότι δεν υπάρχει θέμα «ένωσης» με την Ελλάδα και ότι η αναφορά στην επέτειο αποτελεί απλώς και μόνο θέμα ιστορικής αναφοράς, η Λευκωσία σπεύδει να καθησυχάσει και με ένα ακόμη βήμα τον κ. Ακιντζί…
Σε μια ιδιαίτερα κρίσιμη καμπή για το Κυπριακό, καθώς οι συνομιλίες έφθασαν στο σημείο μηδέν, τη στιγμή που και οι σχέσεις της Δύσης με την Τουρκία είναι στο ναδίρ, η συνέχιση των συνομιλιών χρησιμοποιείται από την τουρκική πλευρά προκειμένου να αποσπάσει χειροπιαστά ανταλλάγματα επί της ουσίας του Κυπριακού.
Ο τούρκος υπουργός Εξωτερικών Μ. Τσαβούσογλου ήταν απολύτως σαφής τόσο σε ομιλία του στην Ουάσινγκτον όσο και σε άρθρο που δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «Washington Times» με τίτλο «Το τουρκικό όραμα για την Κύπρο», ένα άρθρο το οποίο ελάχιστα προβλήθηκε από τα ελληνικά και ελληνοκυπριακά ΜΜΕ.
Ο κ. Τσαβούσογλου ανέφερε χαρακτηριστικά: «Ενώ λοιπόν η Ανατολική Μεσόγειος αντιμετωπίζει σειρά προκλήσεων ασφαλείας, με κράτη υπό κατάρρευση, μαζικά μεταναστευτικά κύματα, τρομοκρατία, υπάρχει η χρυσή ευκαιρία να επιλυθεί ένα πρόβλημα που διαρκεί για δεκαετίες. Και το όραμα της τουρκικής κυβέρνησης είναι να λυθεί το Κυπριακό μετατρέποντας την Κύπρο σε προπύργιο της ειρήνης, της σταθερότητας, της συνεργασίας και της οικονομικής προόδου».
Ο κ. Τσαβούσογλου επέμεινε στη γνωστή τουρκική θέση περί δύο λαών στην Κύπρο και περιέγραψε πώς αντιλαμβάνεται τη λύση η Τουρκία:
«Η νέα κατάσταση πραγμάτων και η όποια λύση θα πρέπει να βασίζεται στο ότι τα δύο μέρη θα είναι πολιτικά ίσα, καμιά πλευρά δεν θα κυριαρχεί επί της άλλης, ούτε θα της συμπεριφέρεται σαν να είναι μειονότητα. Οι εξουσίες πρέπει να διαμοιράζονται σε έναν διζωνικό, δικοινοτικό συνεταιρισμό.
Η ΕΕ θα πρέπει να διασφαλίσει ότι οι βασικές παράμετροι της λύσης θα ενσωματωθούν στο πρωτογενές δίκαιο. Μια ισορροπία μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας θα πρέπει να επιτευχθεί, που σημαίνει ότι οι τούρκοι πολίτες θα έχουν την ίδια μεταχείριση με τους έλληνες πολίτες αποκλειστικά στο νησί…
Και τελικά πρέπει να υπάρξουν διασφαλίσεις που θα αποτρέψουν κάθε επανάληψη των τραγικών γεγονότων του παρελθόντος. Το ισχυρό πλαίσιο που παρέχουν οι υφιστάμενες Συνθήκες Εγγύησης και Συμμαχίας θα συνεχίσει να διασφαλίζει τη μελλοντική σταθερότητα στο νησί, όπου η παρουσία των τουρκικών δυνάμεων στον Βορρά απέτρεψε αποτελεσματικά κάθε νέο ξέσπασμα εντάσεων στη διάρκεια των τελευταίων τεσσάρων δεκαετιών. Οι δημοσκοπήσεις στη Βόρεια Κύπρο καταδεικνύουν ξεκάθαρα ότι η μεγάλη πλειοψηφία των Τουρκοκυπρίων δεν θα αποδεχθεί μια λύση που δεν περιλαμβάνει τις τουρκικές εγγυήσεις. Με δεδομένες τις τραυματικές εμπειρίες τους στα χέρια των Ελληνοκυπρίων στις δεκαετίες ʼ60 και ʼ70, κανείς δεν μπορεί να τους κατηγορήσει, ειδικά όταν η ελληνοκυπριακή πλευρά, με την πρόσφατη συμπεριφορά της με το θέμα του δημοψηφίσματος για την Ένωση του 1950, επαναφέρει τη ρίζα του κυπριακού προβλήματος…».
Και ο κ. Τσαβούσογλου απαριθμεί τα «οφέλη» που θα έχουν και οι δύο πλευρές: Το νερό που θα μεταφέρει ο αγωγός από την Τουρκία, την πρόσβαση σε τουρκικά λιμάνια των πλοίων με κυπριακή σημαία, την εξαγωγή του κυπριακού φυσικού αερίου μέσω Τουρκίας…
Και το άρθρο του τούρκου υπουργού καταλήγει: «Δεν ωφελεί να συνεχίσουμε τη σισύφεια διπλωματία. Η τουρκική και η τουρκοκυπριακή πλευρά είναι αποφασισμένες να αναζητήσουν λύση στη Κύπρο… Η ώρα έχει έρθει για να κάνουμε το τελευταίο μίλι, το οποίο είναι και το πιο δύσκολο απʼ όλα…».
Πολύ απλά, η Τουρκία θέτει πλέον ως βάση της διαπραγμάτευσης και της όποιας λύσης μια σειρά από κόκκινες γραμμές: Υιοθέτηση της λύσης ως πρωτογενούς δικαίου της ΕΕ, εφαρμογή κατʼ εξαίρεση των τεσσάρων ελευθεριών με τρόπο ίδιο για τούρκους και έλληνες πολίτες, μια ρύθμιση που πρακτικά θέτει υπό την ομηρία της Τουρκίας την εφαρμογή δικαιωμάτων και ελευθεριών ελλήνων πολιτών σε ευρωπαϊκό έδαφος και, φυσικά υπάρχει πλήρης εμμονή στο καθεστώς των εγγυήσεων και στην παραμονή Τουρκικού Στρατού στο νησί…
Το πιο ανησυχητικό βεβαίως είναι ότι ο κ. Άιντα ήδη μεθοδεύει στο παρασκήνιο την ανάληψη ρόλου διαμεσολαβητή, με την επίκληση του κίνδυνου αδιεξόδου. Είναι κάτι που απεύχεται και αποκλείει η ελληνοκυπριακή πλευρά αλλά έχει ήδη αποδεχθεί ο κ. Ακιντζί. Η διαμεσολάβηση εξάλλου μπορεί να γίνει με πολλούς τρόπους και πάντως δεν θα έχει τη μορφή που είχε επί Σχεδίου Ανάν.
Και ενώ το κλίμα είναι αυτό, η Κύπρος επιστρέφει, όπως όλα δείχνουν, με τις χειρότερες συνθήκες στο τραπέζι των συνομιλιών, έχοντας να αντιμετωπίσει έναν ασυγκράτητο Ταγίπ Ερντογάν, με τον οποίο κανείς πια στην Ευρώπη αλλά και στην Ουάσινγκτον δεν έχει επαφή και συνεπώς τρόπο επηρεασμού του. Πολύ περισσότερο μάλιστα όταν η Λευκωσία εμφανίζεται να είναι η μοναδική ευρωπαϊκή πρωτεύουσα που διευκολύνει τους στρατηγικούς σχεδιασμούς του κ. Ερντογάν.
Κωνσταντίνος Τσάκαλος