Ολλανδία – Γαλλία: Ποιος κερδίζει πραγματικά;

Οι ανησυχίες τους βέβαια δεν είχαν ιδεολογικό χαρακτήρα απέναντι στον τραχύ, εξτρεμιστικό, ρατσιστικό και εθνικιστικό λόγο του ακροδεξιού Γκ. Βίλντερς… Αφορούσαν, κατʼ εξοχήν, την αγωνία τους να μη διαταραχθεί η ομαλή πορεία των στρατηγικών τους επιλογών…

Ο ακροδεξιός Γκ. Βίλντερς δεν αμφισβήτησε τον νεοφιλελεύθερο – αντικοινωνικό χαρακτήρα των πολιτικών που εφαρμόζονται στην Ευρωζώνη και στην ΕΕ… Όμως ένας ακροδεξιός – εθνικιστής, που εισέρχεται στο παιγνίδι της διακυβέρνησης, στην καρδιά της Ευρωζώνης, χαλάει τη βιτρίνα μιας προσχηματικής δημοκρατίας, τα πολιτικά συστήματα και τα κόμματα της οποίας χειραγωγούνται -στον έναν ή στον άλλον βαθμό- από τα πανίσχυρα επιχειρηματικά συμφέροντα και την κυρίαρχη χρηματοπιστωτική δομή. Ασφαλώς, για τους δημοκρατικούς και προοδευτικούς πολίτες η δυναμική εμφάνιση και εισβολή ακροδεξιών, ρατσιστικών, νεοφασιστικών μορφωμάτων στην Ευρώπη θα πρέπει να συναντήσει την καθολική αντίδραση, γιʼ αυτό και η ήττα της Ακροδεξιάς στην Ολλανδία αποτελεί μια θετική έκβαση των εξελίξεων. Όμως, εάν μεταβούμε από εκλογική – αριθμητική επιφάνεια στις βαθύτερες πολιτικοϊδεολογικές και κοινωνικές διεργασίας θα διαπιστώσουμε ότι στην Ολλανδία, όπως και στη Γαλλία και σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες έχουν διαμορφωθεί δύο κατʼ εξοχήν αρνητικές καταστάσεις: Κατά πρώτον, η πολιτικοϊδεολογική ατζέντα καθορίζεται από τα συντηρητικά – ακροδεξιά και εθνικιστικά κόμματα και μορφώματα και την ατζέντα αυτή αποδέχονται, στον έναν ή στον άλλον βαθμό, τα περισσότερα κόμματα.

Συνεπακόλουθο -και πλήρως ενδεικτικό της ευρύτερης κρίσης- είναι το γεγονός ότι το κοινωνικό ζήτημα, η ευθεία και συστηματική κριτική του νεοφιλελεύθερου προτύπου, η αναζήτηση και διατύπωση μιας σοβαρής εναλλακτικής πρότασης απουσιάζουν παντελώς σχεδόν από το πεδίο της κεντρικής πολιτικής και κομματικής αντιπαράθεσης…

Συντηρητικοποίηση – ατομικισμός

Μέσα στο διάστημα των τελευταίων είκοσι ετών -και με δεσπόζουσα περίοδο εκείνη της κρίσης από το 2008 μέχρι σήμερα- τα συστημικά συμφέροντα, οι πολιτικοί τους εκφραστές, τα χειραγωγούμενα ΜΜΕ πέτυχαν έναν κεντρικό τους στόχο: Να συντηρητικοποιήσουν τις κοινωνίες, να επιβάλουν την άποψη ότι δεν υπάρχει εναλλακτική λύση, να οδηγήσουν σʼ έναν ακραίο ατομικισμό τους πολίτες.

Η οικονομική κρίση αποδυνάμωσε ή και διέλυσε τις κοινωνικές ταυτότητες, κατάργησε βασικά οικονομικά, κοινωνικά, εργασιακά και ατομικά δικαιώματα… Ζούμε σήμερα το τελευταίο στάδιο της εξέλιξης αυτής, όπου πλέον οι ιδιώτες – πολίτες αναζητούν τη χαμένη τους ταυτότητα, τη χαμένη τους σιγουριά για το παρόν και το μέλλον, στην εθνική ταυτότητα, στον απομονωτισμό. Η αντίθεσή τους απέναντι στις κυρίαρχες ελίτ του συστήματος «καναλιζάρεται» με επιμέλεια στην υπόδειξη ως εχθρού του «άλλου», που μπορεί να είναι ο μετανάστης, ο πρόσφυγας αλλά και αυτός που ανήκει στο κοινωνικό – οικονομικό περιθώριο. Το πρώτο μέτρο που πήρε ο Ντ. Τραμπ ήταν να καταργήσει την πρόνοια υγείας του Ομπάμα, ενώ ο Γκ. Βίλντερς υποσχέθηκε ως πρώτο του μέλημα την κατάργηση των βοηθημάτων αλληλεγγύης…

Ολλανδία: Αναπαραγωγή του συστήματος

Στην Ολλανδία, στην πραγματικότητα, ο μέχρι τώρα κυβερνητικός συνασπισμός υπέστη σοβαρή ήττα. Η ψήφος των πολιτών, που επιδίωκαν, παράλληλα με την αντίθεσή τους προς τη μέχρι τώρα κυβέρνηση, να αντιταχθούν προς τον ακροδεξιό σχηματισμό, κατευθύνθηκε προς τα κεντρώα και κεντροδεξιά, συστημικά στη φύση τους, κόμματα. Ασφαλώς είναι εντυπωσιακή η άνοδος της ριζοσπαστικής Πράσινης Αριστεράς… Όμως το κόμμα αυτό έχει ήδη προαποκλεισθεί από κάθε μελλοντικό κυβερνητικό συνασπισμό, αφού συγκρούεται ευθέως με το νεοφιλελεύθερο – συντηρητικό πρόγραμμα.

Ας ησυχάσει λοιπόν το «σύστημα»… Στην Ολλανδία τουλάχιστον δεν διεταράχθησαν οι ισορροπίες… Ένας νέος κυβερνητικός συμβιβασμός θα συνεχίσει να υπηρετεί το νεοφιλελεύθερο πρότυπο της λιτότητας και να προσφέρει τις πρόθυμες υπηρεσίες του στη γερμανική ελίτ. Όσο για τα ζωτικά κοινωνικά και οικονομικά προβλήματα της ολλανδικής κοινωνίας, που αφορούν τις επισφαλείς σχέσεις εργασίας, την αποδυνάμωση των μικρομεσαίων επιχειρήσεων από τους επιχειρηματικούς γίγαντες ή τα συσσίτια αλληλεγγύης, που αφορούν εκείνους που οδηγούνται στο περιθώριο, όλα αυτά καλύπτονται από την απαστράπτουσα λάμψη των μακροοικονομικών δεικτών, οι οποίοι πράγματι ευημερούν, προκλητικά μάλιστα…

Γαλλία: Εθνικό και κοινωνικό πρόβλημα

Στην Γαλλία οι ιστορικές εξελίξεις και προϋποθέσεις είναι πολύ περισσότερο σύνθετες. Εάν η Ολλανδία ανακάλυψε μόλις πρόσφατα το πρόβλημα της εθνικής ταυτότητας, για τη Γαλλία αυτό αποτελεί εθνικό – ιστορικό ζήτημα. Η σχέση Γαλλίας – Γερμανίας αποτελεί ένα κατʼ εξοχήν πολιτικό ζήτημα και σε δεύτερη μοίρα οικονομικό.

Η υποτελής στάση των γαλλικών κυβερνήσεων έναντι της γερμανικής ελίτ, ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια, καλλιέργησε επιμελώς το έδαφος ώστε η Μ. Λεπέν να προτάξει το εθνικό ζήτημα ως άλλοθι του δικού της εθνικιστικού – ρατσιστικού προτύπου. Παράλληλα, ο απεγκλωβισμός της από τον πρωτόγονο ακροδεξιό λόγο του πατέρα της Ζ. Μ. Λεπέν και η επικέντρωσή της σε κοινωνικοοικονομικά προβλήματα, με τη διατύπωση αντι-νεοφιλελεύθερων αντιλήψεων και προτάσεων, διαμόρφωσαν έναν πλέον σύνθετο πολιτικό – προγραμματικό λόγο, στον οποίο τα ακροδεξιά – ρατσιστικά χαρακτηριστικά, παρότι παραμένουν ενεργά, υπάρχουν σε ένα δεύτερο επίπεδο, ιδιαίτερα όταν η Μαρίν Λεπέν απευθύνεται σε εθνικό και ευρωπαϊκό ακροατήριο.

Η Κεντροδεξιά, διά της υποψηφιότητας του Φρ. Φιγιόν, υιοθέτησε απροκάλυπτα ένα τμήμα της εθνικιστικής Ακροδεξιάς της Μ. Λεπέν, ενώ παράλληλα ο ίδιος ο Φρ. Φιγιόν θεωρείται ως γνήσιος εκπρόσωπος της νεοφιλελεύθερης πολιτικής, την οποία άλλωστε πιστά υπηρέτησε από τη θέση του πρωθυπουργού από το 2007 έως το 2012… Όμως τα αποκαλυφθέντα σκάνδαλα καθιστούν την υποψηφιότητά του ευάλωτη, ενώ ταυτόχρονα εκτιμούν ότι στην περίπτωση εισόδου του στον βʼ γύρο η τελική του επικράτηση έναντι της Μ. Λεπέν θα είναι οριακή ή και επισφαλής.

Γιʼ αυτό και το σύστημα των πολιτικοοικονομικών συμφερόντων ανέσυρε εκ της αφάνειας τον έτερο υποψήφιο, τον κεντρώο Εμμάνουελ Μακρόν, ο οποίος θήτευσε ως υπουργός Οικονομικών του Φρ. Ολάντ με προφίλ φιλελεύθερο – επιχειρηματικό… Στο πρόσωπό του υπολογίζεται -και όχι αβάσιμα- ότι θα συσπειρωθούν στον 2ο γύρο όχι μόνο το σύνολο σχεδόν της συντριπτικής – νεοφιλελεύθερης αντίληψης αλλά και τα κεντρώα κοινωνικοπολιτικά στρώματα καθώς και ένα σοβαρό τμήμα -η αποκαλούμενη νεοφιλελεύθερη, σοσιαλιστική πτέρυγα- του κόμματος του Φρ. Ολάντ…

Με τον τρόπο αυτό το σύστημα των οικονομικοπολιτικών συμφερόντων επιδιώκει να αναπαραχθεί μέσω μιας ευρύτερης συναίνεσης που δεν θα αμφισβητήσει το νεοφιλελεύθερο πρότυπο και τις αυστηρές δημοσιονομικές νομές της πολιτικής της λιτότητας. Σε κάθε περίπτωση πάντως -δεδομένης και της βαθιάς κρίσης που διέρχεται τόσο το σοσιαλιστικό κόμμα όσο και η συντηρητική παράταξη-, το κόμμα της Μ. Λεπέν, έχοντας συγκεντρώσει ένα υψηλό ποσοστό τόσο στον πρώτο όσο και στον δεύτερο γύρο των εκλογών και έχοντας συγκροτήσει ένα συνεκτικό πολιτικοϊδεολογικό και κοινωνικό μέτωπο, θα εξακολουθεί να επηρεάζει σʼ έναν σημαντικό βαθμό τις εξελίξεις και τον καθορισμό της πολιτικοϊδεολογικής ατζέντας.

Σουλτς: Το «μετέωρο βήμα» του SPD

Στη Γερμανία, το SPD, εξαιτίας του διαφαινόμενου κινδύνου κατάρρευσής του, επιχειρεί μια κίνηση απεγκλωβισμού του από τη χριστιανοδημοκρατία, πολλώ δε μάλλον που ο σκληρός πυρήνας, το ίδιο το «σύστημα» Σόιμπλε, βάλλεται, είτε ευθέως είτε εμμέσως, σε πανευρωπαϊκό σχεδόν επίπεδο.

Η ακροδεξιά εθνικιστική αντίληψη, που έχει βαθιές ρίζες και στο CDU -και πέραν των άλλων καλλιεργεί την ιδέα επιστροφής στο μάρκο-, αποτελεί μια υπαρκτή απειλή, με οριακή όμως εμβέλεια, και αποτελεί υποδοχέα ενός τμήματος των υπερσυντηρητικών ψηφοφόρων του CDU, γεγονός που ανησυχεί σφόδρα τη γερμανίδα καγκελάριο.

Ο ίδιος ο Μ. Σουλτς όμως δεν διατυπώνει κάποια σοβαρή εναλλακτική λύση. Μέχρι τώρα αρκείται σε προτάσεις που αφορούν τη διεύρυνση και στήριξη εργασιακών δικαιωμάτων, ενώ δεν αναφέρεται ευθέως ούτε στο ζήτημα της λιτότητας ούτε θίγει τη νεοφιλελεύθερη στρατηγική.

Σε κάθε περίπτωση πάντως και μόνο η αποδυνάμωση ή και απομάκρυνση του «συστήματος» Σόιμπλε μετά τις γερμανικές εκλογές θα αποτελέσει μια απολύτως θετική εξέλιξη.

Συμπερασματικά: Τα εθνικιστικά, ακροδεξιά, ρατσιστικά κόμματα δεν είναι αυτοφυή. Προέκυψαν ιστορικά από τις νεοφιλελεύθερες επιλογές, την απόλυτη κυριαρχία της χρηματοπιστωτικής δομής, τον εκπεσμό των πολιτικών συστημάτων, από την εξαθλίωση ενός μεγάλου τμήματος των ευρωπαϊκών κοινωνιών και την καταπάτηση των δικαιωμάτων τους.

Η οικονομική – νεοφιλελεύθερη, αντικοινωνική Ακροδεξιά είναι η ιστορική μήτρα παραγωγής της πολιτικοϊδεολογικής Ακροδεξιάς και των κάθε είδους ρατσισμών.

Και ενώ οι ευρωπαϊκές κοινωνίες και οι δημοκρατικοί πολίτες θα επιχαίρουν σήμερα επειδή δεν πρώτευσε ο Γκ. Βίλντερς στην Ολλανδία και αύριο γιατί δεν εξελέγη Πρόεδρος η Μ. Λεπέν στη Γαλλία, το νεοφιλελεύθερο – συστημικό πρότυπο θα αναδιατάσσει τις πολιτικές και κυβερνητικές του εκφράσεις και θα κερδίζει πολύτιμο χρόνο, ενώ οι κοινωνίες θα εξακολουθούν να υφίστανται τις οδυνηρές συνέπειες.


Σχολιάστε εδώ