Οι «κόκκινες γραμμές» της Εκκλησίας για τα Θρησκευτικά
Ενδεικτικό του συναινετικού κλίματος που επικράτησε στην Ιεραρχία σε ό,τι αφορά τις σχέσεις με την Πολιτεία για το συγκεκριμένο θέμα είναι το γεγονός ότι την περασμένη Πέμπτη, κατά τη Σύνοδο της Ιεραρχίας, 57 από τους 62 μητροπολίτες που ψήφισαν τάχθηκαν υπέρ της εισήγησης του Αρχιεπισκόπου για συνέχιση και ολοκλήρωση του διαλόγου με την Πολιτεία για τα Θρησκευτικά με την επιτροπή που ήδη έχει ανατεθεί και αποτελείται από τρεις αρχιερείς.
Πρέπει να χτίζουμε γέφυρες
Η Ιεραρχία επανέλαβε ότι οι «κόκκινες γραμμές» της σχετικά με τα Θρησκευτικά είναι τρεις:
1) Να είναι υποχρεωτικά.
2) Να μη μειωθούν οι ώρες διδασκαλίας τους.
3) Να υπάρχει ορθόδοξος προσανατολισμός.
Ο εισηγητής, Μητροπολίτης Ύδρας, Σπετσών και Αιγίνης, κ. Εφραίμ, μιλώντας στους ιεράρχες υπογράμμισε ότι για να καταφέρει η Εκκλησία να στηρίξει τις θέσεις αυτές «απαιτείται διαρκώς να προσπαθούμε να κτίζουμε γέφυρες και να αναπτύσσουμε έναν τίμιο και ειλικρινή διάλογο τόσο με την εκπαιδευτική κοινότητα των θεολόγων όσο και με την εκάστοτε ηγεσία του υπουργείου Παιδείας», σύμφωνα με τα όσα επανειλημμένα έχει τονίσει ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών, κ. Ιερώνυμος.
Επεσήμανε, επίσης, ότι η Ιεραρχία πρέπει να διαλέγεται, γιατί συναποφασίζει με την Πολιτεία για τα θέματα που την αφορούν, όπως ορίζει το Σύνταγμα, ο Καταστατικός Χάρτης της Εκκλησίας της Ελλάδος και οι νόμοι του κράτους.
Ο Σεβασμιώτατος, επανερχόμενος στα Θρησκευτικά, τόνισε ότι πρέπει να παραμείνει το μάθημα με την ονομασία αυτή και να διδάσκεται μόνο από θεολόγους.
Τέλος, ανέφερε ότι πριν από την κατάθεση των τελικών προτάσεων της Εκκλησίας για το θέμα θα πρέπει να ληφθούν υπʼ όψιν τα εξής:
• Η Εκκλησία να αποφύγει οποιαδήποτε εμπλοκή σε ιδεολογικές έριδες είτε μεταξύ θεολόγων, είτε μεταξύ πολιτικών ομάδων, είτε μεταξύ ομάδων πολιτών.
• Η Εκκλησία είναι αναγκαίο να επιμείνει στη διατήρηση του υφισταμένου νομικού και θεσμικού πλαισίου του μαθήματος των Θρησκευτικών.
• Για την Ιερά Σύνοδο της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος το μάθημα δεν νοείται παρά μόνον ως κατέχον την πρώτη θέση στην παιδεία των παιδιών μας.
• Η Εκκλησία αναγνωρίζει ότι η αλλαγή του μαθήματος είναι απαραίτητη, χωρίς αυτό να σημαίνει υποτίμηση της αξίας του, αποδόμηση της πίστης, πρόκληση σύγχυσης και την ταύτισή του με κύρια χαρακτηριστικά τον φανατισμό, την εμπάθεια, τον συντηρητισμό, τον σκοταδισμό ή τον ανόητο και μειονεκτικό φιλελευθερισμό.
• Αναγνωρίζει, επίσης, ότι η εποχή των αμιγώς θρησκευτικών κοινωνιών και εθνών ήδη παρέρχεται.
• Το μάθημα των Θρησκευτικών πρέπει να φανερώνει ξεκάθαρα την αξία και την επικαιρότητά του, να εκφράζει πειστικά την αλήθεια με τόλμη, ελευθερία και ομορφιά, να μην κουράζει, ούτε να είναι ανιαρό, αλλά να είναι αξιόπιστο και ενδιαφέρον, να καταδεικνύει την τεράστια συμβολή της ορθόδοξης πίστης στο πνεύμα, στην τέχνη, στον πολιτισμό.