Λύση στις διαφορές σας, με διαμεσολάβηση
Σε αυτή, ιδιώτες, επαγγελματίες και επιχειρήσεις που έχουν ένα πρόβλημα μεταξύ τους, που στο παρελθόν θα οδηγούσε σε εξώδικο, αγωγή και πολυετείς δικαστικές διαδικασίες, μπορούν να πάνε μαζί με τον δικηγόρο τους και την άλλη πλευρά και τον δικηγόρο της σε έναν ειδικό επιστήμονα, τον διαμεσολαβητή, για να τους βοηθήσει να το λύσουν εκτός δικαστηρίων. Οι διαμεσολαβητές έχουν εκπαιδευτεί στο δίκαιο, την ψυχολογία και τις διαπραγματεύσεις και κατόπιν εξετάσεων περιλαμβάνονται σε ειδικό κατάλογο του υπουργείου Δικαιοσύνης, από τον οποίο τους επιλέγουν για την υπόθεσή τους οι ενδιαφερόμενοι.
Υποθέσεις που λύνονται με διαμεσολάβηση είναι: Διαφορές μεταξύ ιδιοκτήτη και ενοικιαστή, ρυθμίσεις οικονομικών οφειλών (προς ιδιώτες, εταιρείες ή τράπεζες), διαφορές μεταξύ συνεταίρων, μεταξύ προμηθευτή και προμηθευόμενου, εργοδότη και εργαζόμενου, διεκδίκησης αμοιβών, προστασίας σημάτων, αποζημίωσης από ατύχημα μεταξύ ασφαλιστή και ασφαλιζομένου. Επίσης, με διαμεσολάβηση λύνονται και οι προστριβές κάθε είδους (μεταξύ συνεργατών, ομάδων εργασίας, τμημάτων επιχειρήσεων) που προκύπτουν στον χώρο εργασίας και σημαντικό μέρος των οικογενειακών διαφορών. Από τη διαδικασία αυτή εξαιρούνται οι διαφορές πολιτών και επιχειρήσεων με το Δημόσιο, το οποίο όμως εξετάζει τη μελλοντική επέκτασή της και στις δικές του διαφορές. Συνεπώς, προς το παρόν, αποκλείονται από τη διαδικασία οι διαφορές μεταξύ πολίτη και κράτους, όπως είναι οι φορολογικές.
Η διαδικασία της διαμεσολάβησης έχει τρία βασικά βήματα, που καλύπτονται με ρητή διάταξη νόμου από απόρρητο, ενώ οι συμμετέχοντες σε αυτή δεν εξετάζονται ως μάρτυρες σε δικαστήριο πλην λίγων ειδικών εξαιρέσεων: Στο πρώτο βήμα (ενημέρωση) ο διαμεσολαβητής παρέχει ισότιμη ενημέρωση για τη διαδικασία σε όλα τα εμπλεκόμενα σε μία διαφορά μέρη και στους δικηγόρους τους. Στο δεύτερο βήμα (υπαγωγή), όταν συμφωνήσουν όλοι εγγράφως να γίνει η διαμεσολάβηση, πραγματοποιείται αυτή μέσα σε μία ημέρα, κατά την οποία οι συμμετέχοντες διαπραγματεύονται τη λύση του προβλήματός τους που ταιριάζει στις δυνατότητες και στις ανάγκες τους.
Ο διαμεσολαβητής αποφορτίζει εντάσεις, διευκολύνει τη δημιουργική και αποτελεσματική συζήτηση, απεμπλέκει τα αδιέξοδα. Δεν δίνει γνώμη, αλλά βοηθά κρίσιμα και ισότιμα τους άλλους να βρουν πεδίο συμφωνίας. Στο τρίτο και τελευταίο βήμα (κατάθεση πρακτικού), ο διαμεσολαβητής, αν το θέλουν τα μέρη, καταθέτει τη συμφωνία τους στο τοπικό πρωτοδικείο και με μια απλή διαδικασία, αυτή αποκτά ισοδύναμη δεσμευτική ισχύ με δικαστική απόφαση (τη λεγόμενη εκτελεστότητα), χωρίς καθυστέρηση.
Η συνολική διαδικασία διαρκεί από μερικές μέρες έως μερικές εβδομάδες, αναλόγως της ταχύτητας των εμπλεκομένων στη διαφορά μερών να συμμετάσχουν στη διαδικασία της διαμεσολάβησης.
Τα κόστη της διαδικασίας είναι σημαντικά μικρότερα από μια δικαστική διαμάχη (υπολογίζονται σε 25%-35%, αναλόγως την περίπτωση) και τα οφέλη από τη συντομία και τη μη δημόσια έκθεση των προβλημάτων των μερών, που συχνά αφορούν ευαίσθητα για αυτά στοιχεία ή συγγενικές σχέσεις, εμφανή και πολύτιμα.
Πολλά επιμελητήρια πανελλαδικά, πλέον, με πρωτεργάτη το Βιοτεχνικό Επιμελητήριο Αθηνών (ΒΕΑ), που υποστηρίζει τη διαμεσολάβηση έμπρακτα από το 2012, συνεργαζόμενο πάνω στην εκπαίδευση διαμεσολαβητών με τον Δικηγορικό Σύλλογο της Αθήνας, έχουν φτιάξει κέντρα διαμεσολάβησης όπου υλοποιούνται τακτικά διαμεσολαβήσεις.
Το Κέντρο Διαμεσολάβησης του ΒΕΑ δημιουργήθηκε στον 4ο όροφο της έδρας του (Ακαδημίας 18 και Βουκουρεστίου – τηλ. 2103680733 και [email protected]), πολύ κοντά στον σταθμό του μετρό στο Σύνταγμα, στο κέντρο της Αθήνας, για να παράσχει επιστημονικά τεκμηριωμένη ενημέρωση και κατάλληλες συνθήκες πραγματοποίησης επιτυχών διαμεσολαβήσεων σε κάθε πολίτη, επαγγελματία και επιχείρηση.
Στη χώρα μας οι επιτυχείς διαμεσολαβήσεις έχουν ξεπεράσει -πρόσφατα- τις 200.