Η συμφωνία του 2015 προσδιορίζει όλες τις υποχρεώσεις της χώρας για τη δεύτερη αξιολόγηση

Μήπως ήρθε όμως η στιγμή να μάθουν οι Έλληνες τι διαπραγματευόμαστε, τι μπορούν να δεχτούν και τι δεν μπορούν να δεχτούν οι διαπραγματευτές μας και τι θα γίνει αν μεταξύ των δύο πλευρών δεν υπάρξει συμφωνία και έρθει το τέλος της διαπραγμάτευσης;

Κάνουν τεράστιο λάθος όσοι νομίζουν ότι δεν υπάρχει χρονικό όριο στο τέλος της διαπραγμάτευσης. Όσο στρατηγικό λάθος ήταν ότι ο κ. Βαρουφάκης αφελέστατα (για να μη χρησιμοποιήσουμε βαρύτερο χαρακτηρισμό) δέχτηκε το 2015 αμέσως την πρόταση των «θεσμών» και ξεκίνησε μια διαπραγμάτευση με χρονικό περιορισμό, που όλοι γνωρίζουμε πού κατέληξε, άλλο τόσο τεράστιο λάθος είναι να διαπραγματεύεται σήμερα η κυβέρνηση χωρίς συμφωνία. Και σήμερα, όπως και τότε, υπάρχει χρονικό όριο στην ολοκλήρωση της συμφωνίας, με βίαιο τέλος της διαπραγμάτευσης. Και σήμερα το τέλος της διαπραγμάτευσης είναι πολύ κοντά.

Ας δούμε τα γεγονότα και την πικρή αλήθεια του χθες για να δούμε πού πάμε.

Αρχές του 2016 το ΔΝΤ παύει, με απόφαση του ΔΣ του, επίσημα τη «συστημική εξαίρεση» που είχε δεχτεί ώστε να δανειοδοτηθεί η χώρα μας με το υπέρογκα πολλαπλάσιο ποσό σε σχέση με το δικαίωμα που είχαμε ως μέλος του για έκτακτη δανειοδότηση. Από τα μέσα του 2015 ήδη η κ. Κριστίν Λαγκάρντ με επιστολή της είχε καταστήσει σαφές στους υφισταμένους της ότι δεν πρόκειται να δεχτεί εισήγησή τους για νέο δανεισμό χωρίς αυστηρά κριτήρια βιωσιμότητας της χώρας. Το 2016, μάλιστα, το ΔΝΤ αναγνώριζε ότι «ήταν δύσκολο να υπολογίσει τη βιωσιμότητα του χρέους». Σε δελτίο Τύπου στις 29/1/2016 αναγραφόταν: «Όταν το χρέος ενός μέλους στηρίζεται για να είναι διατηρήσιμο, αλλά όχι με μεγάλη πιθανότητα, απαιτείται δανειακή αναδιάρθρωση, καθώς είναι πιθανόν να προκύψει μη αναγκαίο κόστος».

Από τον Αύγουστο του 2016 κάποιοι -και από την 21η Νοεμβρίου του 2016 όλοι- γνωρίζαμε το κείμενο του συμπληρωματικού Μνημονίου της χώρας. Γιατί πράγματι υπάρχει συμπληρωματικό Μνημόνιο. Εκεί οι «θεσμοί» περιέγραφαν με σαφήνεια τις υποχρεώσεις μας, με βάση τη συμφωνία του Αυγούστου του 2015, που είχε υπογράψει εκείνη η Βουλή και είχε συνυπογράψει με τις εκλογές ο ελληνικός λαός. Σʼ αυτό το κείμενο προσδιορίζονταν όλες οι υποχρεώσεις της χώρας για την ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης, όπως συνηθίζεται να τη λέμε. Τότε η κυβέρνηση δεσμεύτηκε προς την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο ότι θα συμβουλεύεται και θα συμφωνεί μαζί τους ώστε να κάνει «όλες τις αναγκαίες ενέργειες για να επιτευχθούν όλοι οι στόχοι του συγκεκριμένου συμπληρωματικού Μνημονίου». Ποιοι ήταν όμως οι στόχοι στους οποίους συμφωνήσαμε τότε;

• Δημοσιονομική βιωσιμότητα.

• Προστασία του χρηματοπιστωτικού συστήματος.

• Ανάπτυξη, ανταγωνιστικότητα και επενδύσεις.

• Σύγχρονο κράτος και δημόσια διοίκηση.

Και οι στόχοι δεν ήταν γενικοί και αόριστοι αλλά αναφέρονταν στο κείμενο συγκεκριμένα. Θα μπορούσε κάποιος να τους έχει καταγράψει σε μορφή πίνακα υποχρεώσεων.

Η κυβέρνηση γνωρίζει τη λίστα γιατί η ίδια τη συμφώνησε. Ο υπουργός των Οικονομικών άλλωστε μας πληροφόρησε ότι μέχρι σήμερα έχουμε κάνει το 1/3, μπορούμε άμεσα να κάνουμε το άλλο 1/3 και το υπόλοιπο 1/3 θα το δούμε στον χρόνο. Κανένα πρόβλημα, αλλά μήπως θα έπρεπε να γνωρίζουμε, ύστερα από τόσο καιρό -κι αν όχι εμείς, σίγουρα η Βουλή των Ελλήνων- πού βρισκόμαστε και ποιο είναι το 1/3 που δεν θα κάνουμε άμεσα, ποιο είναι το 1/3 που έχουμε κάνει και ποιο το 1/3 που θα κάνουμε; Έτσι, χάριν περιέργειας. Διότι αν έχεις ένα Μνημόνιο να εκτελέσεις για να ολοκληρωθεί η δεύτερη αξιολόγηση, τουλάχιστον ξέρεις ποια είναι αυτά τα μέτρα. Πουθενά οι «θεσμοί» δεν δεσμεύτηκαν ότι κάποια θα γίνουν στον χρόνο. Θεωρούσαν, όπως σαφώς γράφτηκε στο κείμενο του συμπληρωματικού Μνημονίου, ότι θα γίνονταν εδώ και τώρα, ώστε να ολοκληρωθεί η δεύτερη αξιολόγηση.

Αλλά ας υποθέσουμε ότι ισχύει αυτό που πιστεύει η κυβέρνηση. Ότι δεν επαναλαμβάνεται δηλαδή το χρονικό αδιέξοδο της διαπραγμάτευσης Βαρουφάκη. Τώρα μπορούμε να πληρώνουμε και να διαπραγματευόμαστε όσο θέλουμε. Αρκεί να μην περάσουμε τα μέτρα που δεν θέλουμε. Έχουμε όμως φορολογικά έσοδα, έχουμε πλεονάσματα καλύτερα από τα υπολογισθέντα. Άρα γιατί σκάμε;

Θα μπορούσε να είναι έτσι αν δεν είχαμε δύο περιορισμούς.

Περιορισμός 1: Το ΔΝΤ, που υποχρεωτικά συμμετέχει στη διαπραγμάτευση, έχει καταλήξει στο συμπέρασμα -που έχει ειπωθεί από τα πλέον επίσημα χείλη- ότι το χρέος δεν είναι βιώσιμο και χρειάζεται αναδιάρθρωση. Και με όποια αναδιάρθρωση χρειάζονται τα μέτρα του συμπληρωματικού Μνημονίου. Και για όσους δεν καταλαβαίνουν, το ΔΝΤ είναι πιστωτικός οργανισμός. Δεν μπορεί να δανείζει αφερέγγυους, σύμφωνα με τις υπηρεσίες του, πελάτες, ούτε μπορεί να συμμετέχει με άλλους σε αντίστοιχα δάνεια. Το πρόβλημα είναι όμως ότι και όσοι κατά το παρελθόν έχουν δανείσει την ίδια χώρα έχουν πρόβλημα επαναξιολόγησης των παλαιών χρεών στους ισολογισμούς τους. Βλέπε ΕΚΤ, ESM, Τράπεζα της Ελλάδος και συστημικές ελληνικές τράπεζες. Και γιατί είναι πρόβλημα; Γιατί πρέπει να κλείσουν ισολογισμούς και οι ορκωτοί δεν υπογράφουν, ο κόσμος να χαλάσει. Και η ημερομηνία για τις ελληνικές τράπεζες είναι 17η Μαρτίου 2017, δηλαδή η ερχόμενη Παρασκευή.

Θα μπορούσε όμως να πει κάποιος ότι αν μας ζορίσουν και πολύ θα φύγουμε από τη διαπραγμάτευση, δεν θα πληρώσουμε και θα φύγουμε από το ευρώ. Χαράς ευαγγέλια.

Περιορισμός 2: Σε απαντητική επιστολή του, ο διοικητής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τραπέζης Μάριο Ντράγκι (18/1/2017), σε ερώτημα δύο ιταλών ευρωβουλευτών (M. Valli και M. Zanni) για το τι θα συμβεί αν μια χώρα-μέλος της Ευρωζώνης αποφασίσει να φύγει από το ευρώ, γράφει: «Η κεντρική της τράπεζα (βλέπε Τράπεζα της Ελλάδος) τότε πρέπει να πληρώσει τα χρέη της προς το σύστημα (για τη χώρα μας τουλάχιστον 93 δισ.) in full (στο ακέραιο επί το ελληνικότερο)».

Κι αν δεν έχει να πληρώσει, θα ρωτούσε κάποιος αφελής; Απλώς βγαίνει από το διατραπεζικό σύστημα αλληλόχρεων λογαριασμών των Κεντρικών Τραπεζών της Ευρωζώνης, πρώτα πληρώνεται η Κεντρική Τράπεζα της Ευρώπης και μετά εισάγουμε και εξάγουμε προϊόντα και υπηρεσίες. Για τον απλό αναγνώστη σημαίνει ότι κλείνουν οι συναλλαγές και τα σύνορα. Έχουμε κλειστά σύνορα για τους πρόσφυγες και αυτόματα θα γίνουμε όλοι εμείς πρόσφυγες στη χώρα μας. Θα έχουμε ευρωπαϊκά διαβατήρια και δεν θα μπορούμε να πάμε στην Ευρώπη.

Τι πρέπει να γίνει; Πρώτον, η κυβέρνηση πρέπει να φέρει στο φως τη λίστα με τα προαπαιτούμενα. Δεύτερον, πρέπει να εξηγήσει τι θέλει και τι δεν θέλει, γιατί πλέον μυστική διπλωματία για την εθνική καταστροφή της χώρας δεν υπάρχει. Τέλος, τρίτον, πρέπει να καταλάβουμε ότι το χειρότερο που μπορεί να μας συμβεί είναι να πτωχεύσουμε άμεσα μέσα στο ευρώ.

Διαφορετικά, θα γίνουμε εμείς η νεκροκεφαλή στα χέρια του Άμλετ, καθώς αυτός θα μονολογεί: «Να ζει κανείς ή να μη ζει; Ιδού η απορία».


Σχολιάστε εδώ