Στρατηγική εντάσεως από την Άγκυρα στο Αιγαίο

Το χειρότερο όμως για την Άγκυρα είναι το γεγονός ότι οι δυνάμεις SDF, που περιλαμβάνουν τους Κούρδους του YPG και τους Άραβες και άλλους συμμάχους τους, ήρθαν, με τη διαμεσολάβηση των Ρώσων, σε συνεννόηση και συνεργασία με τον Συριακό στρατό, που θέλει να ανακόψει οποιαδήποτε περαιτέρω Τουρκική προέλαση στη Συρία. Ανέθεσαν μάλιστα σʼ αυτόν την άμυνα των δυτικών προσβάσεων της Μανμπίζ.

Οι Τούρκοι αποφεύγουν να συγκρουσθούν με τον Συριακό στρατό και επιτίθενται στην περιοχή βόρεια της Μανμπίζ εναντίον των Κούρδων. Επιπλέον, όμως, οι Κούρδοι του SDF δεν είναι μόνοι. Σε μικρή απόσταση από τις γραμμές τους αναπτύσσουν δράση κατά του ISIS Αμερικανικές ειδικές δυνάμεις, προετοιμάζοντας την κοινή επιχείρηση με τους Κούρδους της Συρίας κατά της πρωτεύουσας των Τζιχαντιστών (Ράκκα). Η Τουρκική πλευρά, κατά την επίσκεψη στην Άγκυρα του νέου αρχηγού της CIA Πομπέρ και του Αρχηγού του Αμερικανικού Μεικτού Επιτελείου Ντάνφορντ, επέμεινε μέχρι τέλους να αποφύγουν οι Αμερικανοί τη συνεργασία με τους Κούρδους της Συρίας στην επιχείρηση κατά της Ράκκα. Η Άγκυρα θεωρεί το YPG και το SDF ως «τρομοκράτες», εφόσον έχουν οργανικές σχέσεις με το PKK των Κούρδων της Τουρκίας. Η Αμερικανική όμως πλευρά απέρριψε ευσχήμως τις Τουρκικές αξιώσεις, υποδεικνύοντας ότι άλλο είναι η Τουρκία, όπου αναγνωρίζουν ως «τρομοκράτες» το PKK, και άλλο η Συρία, όπου οι Κούρδοι μαχητές αποτελούν εκ των πραγμάτων την πλέον αξιόπιστη δύναμη κατά του ISIS και σύμμαχο των Αμερικανών.

Οι Αμερικανικές αντιρρήσεις δεν κάμφθηκαν ούτε από τις Τουρκικές απειλές ότι η Άγκυρα θα επιτρέψει να χρησιμοποιηθεί από την Αμερικανική Αεροπορία η Τουρκική βάση του Ιντσιρλίκ, εάν τελικά επιτραπεί στους Κούρδους του SDF να συμμετάσχουν στην εκστρατεία κατά της Ράκκα. Το τελευταίο όμως φαίνεται αμετάκλητο και επαυξάνεται από την πρόσφατη παράδοση στους Κούρδους βαρέος Αμερικανικού οπλισμού.

Η προέλαση επίσης του Συριακού στρατού και η σύζευξή του με τους Κούρδους στη Μανμπίζ αναδεικνύει τη σιωπηρή σύγκλιση των ΗΠΑ και της Ρωσίας, για διαφορετικούς λόγους, στο θέμα των Κούρδων. Η Ρωσία, παρά το άνοιγμα του Ερντογάν και τις προσπάθειές του να αποτρέψει τη Μόσχα από οποιαδήποτε υποστήριξη προς τους Κούρδους, έχει ήδη αναλάβει τρεις πρωτοβουλίες που δεν είναι καθόλου αρεστές στην Άγκυρα. Η πρώτη είναι η πρόταση, που υπέβαλε στην Αστάνα του Καζακστάν, κατά τη Διεθνή Διάσκεψη για τη Συρία της Ρωσίας, του Ιράν και της Τουρκίας, για ομοσπονδιακή λύση στο πρόβλημα των Κούρδων της Συρίας. Η πρόταση αυτή άνοιξε και τον δρόμο για την προσέγγιση μεταξύ Κούρδων και καθεστώτος Άσαντ. Η δεύτερη είναι η οργάνωση στη Μόσχα Κουρδικού Συνεδρίου, στο οποίο προσκλήθηκαν Κούρδοι αντιπρόσωποι απʼ όλες τις Κουρδικές περιοχές. Δεν αντιπροσωπεύθηκε μόνο η Αυτόνομη Κουρδική Περιοχή του Βορείου Ιράκ. Η τελευταία τηρεί επιφυλακτική στάση, λόγω των καλών σχέσεων που επιδιώκει με την Άγκυρα, για να μπορεί να εξάγει μέσω Τουρκίας το πετρέλαιο του Βορείου Ιράκ.

Η τρίτη Ρωσική πρωτοβουλία είναι η θέση που εξέφρασε η Μόσχα υπέρ της συμμετοχής των Κούρδων στις προβλεπόμενες διαπραγματεύσεις της Γενεύης. Η Άγκυρα αντιτίθεται σφόδρα σʼ αυτό το ενδεχόμενο και απειλεί να μη συμμετάσχει η ίδια σʼ αυτές εάν τελικά γίνει δεκτή Κουρδική αντιπροσωπεία.

Συμπερασματικά, η εκ των υστέρων Τουρκική μεταστροφή στο θέμα της συνεργασίας με τους Τζιχαντιστές στη Συρία και η συμμετοχή της στον πόλεμο εναντίον τους, δεν φαίνεται να είναι ικανός όρος για την Άγκυρα για να αποτρέψει τις ανεπιθύμητες εξελίξεις σε σχέση με τους Κούρδους της Συρίας. Η Τουρκία, αφού επεδίωξε προηγουμένως να αποκομίσει από τη Συρία και το Ιράκ μεγάλα γεωπολιτικά κέρδη ως σύμμαχος και αρωγός του Σουνιτικού Τζιχαντισμού, επιχειρεί τώρα να εκμεταλλευθεί τον ανταγωνισμό ΗΠΑ και Ρωσίας για να αποτρέψει τη δημιουργία Κουρδικής Αυτόνομης Περιοχής και να θέσει υπό τον έλεγχό της στρατηγικής σημασίας εδάφη στη Βόρεια Συρία.

Στο πνεύμα αυτό ανέλαβε την επιχείρηση «Ασπίδα του Ευφράτη». Ήδη, όμως, η αποσαφήνιση τόσο της Ρωσικής πολιτικής όσο και της Αμερικανικής έναντι των Κούρδων της Συρίας οριοθετεί ασφυκτικά τις Τουρκικές προσδοκίες και μετατρέπει σε πολύ επικίνδυνη επιχείρηση τη μονομερή Τουρκική στρατιωτική δράση. Τόσο η προβλεπόμενη επίσκεψη Ερντογάν στη Ρωσία, κατά τις επόμενες μέρες, όσο και η αναμενόμενη επίσημη εξαγγελία της Αμερικανικής πολιτικής στην περιοχή, υπό τον νέο Πρόεδρο Τραμπ, δεν φαίνεται ότι θα αλλάξουν ουσιωδώς τα παραπάνω δεδομένα.

Οι λεονταρισμοί επομένως της Άγκυρας στο Αιγαίο εκπορεύονται από τη συγκυρία των εξελίξεων στο εσωτερικό μέτωπο, με ορόσημο το δημοψήφισμα της 16ης Απριλίου, για τη μετατροπή του πολιτικού συστήματος σε αυστηρά Προεδρικό. Η επιδιωκόμενη αυτή μετάβαση, που θα καταστήσει, εάν τελικά επιτευχθεί, τον Ταγίπ Ερντογάν απόλυτο σχεδόν ηγεμόνα της χώρας, έχει συνδεθεί με την προβολή του Τούρκου Προέδρου ως του νέου μεταρρυθμιστή ηγέτη, που θα κάνει πάλι μεγάλη την Τουρκία, κατά το πρότυπο του Οθωμανικού αυτοκρατορικού μεγαλείου. Από το τελευταίο αντλεί ο Ερντογάν την πολιτική του έμπνευση και νομιμοποιεί την Ισλαμιστική του ιδεολογία.

Ο Ταγίπ Ερντογάν δεν θέλει να συγκρίνεται με τον Κεμάλ Ατατούρκ, του οποίου απορρίπτει τον παραμερισμό του Ισλάμ προς όφελος ενός Δυτικού τρόπου κοσμικού καθεστώτος. Θέλει να συγκρίνεται με τον Μωάμεθ τον Πορθητή, που υπερέβη τα πολλά εμπόδια, που έφερναν και δικοί του άνθρωποι, και κατέκτησε την Κωνσταντινούπολη, εγκαινιάζοντας τη μεγάλη Οθωμανική αυτοκρατορία.

Από πού να φέρει τις νέες μεγάλες νίκες ο Ταγίπ Ερντογάν; Ένα μέτωπο είναι το εσωτερικό και η ανάδειξη της Τουρκίας σε μεγάλη στρατιωτική και οικονομική δύναμη, σε συνδυασμό με την προβολή της ως ηγέτιδος χώρας του Σουνιτικού κόσμου, από τον Περσικό Κόλπο ως το Πακιστάν. Ένα άλλο είναι, βεβαίως, το εξωτερικό. Το αδιέξοδο στη Συρία και στο Ιράκ εντείνει τον αντισταθμιστικό εν μέρει επεκτατισμό της Άγκυρας προς τα Δυτικά, με στόχους την Ελλάδα και την Κύπρο. Ούτως ή άλλως, ο Τουρκικός αναθεωρητισμός, που εμπνέεται από το αυτοκρατορικό Οθωμανικό παρελθόν, θεωρεί καίριας γεωπολιτικής σημασίας για την Άγκυρα το Αιγαίο, την Κύπρο και τη Θράκη, για μια πολιτική ηγεμονίας στην Ανατολική Μεσόγειο και τα Βαλκάνια.

Οι προκλήσεις επομένως της Άγκυρας και οι απροσχημάτιστες εδαφικές διεκδικήσεις που προβάλλει δεν είναι συγκυριακές και συνδέονται μόνο με τις εσωτερικές εξελίξεις. Έχουν μεγάλο στρατηγικό βάθος και συνδέονται με τη νέα εθνικο-Ισλαμιστική και νεο-Οθωμανική ιδεολογία του καθεστώτος Ερντογάν και τον εγγενή επεκτατισμό του. Η Ελλάδα πρέπει να συνειδητοποιήσει πλήρως την πραγματικότητα αυτή και να οργανώσει, σε όλους τους τομείς, την αντίσταση και την άμυνά της. Σε ό,τι αφορά ειδικότερα την Κύπρο, η αυτοκραταστροφική πολιτική που ακολούθησε ο Κύπριος Πρόεδρος και οι ηγεσίες του ΔΗΣΥ και του ΑΚΕΛ έφερε την Κύπρο κυριολεκτικά στην άκρη του γκρεμού. Δεν υπάρχει πλέον κανένα περιθώριο για τη συνέχιση της πολιτικής αυτής και αυτό δεν είναι ευθύνη μόνο της Λευκωσίας αλλά και της Αθήνας, στο πλαίσιο μιας συντονισμένης εθνικής στρατηγικής.


Σχολιάστε εδώ