…Η φύση σάμπως / γλυκά να ομίλει
Η ημέρα καθημερινά μεγαλώνει. Αργεί να σκοτεινιάσει. Ο ουρανός παίρνει κάποιο από τα σπάνια μενεξεδένια χρώματά του, που μονάχα στην Αττική αντικρίζεις. Το κάθε ηλιοβασίλεμα είναι πάντα μαγευτικό κι ανεπανάληπτο. Μέχρι και οι αποχρώσεις που παίρνουν τα γύρω βουνά είναι και αυτές μοναδικές. Τα γυμνά δένδρα βγάζουνε φύλλα και δειλά δειλά τα φυτά μπουμπουκιάζουν… Έστω και μόνον γιʼ αυτά, ένα «σʼ ευχαριστούμε» το δικαιούται ο Μάρτιος.
Δυστυχώς όμως όλα αλλάζουν. Ελάχιστα μας προσφέρει πλέον η άνοιξη, μα ας μην ξεχνούμε πως ό,τι χάσαμε οφείλεται σε εμάς, αφού παραδοθήκαμε και μας διαγουμίζουν οι τεχνοκράτες. Οι πολυκατοικίες, με τη συνεχή δόμηση, κατακτήσανε τη γη. Εξαφάνισαν τις αλάνες όπου φυτρώνανε τα μυρωδάτα χαμομήλια, που μάζευαν στις ποδιές τους οι γριές για τον κοιλόπονο. Πάνε οι κατακόκκινες παπαρούνες που λικνίζονταν στο ανάλαφρο αεράκι σαν χορευτριούλες της επιθεώρησης. Εξαφανίστηκαν οι γεμάτες χάρη κίτρινες καμπανούλες, χάθηκαν οι ταπεινές πράσινες μολόχες και οι κακεντρεχείς τσουκνίδες που ερέθιζαν τα γυμνά ποδάρια. Ανύπαρκτα είναι τα κομψά γαϊδουράγκαθα με τις γαλάζιες φούντες τους και τα κάθε λογής ανώνυμα αγριολούλουδα που φύτρωναν ατίθασα όπου έβρισκαν μισή χούφτα χώμα. Όλα ανήκουν στο παρελθόν. Στην ονειρεμένη άνοιξη απέμειναν η τηλεόραση του τίποτα, το νέφος, τα καυσαέρια, η ανυπαρξία… Τα σπίτια μας, είτε βίλες ήσαν είτε χαμόσπιτα, είχαν κηπάρια που ήταν και ολίγον… μπαξέδες. Μαζί με τα μυρωδάτα μοσχομπίζελα που σκαρφάλωναν στους μαντρότοιχους σκορπώντας χρώμα και ευωδιά, φυτεύαμε φρέσκα κουκιά που μαγειρεύαμε με αγκινάρες, η ρόκα, τα μαρούλια και τα κρεμμυδάκια αλλά και τα κοκκινωπά καυτερά ραπανάκια. Στα παρτέρια άνθιζαν βιολέτες και πανσέδες. Είχαμε και εμείς, τα παιδιά, τα τυχερά μας: Τα τσάγαλα. Τα άγουρα αμύγδαλα πάνω στις ρομαντικές αμυγδαλιές, που μπαίναμε στις αυλές και τσουρομαδούσαμε… Μας κυνηγούσαν, μας έβριζαν, απειλούσαν πως θα πάνε στην αστυνομία, το έλεγαν στον πατέρα μας, αλλά για εμάς πέρα έβρεχε. Μοναδική τιμωρία μας ήταν μια στερνή φοβερή στομαχίλα. Μαύριζε ο καυτερός ήλιος τα λεπτεπίλεπτα κοριτσίστικα δέρματα, που τα ήθελε τότε η μόδα λευκά και πάλλευκα, όπως το «άνθος το ανθούν εντός αγρών αβάτων…», που έλεγε ο ύμνος για κάποια Καρολίνα. Έτσι, η καλή γιαγιούλα έφτιαχνε με κλωστές μέσα στη νύχτα ένα βραχιολάκι, τον λεγόμενο «Μάρτη», που έβαζε στο χέρι της εγγόνας πριν ο ήλιος ανατείλει και την κάνει… «μαυροτσούκαλο».
Όχι φυσικά πως ο Μάρτιος ήταν μήνας αγαθός και καλοσυνάτος. Ένας επιπόλαιος ήταν. Το φιλικό του χαμόγελο, που σε σκλαβώνει, αιφνιδίως το ανακαλεί και αγριεμένος σε πλακώνει στις μπουνιές και τις κλωτσιές. Ξυπνάς, να πούμε, το πρωί μιας μαρτιάτικης ημέρας. Έξω ένας λαμπρός ήλιος σκορπά τις χρυσές του ακτίνες. Τραβάς τις κουρτίνες, να χαρίσει τη θαλπωρή του στο υπνοδωμάτιο και μαγεμένος επιστρατεύεις τη φαντασία σου στο τι θα έκανες για να χαρείς την παραμυθένια αυτή ημέρα, ΕΑΝ δεν ήσουν… είλωτας. Έξω από το παράθυρο δύο πολύχρωμες πεταλούδες παίζουν κυνηγητό. Τις κοιτάς και σκέφτεσαι πως είναι πλάσματα εφήμερα. Πως αύριο δεν θα υπάρχουν. Το φιλοσοφείς. Ποια βεβαιότητα έχεις πως εσύ αύριο θα υπάρχεις;
Κάτι η ηλιόλουστη ημέρα, κάτι οι παιχνιδιάρες πεταλούδες, κάτι το υπαρξιακό πρόβλημα που ανέκυψε, αποφασίζεις να μην πας σήμερα στη δουλειά κι άσε τους να φωνάζουν. Να ξελαρυγγιάζονται.
Την ώρα που πίνεις καφέ, ακούς ένα περίεργο «τσουρ τσουρ» που σε προβληματίζει. Κοιτάς… βρέχει. Φτου! Ο «πεντάγνωμος Μάρτης» είναι στο φόρτε του. Και μετά τη βροχή, Κύριος οίδε τι θα επακολουθήσει. Ο ήλιος που μας καλημέρισε ήταν μια… αυτοτελής περίπτωση από τις πολλές καιρικές μεταβολές που μας επιφυλάσσει στο 24ωρο. Από εκεί που σκάει ο τζίτζικας, μπορεί να τρέχεις με το φτυάρι να ξεχιονίσεις. Δεν είναι τυχαίο που ο Μάρτης είναι ο μοναδικός μήνας που φορτώθηκε από τον λαό μʼ ένα κάρο παρατσούκλια, όπως «Μάρτης-γδάρτης και κακός παλουκοκάφτης» και μύρια άλλα.
Ένδεκα μήνες τον χρόνο, οι προβλέψεις της Μετεωρολογίας κυλούνε άψογα. Ο Μάρτιος τους τα χαλάει.. Άλλον καιρό προβλέπουν και άλλος επικρατεί… Τα ειρωνικά σχόλια δίνουν και παίρνουν και οι δημόσιες προβλέψεις της Μετεωρολογικής θεωρούνται το πιο αναξιόπιστο έγγραφο του κράτους.