Το παρασκήνιο της κρίσης με Τσακαλώτο

Με άλλα λόγια, στη συνάντηση του Ευκλ. Τσακαλώτου με τους ευρωπαίους παράγοντες, λίγες ώρες πριν από τη συνεδρίαση του Eurogroup στις 20 Φλεβάρη, αποφασίστηκε να γίνουν αποδεκτοί οι όροι του ΔΝΤ για να ξεμπλοκάρει η διαπραγμάτευση.

Αυτή ήταν η σημαντική υποχώρηση της κυβέρνησης. Και όχι μόνο της κυβέρνησης αλλά και των Ευρωπαίων, οι οποίοι τον περασμένο Μάιο έκλεισαν την πρώτη αξιολόγηση συμφωνώντας στις δύο μεταρρυθμίσεις, Φορολογικού και Συνταξιοδοτικού.

Σε αντιστάθμισμα αυτής της υποχώρησης, η ελληνική πλευρά πήρε τα λεγόμενα αντισταθμιστικά μέτρα, με πλήρη συμφωνία και των Ευρωπαίων. Επίσης, οι υποχωρήσεις αυτές συμφωνήθηκε να αντισταθμιστούν με επαναφορά των συλλογικών συμβάσεων αλλά και ενίσχυση της απασχόλησης (η γνωστή χρηματοδότηση με τη συμμετοχή της Παγκόσμιας Τράπεζας για 100.000 θέσεις εργασίας ή 3 δισ. ευρώ, που δεν θα μετρούν στο πρωτογενές πλεόνασμα).

Τo non paper και ο Τσακαλώτος…

Τα ερωτήματα που τέθηκαν από την αντιπολίτευση, ύστερα από 48 ώρες έντεχνης φημολογίας, ήταν: α) Αν με το συγκεκριμένο αποτέλεσμα του Eurogroup ήταν σύμφωνος ο Τσακαλώτος. β) Αν τα μέτρα σε Φορολογικό και Ασφαλιστικό φθάνουν στο 2% του ΑΕΠ, δηλαδή στα 3,6 δισ. που ζητούσε επίμονα το τελευταίο διάστημα το ΔΝΤ.

Σύμφωνα με έγκυρες πληροφορίες, το περιβόητο non paper υπαγορεύτηκε από κυβερνητικά επιτελικά στελέχη από τις Βρυξέλλες είκοσι λεπτά πριν από την ολοκλήρωση του Eurogroup, καθώς μετά τη συνάντηση που προηγήθηκε και τη συμφωνία στους κεντρικούς άξονες το θέμα της Ελλάδας είχε τυπικό χαρακτήρα και δεν απασχόλησε τη συνεδρίαση περισσότερο από μισή ώρα. Οπότε ήταν σε πλήρη γνώση του Ευκλ. Τσακαλώτου και όχι εν αγνοία του, όπως ισχυρίζεται η ΝΔ.

Δεν υπάρχουν «καθαρά μέτρα»…

Επιβεβαιώνοντας σε απόλυτο βαθμό τα παραπάνω, ο υπουργός Οικονομικών επανέλαβε την περασμένη Πέμπτη στη Βουλή ότι η κυβέρνηση δεν θα πάρει «καθαρά μέτρα» (παραπέμποντας σε δήλωση του Μοσκοβισί αμέσως μετά το Eurogroup) πράγμα που πρακτικά σημαίνει ότι αν, για παράδειγμα, ληφθούν μέτρα 1 δισ. ευρώ από την οικονομία, θα δοθεί ταυτόχρονα το αντίστοιχο ποσό για την οικονομία. «Κάποιοι μπορεί να χάσουν, βεβαίως, αλλά κάποιοι θα κερδίσουν. Εμείς θα κάνουμε τα πάντα ώστε να περιορίσουμε αυτούς που θα χάσουν. Ποτέ δεν είπαμε ότι το φορολογικό σύστημα ήταν τέλειο και άρα είμαστε πάντα ανοιχτοί σε συζητήσεις που θα έχουν μηδενική δημοσιονομική επίπτωση», τόνισε ο κ. Τσακαλώτος.

Αν υπάρχει μια πραγματική διάσταση στο κυβερνητικό επιτελείο, αυτή δεν είναι με τον Ευκλ. Τσακαλώτο αλλά με τις εκτιμήσεις που υπήρχαν από το φθινόπωρο σχετικά με τη συμμετοχή του ΔΝΤ στο ελληνικό πρόγραμμα. Το τελευταίο δίμηνο μεγάλο μέρος των ευρωπαίων δανειστών προεξοφλούσε την αποχώρηση του ΔΝΤ, γεγονός που επέβαλε στην ελληνική πλευρά τη διαμόρφωση διαφορετικών σχεδίων. Επιπρόσθετα, ο υπουργός Οικονομικών, γνωρίζοντας από πρώτο χέρι τον συγκεκριμένο διχασμό, ήθελε να κλείσει το συντομότερο δυνατόν και πάντως το αργότερο μέχρι τις 5 Δεκεμβρίου η αξιολόγηση, καθώς η παράταση θα έβαζε το ΔΝΤ (και τους όρους του) στο παιχνίδι. Αλλά τι θα αποφάσιζαν τελικά οι Ευρωπαίοι, δηλαδή ο Σόιμπλε και η Μέρκελ, ήταν κάτι που δεν μπορούσε να ελέγξει με τίποτα η ελληνική κυβέρνηση. Διαφορετικές εκτιμήσεις υπήρχαν στην κυβέρνηση, όχι όμως διαφωνίες, στις οποίες μπορεί να αποδοθεί η παράταση της διαπραγμάτευσης.


Σχολιάστε εδώ