Ασπιρίνη στον άρρωστο ή σωτηρία;

Ας δούμε ποιους αφορά: Σύμφωνα με το άρθρο 2 παρ. 1 του σχεδίου, αφορά αφενός επιχειρήσεις εγκατεστημένες στην Ελλάδα με συνολικές προς ρύθμιση οφειλές -προς εφορία, τράπεζες και φορείς κοινωνικής ασφάλισης- άνω των 20.000 ευρώ και θετικό καθαρό αποτέλεσμα προ φόρων σε τουλάχιστον μία από τις τελευταίες τρεις χρήσεις πριν από την υποβολή της αίτησης ρύθμισης.

Αφετέρου, αφορά φυσικά πρόσωπα που ασκούν ε­μπορική δραστηριότητα και εξαιρούνται από το πεδίο του οι ελεύθεροι επαγγελματίες (ιατροί, δικηγόροι, συμβολαιογράφοι, μηχανικοί, ηλεκτρολόγοι κ.ά.) αλλά και οι περισσότεροι μικρομεσαίοι έμποροι και επιχειρήσεις, με δεδομένο ότι η χώρα μας διανύει το όγδοο συνεχές έτος δημοσιονομικής κρίσης και καθίζησης της οικονομίας της, οπότε λίγοι είναι εκείνοι που πληρούν την προϋπόθεση της μίας θετικής χρήσης κατά την τελευταία τριετία.

Οι οφειλές που υπάγονται στη διαδικασία ρύθμισης: Ίσως το πιο ενδιαφέρον στοιχείο του σχεδίου νόμου είναι ότι η ρύθμιση θα αφορά το σύνολο των συνήθων οφειλών όσων θα υπαχθούν στη διαδικασία, δηλαδή αυτών έναντι του Δημοσίου, φορέων κοινωνικής ασφάλισης και τραπεζών.

Ποιος κινεί τη διαδικασία και με ποιον τρόπο: Η διαδικασία είναι δυνατό να ξεκινήσει με πρωτοβουλία του οφειλέτη (ή με κοινή αίτηση των συνοφειλετών, όταν οι οφειλές βαρύνουν συνοφειλέτες). Μπορούν, όμως, να την εκκινήσουν και οι πιστωτές του, καλώντας εγγράφως τον οφειλέτη να συμμετάσχει σε αυτή (άρθρο 4 παρ. 5 του νομοσχεδίου).

Από το περιεχόμενο της αίτησης υπαγωγής στη διαδικασία ρύθμισης και τα συνοδευτικά της έγγραφα που συνυποβάλλονται προκύπτει αναλυτικά η οικονομική κατάσταση του οφειλέτη και ενδεικτικά ποιοι είναι οι πιστωτές του και οι οφειλές του προς έκαστο εξ αυτών, τα περιουσιακά του στοιχεία (συμπεριλαμβανομένων των τραπεζικών καταθέσεών του), τα βάρη που έχουν τυχόν εγγραφεί επί των ακινήτων του, οι μεταβιβάσεις περιουσιακών στοιχείων στις οποίες έχει προβεί κατά την τελευταία πενταετία, οι πελάτες του, οι φορολογικές δηλώσεις των τελευταίων πέντε ετών, οι εργαζόμενοι που τυχόν απασχολεί και η αμοιβές αυτών. Είναι αξιοσημείωτο ότι το έντυπο αυτό επέχει θέση υπεύθυνης δήλωσης (του ν. 1599/1986) και οι ψευδείς αναγραφές σε αυτό αποτελούν ποινικό αδίκημα. Προσανατολισμός της διαδικασίας είναι όσοι επιλέγονται για να υπαχθούν στη ρύθμιση να παρουσιάζουν στοιχεία βιωσιμότητας.

Τα επόμενα βήματα της διαδικασίας ρύθμισης: Μετά την αίτηση, η ΕΓΔΙΧ διορίζει έναν συντονιστή της διαδικασίας από ειδικό σχετικό μητρώο που θα διατηρεί. Σε αυτό θα εγγραφούν κατά προτεραιότητα οι διαπιστευμένοι διαμεσολαβητές του ν. 3898/2010, που ήδη διαθέτουν ειδική εκπαίδευση στην εξωδικαστική επίλυση ιδιωτικών διαφορών και -ορισμένοι εξ αυτών- πρακτική εμπειρία σε ανάλογες διαδικασίες. Το εν λόγω μητρώο θα περιλαμβάνει μόλις 320 συντονιστές πανελλαδικά και είναι αμφίβολο αν ένας τόσο μικρός αριθμός θα ανταπεξέλθει στην αναμενόμενη υποβολή δεκάδων χιλιάδων αιτήσεων ρύθμισης.

Ο συντονιστής θα ελέγχει και θα βεβαιώνει την πληρότητα της αίτησης, θα ζητάει από τον οφειλέτη τυχόν συμπληρωματικά στοιχεία και θα συντονίζει τη διαπραγμάτευση του οφειλέτη/της οφειλέτριας εταιρείας με τους πιστωτές, που θα πραγματοποιείται μέσω προτάσεων και αντιπροτάσεων, σε μία ή περισσότερες συναντήσεις και θα διέπεται από εμπιστευτικότητα. Προβλέπεται και η δυνατότητα τηλεδιαπραγμάτευσης, μέσω e-mails ή τηλεφώνων. Η πραγματοποίηση της διαδικασίας αναστέλλει τυχόν μέτρα αναγκαστικής εκτέλεσης που έχουν επισπεύσει οι πιστωτές. Είναι σημαντικό ότι οι εκπρόσωποι του κράτους και των ασφαλιστικών φορέων στη διαδικασία μπορούν, κάτι που προβλέπεται ρητώς στον νόμο (άρθρο 15 παρ. 2), να συμφωνήσουν μερική διαγραφή οφειλών έναντι αυτών.

Η διάταξη αυτή, εφόσον εγκριθεί από τη Βουλή, αίρει το αξιόποινο της εν λόγω διαγραφής, η οποία έως σήμερα αποτελούσε εμπόδιο στην εξωδικαστική επίλυση διαφορών οφειλετών με το Δημόσιο και τα Ταμεία.

Για την επίτευξη συμφωνίας αναδιάρθρωσης ο οφειλέτης θα πρέπει να συμφωνήσει με τα 3/5 των συμμετεχόντων πιστωτών, στα οποία θα συμπεριλαμβάνονται τα 2/5 όσων εξ αυτών έχουν ειδικό προνόμιο (εξασφάλιση).

Οι συμφωνημένες αναδιαρθρώσεις που θα προκύψουν από τη διαδικασία αυτή μπορούν να περιλαμβάνουν έως 120 μηνιαίες δόσεις για την αποπληρωμή των οφειλών προς το Δημόσιο και ενδεχομένως περισσότερες για οφειλές άνω των 2 εκατ. ευρώ.

Τέλος, τυχόν παλαιότερες ρυθμίσεις οφειλών προς το Δημόσιο (μέσω των ν. 4152/2013, 4147/2013, 4305/2014 και 4321/2015) μπορούν να ενταχθούν στο σχέδιο αναδιάρθρωσης οφειλών του παρόντος σχεδίου νόμου. Προβλέπεται η δυνατότητα επικύρωσης της συμφωνίας αναδιάρθρωσης, στη συνέχεια, από δικαστήριο για την απόκτηση εκτελεστού τίτλου. Η αμοιβή του συντονιστή βαρύνει αυτόν που εκκίνησε τη διαδικασία

Εξετάζοντας συνολικά τις προαναφερόμενες διατάξεις, η εντύπωση που μένει είναι ότι ο νομοθέτης αποπειράται μια γενναία κίνηση ρύθμισης πάσης φύσεως σημαντικών οφειλών επιχειρήσεων και εμπόρων μέσω μιας ενιαίας, εμπιστευτικής και σύντομης διαδικασίας.

Όμως, η απόπειρά του μοιάζει εντέλει άτολμη, καθότι περιόρισε υπερβολικά το πεδίο εφαρμογής του νόμου σε επιχειρήσεις με μια πρόσφατη θετική χρήση, εξαιρώντας από αυτή τους δεινοπαθούντες ελεύθερους επαγγελματίες.

Περαιτέρω, κρίση μου είναι ότι ο αναμενόμενα πολύ υψηλός αριθμός των αιτήσεων υπαγωγής στον εν λόγω νόμο, παρά το περιορισμένο του πεδίο, θα ξεπεράσει τον χαμηλό αριθμό (320 πανελλαδικά) συντονιστών που έχει προβλεφθεί στο σχέδιο νόμου και θα καταστήσει σύντομα αναγκαία τη σημαντική αύξησή τους. Όμως η ιδιαίτερα χαμηλή -για το είδος και τις απαιτήσεις της διαδικασίας-, προβλεπόμενη από τον νόμο, ενδεικτική αμοιβή τους (200 ή 400 ευρώ, κατά περίπτωση, η οποία βαρύνει είτε όλα τα εμπλεκόμενα μέρη από κοινού -εφόσον το συμφωνήσουν- είτε όποιον εκκινεί τη διαδικασία) θα αποτρέψει πιθανώς πολλούς εξ αυτών να δηλώσουν συμμετοχή στο μητρώο της ΕΓΔΙΧ και σε κάθε περίπτωση είναι σκόπιμο να αυξηθεί.

Κλείνοντας, σημειώνω ότι όσοι οφειλέτες δεν υπαχθούν στον νόμο αυτό και έχουν οφειλές προς τράπεζες μπορούν να συνεχίσουν να επιδιώκουν μια εξωδικαστική ρύθμιση των οφειλών τους μέσω των υφιστάμενων διαδικασιών, που για τις μεν οφειλές φυσικών προσώπων καθορίζονται από τον κώδικα δεοντολογίας των ελληνικών τραπεζών και για τις δε επιχειρηματικές οφειλές από τον ν. 3898/2010 για τη διαμεσολάβηση.


Σχολιάστε εδώ