Απλές αναταράξεις ή ευρύτερες ανακατατάξεις, το ελληνικό διακύβευμα

Δεν αποκλείεται στις εκλογικές αναμετρήσεις των τριών παραπάνω χωρών να προστεθεί και η Ιταλία, η κυβέρνηση της οποίας αντιμετωπίζει προβλήματα συνοχής. Ήδη από του σχηματισμού της, μετά την παραίτηση του Ματέο Ρέντσι, φαινόταν ότι θα είχε μεταβατικό χαρακτήρα. Ας αρχίσουμε όμως με τη Γαλλία, όπου οι προεδρικές εκλογές (τέλη Απριλίου – αρχές Μαΐου) σημαδεύθηκαν ήδη από τη μη επανυποβολή υποψηφιότητας του σημερινού Πρόεδρου Φρανσουά Ολαντ, ενώ ο ισχυρότερος μέχρι πολύ πρόσφατα υποψήφιος της δεξιάς παράταξης, γκολικός πρώην πρωθυπουργός επί Προεδρίας Σαρκοζί, Φ. Φιγιόν, έχει απολέσει, σχεδόν, κάθε ελπίδα ανάκαμψης έπειτα από τις αποκαλύψεις που ενέχουν τη σύζυγό του για αργομισθία επί πρωθυπουργίας του. Έτσι το πιθανότερο σενάριο είναι η τελική αναμέτρηση να διεξαχθεί μεταξύ της κ. Μαρίν Λεπέν, υποψηφίας του ακροδεξιού κόμματος, και του ανεξάρτητου κεντρώου Μακρόν. Στην Ολλανδία οι κοινοβουλευτικές εκλογές είναι οι πλησιέστερες χρονικά αλλά και οι πλέον απρόβλεπτες και σημαδιακές. Πρωταγωνιστής το ακροδεξιό εθνικιστικό Κόμμα της Ελευθερίας του Γκέερτ Βίλντερς, το οποίο οι δημοσκοπήσεις το φέρνουν ως αναμφισβήτητο πρώτο κόμμα, αλλά σε χαμηλά ποσοστιαία επίπεδα, πολύ μακριά από αυτοδυναμία. Στον πολιτικό στίβο θα αναμετρηθούν 15 και πλέον μικρά ή μικρότερα κόμματα. Η Ολλανδία είναι μια ιδιάζουσα και ενδιαφέρουσα χώρα. Αν και «συνθλίβεται» μεταξύ δύο ισχυρών γειτόνων, τη Γερμανία και τη Γαλλία, ιστορικά και πολιτικά έχει κατορθώσει να διατηρήσει μια δική της χωριστή προσωπικότητα, με ρόλο στα ευρωπαϊκά και διεθνή θέματα. Η οικονομία της υπήρξε κατά κανόνα ακμάζουσα και η πολιτική ζωή της χώρας από τις πλέον σταθερές της ΕΕ. Πώς εξηγείται τότε η άνοδος των ακροδεξιών δυνάμεων; Κυρίως αποδίδεται στα ξενοφοβικά αισθήματα και την ανασφάλεια που δημιουργείται από τη λαθρομετανάστευση και το Προσφυγικό. Σε αυτά πρέπει να προστεθεί και η απογοήτευση πολλών Ολλανδών, όπως καταγράφουν ειδικές έρευνες, από την ΕΕ, που επιδράει αρνητικά στην ψυχολογία των πολιτών. Ο Βίλντερς έχει στρέψει τα πυρά του και κατά της Ελλάδας λέγοντας ότι αν το κόμμα του έρθει στην εξουσία η Ολλανδία θα εξέλθει από το πρόγραμμα στήριξης. Κρίμα για τη χώρα του Εράσμου και του Σπινόζα, την κληρονομιά των οποίων τόσο γρήγορα ξέχασαν, όπως και του σύγχρονου Βαν ντερ Στουλ, που αγωνίσθηκε για τη δημοκρατία και τα ανθρώπινα δικαιώματα. Σε αντίθεση με τη Γαλλία και τη Ολλανδία, στη Γερμανία, όπου οι κοινοβουλευτικές εκλογές θα είναι οι τελευταίες χρονολογικά (αρχές Σεπτεμβρίου), το πολιτικό τοπίο δείχνει μια αλλαγή υπέρ των σοσιαλιστών και άλλων προοδευτικών δυνάμεων, που εκ πρώτης όψεως μεταφράζεται ως ήττα της πολιτικής Σόιμπλε και ως φιλοευρωπαϊκή τάση. Ο υποψήφιος των σοσιαλιστών Μάρτιν Σουλτς, μέχρι πρόσφατα πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του οποίου η δημοτικότητα συνεχώς ανεβαίνει, δεν παύει να επικρίνει την πολιτική λιτότητας που έχει επιβάλλει επί της Ευρώπης το κόμμα των Χριστιανοδημοκρατών και ειδικότερα ο υπουργός των Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε. Θα μπορούσε, χωρίς να υπερβάλλει, να προσθέσει ότι με τη στάση του ο κ. Σόιμπλε έχει αφυπνίσει και τις ανησυχίες και τους φόβους πολλών Ευρωπαίων έναντι της Γερμανίας, κάτι που θα ήταν άδικο για τον σημερινό γερμανικό λαό. Τέτοιο θολό προεκλογικό τοπίο δικαίως προκαλεί αδημονία για το τι αποτέλεσμα θα φέρουν οι κάλπες στις τρεις παραπάνω ιδρυτικές χώρες-μέλη της ΕΕ, χωρίς να αποκλείεται και η Ιταλία. Κάπως σχηματικά διαγράφονται δύο, βασικά, μετεκλογικά σενάρια ή προοπτικές. Η πρώτη είναι να υπερτερήσουν τα ακροδεξιά και ξενοφοβικά πολιτικά κόμματα και πολιτικές δυνάμεις (Γαλλία και Ολλανδία) και η δεύτερη να έχουμε το ακριβώς αντίθετο αποτέλεσμα στη γερμανική εκλογική αναμέτρηση. Στην πρώτη περίπτωση θα σημάνει οπισθοδρόμηση στο δημοκρατικό κεκτημένο της ΕΕ, με ορατό τον κίνδυνο να διαλυθεί η Ευρωζώνη και το όραμα της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης να εγκαταλειφθεί και να δρομολογηθούν εξελίξεις για τη δημιουργία μιας Ευρώπης πολλών ταχυτήτων ή -το χειρότερο- τη διάλυσή της. Σε περίπτωση ήττας των ακροδεξιών πολιτικών δυνάμεων θα περισωθεί το παρόν θεσμικό σχήμα της ΕΕ και πιθανόν να ανοίξει η συζήτηση προς ενίσχυσή της. Για την Ελλάδα θα είναι βλαπτικές οι συνέπειες αν υπερτερήσουν κατά τις προσεχείς εκλογικές αναμετρήσεις οι ακροδεξιές, ξενοφοβικές και αντιευρωπαϊκές δυνάμεις. Αντίθετα θα αποτελέσει θετική εξέλιξη αν στη Γερμανία αναδειχθεί ως πρώτο κόμμα ή να ενισχυθεί σημαντικά το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα υπό τον Μάρτιν Σουλτς, που φέρει και την πολιτική κληρονομιά και αντίληψη του Βίλι Μπραντ και του Χέλμουτ Σμιτ για την Ευρώπη. Ιδιαίτερα για τις θέσεις του κ. Σουλτς και την αντίληψη για την ελληνική οικονομική κρίση, που είναι εκ διαμέτρου αντίθετη από εκείνη του κ. Σόιμπλε και του Χριστιανοκοινωνικού Κόμματος της Βαυαρίας, που επηρεάζει σημαντικά τη στάση του Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος της κ. Μέρκελ έναντι της Ελλάδος. Εν κατακλείδι, οι φόβοι και οι προσδοκίες από τις επικείμενες εκλογικές αναμετρήσεις στις τρεις παραπάνω ευρωπαϊκές χώρες-ιδρυτικά μέλη της ΕΕ δικαιολογούνται απολύτως. Θεωρώ όμως ότι είναι υπερβολικές οι ανησυχίες ότι η ΕΕ θα οδεύσει προς τη διάλυσή της. Από ετών έχει παγιωθεί μια ευρωπαϊκή αντίληψη να ζούμε όλοι οι ευρωπαϊκοί λαοί μαζί. Αυτό συμφέρει όλους. Γιατί βγήκαμε από το αυγό και δεν μπορούμε να ξαναμπούμε σε αυτό, όπως έλεγε και ο Γιάννης Μακρυγιάννης για τους επαναστατημένους Έλληνες.


Σχολιάστε εδώ