ΟΙ ΣΕΒΑΣΤΟΙ ΑΓΑΔΕΣ ΚΑΙ ΟΙ ΜΑΣΚΑΡΑΔΕΣ

Στήν Χώρα τού
απρόβλεπτου
και της καπατσοσύνης
τά πάντα ρέουν ποταμός
σέ τσέπες όσα δίνεις.
•••
Κι οι πάντες συνηθίσαμε
ώς δούλοι καί ραγιάδες
νά είμαστε υποτελείς
καί σκέτοι μπακλαβάδες.
•••
Καί βρίζουμε ανελλιπώς
τούς αξιωματούχους
πότε ώς καβαλάρηδες
κι άλλοτε ώς ευνούχους.

Πηγαίνουμε στίς
εκκλησιές
μέ τό κερί στό χέρι
ζητώντας τήν συγχώρηση
απʼ τού Θεού τʼ αστέρι.
•••
Κι ο δίσκος ο ιπτάμενος
στά χέρια Ιερέα
μαζεύει τά Ευρόπουλα
μέ τούς ψαλμούς παρέα.
•••
Καί η ψυχή ευφραίνεται
λιόλουστη καί δικαίως
μέσα στήν τόση μοναξιά
ώς άλλος Σαδδουκαίος.
•••
Είναι μια λύση η Εκκλησιά
μέσα στήν σκοτοδίνη
η μόνη πού απόμεινε
ώς άλλη ασπιρίνη.
•••
Μαλώνω κάθε υβριστή
τά Άγια σάν βρίζει
καί παίρνω τήν απάντηση:
Σκάσε καί βράσε ρύζι.
•••
Υπάρχει βουλευτήριο
εδώ στήν ίδια Χώρα
σάν μία άλλη εκκλησιά
μέ ψήφους μας ώς δώρα.
•••
Εκεί τό Εκκλησίασμα
δέν κάνει τόν σταυρό του
σταυρώνει τόν αντίπαλο
ώς γιός τινός πιερότου.
•••
Η μασκαράτα ολόγυμνη
κρατάει τό μαντήλι
σʼ έναν χορό αμίμητο
σάν νά κρατεί καντήλι.
•••
Τό δέ Δημόσιο γελά
επί τού θρόνου πάντα
ευχές μοιράζει συνεχώς:
Άντε, καλά σαράντα.
•••
Δημόσιο καί Εκκλησιά
έπρεπε νά νʼ αδέλφια
μά διαφέρουν παντελώς
ώς αθιγγάνων ντέφια.
•••
Άλλοι οι Νόμοι τού Θεού
καί άλλοι τών Αγάδων
μισούνται πάντως
καί οι δυό
ώς οπαδοί ομάδων.
……………………………..
Η ψυχή τού ανθρώπου έχει τό μειονέκτημα
νά μήν μπορεί νά σταθεί ήσυχη σέ ένα μέρος,
πάντα βρίσκει ένα κίνητρο καί αλληθωρίζει
από τόν Άννα
στόν Καϊάφα.


Σχολιάστε εδώ