Πρωτόγνωρο το κλίμα έντασης μεταξύ ΗΠΑ – Ευρώπης

Το περίεργο είναι ότι οι αρμόδιοι κοινοτικοί φορείς -με εξαίρεση το Ευρωκοινοβούλιο- απέφυγαν να σχολιάσουν τα λεχθέντα, κάτι τελείως ασύνηθες στη διεθνή διπλωματική πρακτική. Θυμίζουμε ότι επί Ανδρέα Παπανδρέου είχε ματαιωθεί η διαπίστευση του τότε νέου αμερικανού πρέσβη στην Αθήνα λόγω σχολίων του που είχαν εκληφθεί ότι μεροληπτούσαν υπέρ της Τουρκίας. Πολλές από τις θέσεις που εξέφρασε προεκλογικά αλλά και μετά την ορκωμοσία του ο νέος Πρόεδρος ερμηνεύτηκαν ως νεοαπομονωτισμός. Ο απομονωτισμός έχει βαθιές ρίζες στην πολιτική ιστορία του αμερικανικού λαού. Πριν από τον Βʼ Παγκόσμιο πόλεμο οι ΗΠΑ λειτουργούσαν ακόμη υπό την επήρεια του Δόγματος Μονρόε. Έναντι όμως της Ευρώπης οι σχέσεις χαρακτηρίζονταν από όρους κοινωνικοοικογενειακούς. Η γλώσσα, η πολιτική φιλοσοφία, τα ήθη και έθιμα ήσαν αντιγραφή εκείνων των πατρίδων καταγωγής, που στη συντριπτική πλειοψηφία ήταν ευρωπαϊκές χώρες. Τα πάντα άλλαξαν με το τέλος του Βʼ Παγκόσμιου Πολέμου, που σηματοδοτεί και την αρχή της κυριαρχίας των ΗΠΑ στη διεθνή σκηνή. Έκτοτε οι σχέσεις με την Ευρώπη χαρακτηρίζονται από αλληλοσυμπληρωματικότητα. Το συνεκτικό στοιχείο ήταν και εξακολουθεί να είναι το ΝΑΤΟ, δημιούργημα βασικά των ΗΠΑ, με στόχο τη συγκράτηση και αντιμετώπιση της ανερχόμενης τότε Σοβιετικής Ένωσης και, στη συνέχεια, του Συμφώνου της Βαρσοβίας. Οι λόγοι που ώθησαν τον νέο αμερικανό Πρόεδρο στην αντιευρωπαϊκή ρητορική ανάγονται σε οικονομικά και πολιτικά συμφέροντα των ΗΠΑ. Κάπως σχηματικά αντικατοπτρίζουν τη γενικότερη φιλοσοφία του κ. Τραμπ «να ξανακάνει τις ΗΠΑ μεγάλες». Η παγκοσμιοποίηση εκτός από την αμερικανική οικονομία ευνόησε και άλλες χώρες, που στην πορεία του χρόνου αναδείχθηκαν ανταγωνιστικές προς τις ΗΠΑ. Το αυτό ισχύει και για το ευρωπαϊκό νόμισμα, το ευρώ, που ανταγωνίσθηκε το αμερικανικό δολάριο και ανέδειξε τη Γερμανία σε κυριαρχική ευρωπαϊκή δύναμη. Είναι ακόμη νωρίς για να φανεί αν η νέα κατάσταση στις ΗΠΑ θα ευνοήσει ή όχι την προώθηση της Διατλαντικής Συμφωνίας για το Εμπόριο και τις Επενδύσεις (TTIP – Transatlantic Trade and Investment Partnership), για την οποία υπάρχουν ήδη πολλές αντιδράσεις στην Ευρώπη. Στον πολιτικό τομέα οι λόγοι είναι λιγότερο ορατοί. Είναι πολύ πιθανό η στάση της νέας αμερικανικής διοίκησης να έχει επηρεασθεί από το BREXIT. Η μελλοντική απουσία του Ηνωμένου Βασιλείου από τους κόλπους της ΕΕ πιθανόν μειώνει το ενδιαφέρον των ΗΠΑ για την Ένωση, αφού θα απουσιάζει από αυτήν ο πολυτιμότερος εταίρος της, που θα μπορούσε να επηρεάζει τα ευρωπαϊκά δρώμενα. Δεν αποτελεί μυστικό ότι οι ΗΠΑ δεν ήσαν ποτέ ένθερμοι υποστηρικτές της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης. Ευνοούσαν, όπως και το Λονδίνο, μια Ευρώπη ελεύθερης αγοράς παρά μια πραγματική Ένωση, που εκτός από οικονομική και πολιτική ολοκλήρωση θα συμπεριελάμβανε και την αμυντική πτυχή, που ισοδυναμεί με αποδυνάμωση του ρόλου του ΝΑΤΟ. Στις παραπάνω υποθέσεις μπορεί να προστεθεί και ο γερμανικός παράγων. Σε αντίθεση με τον προηγούμενο Πρόεδρο Μπαράκ Ομπάμα, που δεν έδειχνε να ενοχλείται με τη γερμανική ηγεμονία επί της Ευρώπης, ο διάδοχός του μάλλον δεν είναι της ίδιας φιλοσοφίας. Το ενδιαφέρον του για την Ευρώπη προφανώς είναι υποδεέστερο εκείνου για το ΝΑΤΟ, μέσω του οποίου εξασφαλίζεται ευχερέστερα ο έλεγχος της γηραιάς ηπείρου. Η ενίσχυση, προ ημερών, των νατοϊκών δυνάμεων στη Λιθουανία δεν φαίνεται να είναι τελείως συμπτωματική. Αν και είναι ακόμη νωρίς για να διαφανούν οι πραγματικές διαθέσεις του Προέδρου Τραμπ έναντι της ΕΕ, που είναι πολύ πιθανόν να επιθυμεί την αποδόμησή της, δεν διαφεύγει της προσοχής ότι οι μεγαλύτερες κριτικές κατά του νέου πλανητάρχη προήλθαν από τις δύο σημαντικότερες χώρες-μέλη της Ένωσης, τη Γερμανία και τη Γαλλία. Ορθώς η ελληνική κυβέρνηση και ο υπουργός των Εξωτερικών κ. Νίκος Κοτζιάς απέφυγαν να εμπλακούν στις φραστικές αντιπαραθέσεις με αφορμή δηλώσεις ή ενέργειες του νέου Προέδρου. Ο κ. Τραμπ, όπως έχουν πράξει στο παρελθόν και άλλοι αμερικανοί Πρόεδροι, εφαρμόζει νέες τακτικές και επιχειρεί επαναπροσανατολισμούς της εξωτερικής πολιτικής, σε μια περίοδο που βλέπει να μειώνεται η αμερικανική παντοδυναμία. Στο ίδιο πνεύμα, είναι θεμιτό και επιβάλλεται οι ευρωπαίοι να προστατεύσουν τα συμφέροντα της Ένωσης και κάθε χώρας-μέλους χωριστά. Πριν από όλα όμως οφείλουν να ενσκήψουν στα του οίκου τους. Βασικές και θεμελιώδεις αρχές και αξίες της ΕΕ καταπατώνται κατάφορα σε βάρος των χωρών του Νότου, ενώ η οφειλόμενη αλληλεγγύη προς τις χώρες που αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα είναι εκτός του κοινοτικού λεξιλογίου. Βάσει ποιων αρχών και λογικής η γερμανική ηγεμονία επιβάλλει, διά του υπουργού των Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, μια ανηλεή και ατελέσφορη λιτότητα στην Ελλάδα, η οποία, εκτός από την οικονομική κρίση που τη μαστίζει, σηκώνει και το τεράστιο βάρος του Προσφυγικού, ενώ παράλληλα δέχεται καθημερινές προκλήσεις από την Τουρκία του Ερντογάν, χωρίς να εκδηλώνεται μια έμπρακτη συμπαράσταση από την ΕΕ; Πληροφορίες από έγκυρες πηγές λένε πως ο έλληνας ΥΠΕΞ σε πρόσφατη κοινοτική συνάντηση στις Βρυξέλλες συνέστησε ψυχραιμία για τις δηλώσεις ή θέσεις του Προέδρου Τραμπ και άλλων αξιωματούχων, προσθέτοντας ότι πραγματικές ή φαινομενικές διαφορές με τη νέα αμερικανική διοίκηση μπορεί να λυθούν ή να αρθούν με διάλογο. Δεν πρέπει να διαφεύγει από κανέναν ότι μια όξυνση στις ευρωατλαντικές σχέσεις μπορεί να προκαλέσει απρόβλεπτες αλλαγές και ανακατατάξεις στον ευρωπαϊκό και διεθνή χώρο που όλοι πρέπει να απεύχονται. Τα ελληνικά εθνικά συμφέροντα μπορεί να θιγούν σε μεγαλύτερο ακόμα βαθμό αν χαθεί το συγκριτικό μας πλεονέκτημα, ήτοι ο σταθεροποιητικός ρόλος της Ελλάδας στον χώρο της Νοτιοανατολικής και Μεσογειακής Ευρώπης. Η Αθήνα οφείλει να επιδιώξει να γίνει και απευθείας συνομιλητής με την Ουάσινγκτον, τη στιγμή μάλιστα που είναι ακόμη θολή η πολιτική Τραμπ έναντι της Τουρκίας του Ερντογάν.


Σχολιάστε εδώ