Καλύτερα να κάνουμε μια επανάσταση

Η ερμηνεύτρια διηγείται με φοβερή απλότητα τις στιγμές που ο Χούλιο Ιγκλέσιας της ζήτησε συνεργασία στο Φεστιβάλ Τραγουδιού στη Χιλή αλλά και τον ενθουσιασμό των θαυμαστών της στη Eurovision στο Ισραήλ, όταν μάγεψε με το τραγούδι «Σωκράτη, εσύ σούπερ σταρ», κάνοντάς τους να τη φωνάζουν στα εβραϊκά Αλφίδα. Είναι πολύ δύσκολο να είσαι ταπεινός και να έχεις διαγράψει τέτοια καριέρα. Αλλά η Ελπίδα έχτισε την πορεία της με αυτήν τη συμβουλή του πατέρα της και την ακολουθεί πάντα. Άλλωστε οι γονείς της ήθελαν πάνω από όλα για εκείνη να κάνει μια καλή οικογένεια. Και το ακολούθησε πιστά. Ίσως είναι από τις μοναδικές κυρίες του ελληνικού πενταγράμμου που δεν έκανε δεύτερο γάμο αλλά κράτησε δεμένη την οικογένειά της, ενώ με τον άνδρα της είναι ερωτευμένη μέχρι σήμερα. Η νέα γενιά γνωρίζει την Ελπίδα, αν και απουσιάζει από τη νυχτερινή διασκέδαση, από το τραγούδι «Ντισκοτέκ» και την ξέρει πλέον από το διαδίκτυο. Για αυτήν τη νέα γενιά η τραγουδίστρια λέει: «Μα τι πιστεύουμε; Ότι τα πράγματα θα αλλάξουν; Ότι οι δανειστές έχουν συναισθήματα; Για να δανείζεις με τόκο δεν έχεις συναίσθημα. Άρα, από πού αντλούμε ελπίδα και ψευδαισθήσεις; Τα παιδιά μας μετανάστες, οι συνταξιούχοι πεινάνε, οι ελεύθεροι επαγγελματίες στα κάγκελα -βλέπω τον αγώνα της κόρης μου να διατηρήσει τα παιδικά καταστήματα που έχει-, οι μισθωτοί δεν πληρώνονται στην ώρα τους ή παίρνουν μισθούς πείνας. Ο τζίρος στα μαγαζιά έχει πέσει 60%. Ποιος να ψωνίσει; Απορώ γιατί δεν αντιδρούμε σε αυτήν την εξαθλίωση. Μας ψεκάζουν;».

***

> Πώς θα χαρακτηρίζατε τις μέρες που ζούμε; To έργο φαίνεται να επαναλαμβάνεται. Πάλι σενάρια για επιστροφή στη δραχμή, πάλι απειλές από τον Σόιμπλε, πάλι το ΔΝΤ στη μέση. Πόσο θα αντέξουμε;

Αυτά τα επτά χρόνια που έχουνε περάσει είναι ό,τι χειρότερο έχουμε βιώσει στην Ελλάδα. Δεν μπορώ να καταλάβω γιατί φτάσαμε εδώ ή μας έφτασαν εδώ. Είναι απίστευτο. Δεν μπορώ να πιστέψω ότι οι ενέργειες αυτές που έγιναν και γίνονται είναι πράξεις Ελλήνων. Καλύτερα να κάνουμε μια επανάσταση. Από τη μεγάλη πίεση να έρθει και η έκρηξη. Μα τι πιστεύουμε; Ότι τα πράγματα θα αλλάξουν; Ότι οι δανειστές έχουν συναισθήματα; Για να δανείζεις με τόκο δεν έχεις συναίσθημα. Άρα, από πού αντλούμε ελπίδα και ψευδαισθήσεις; Τα παιδιά μας μετανάστες, οι συνταξιούχοι πεινάνε, οι ελεύθεροι επαγγελματίες στα κάγκελα -βλέπω τον αγώνα της κόρης μου να διατηρήσει τα παιδικά καταστήματα που έχει- οι μισθωτοί δεν πληρώνονται στην ώρα τους ή παίρνουν μισθούς πείνας. Ο τζίρος στα μαγαζιά έχει πέσει 60%. Ποιος να ψωνίσει; Απορώ γιατί δεν αντιδρούμε σε αυτήν την εξαθλίωση. Μας ψεκάζουν; Με νύχια και δόντια προσπαθούμε να κρατήσουμε τα σπίτια μας.

> Γιατί δεν έχουν πιάσει τόπο οι θυσίες μας;

Έλα μου, ντε. Και άλλες χώρες μπήκαν σε Μνημόνια αλλά βγήκαν από αυτά. Εμείς, ύστερα επτά χρόνια θυσιών, είναι απορίας άξιον γιατί δεν μπορούμε. Μήπως κάποιοι μας πούλησαν; Όσο κι αν θέλω, δεν μπορώ να ελπίζω και πολλά. Είναι δυνατόν να βγάζουν συσσίτια για τους Έλληνες; Αλλά και στον κόσμο υπάρχει μια παγκόσμια τρομοκρατία. Κυριαρχεί ο φόβος. Μια παγκόσμια ελίτ κάνει κουμάντο στην ανθρωπότητα και ανεβάζει τείχη. Στην Ιστορία, η οικονομική κρίση πάντα εκτοξεύει τα ακροδεξιά κόμματα και φέρνει μεγαλύτερη δεινά.

> Τι σας ενοχλεί περισσότερο;

Ότι σε έναν αισιόδοξο λαό έκλεψαν το χαμόγελο. Έχω πιάσει τον εαυτό μου να μην μπορεί να κοιμηθεί τις νύχτες από την αβεβαιότητα. Τρελαίνομαι με όσα μας έχουν βρει. Και είμαι άνθρωπος που δεν θέλω να χαλάω την ψυχή μου.

Για αυτό θέλω να ανέβω ξανά στο πάλκο και να τραγουδήσω, για να ανέβω ψυχολογικά. Γιατί δεν περιμένω βέβαια να σωθώ οικονομικά από αυτήν την απόφαση. Ας είναι καλά ο άνδρας μου που εργάστηκε σκληρά για την οικογένεια που φτιάξαμε. Από το τραγούδι εγώ δεν έβγαλα λεφτά. Η ανάγκη επικοινωνίας μου με τον κόσμο με ανεβάζει στη σκηνή. Αυτά συζητάω και με τον Κώστα Τουρνά, που τον θεωρώ όχι απλώς φίλο αλλά αδερφό, και μου δίνει θάρρος στο νέο μου εγχείρημα. Μέσα σε τέσσερις ώρες θα τραγουδήσω όλα τα παλιά μου τραγούδια αλλά και όσα ήθελα να ερμηνεύσω και δεν είπα.

> Πώς ξορκίζετε την κακή διάθεση;

Μια από τις χειρότερες μέρες της ζωής μου ήταν όταν πέθανε ο πατέρας μου. Ανήμερα του Αγίου Αντωνίου. Δεν διαχειρίστηκα εύκολα την απώλειά του, γιατί ήταν ο άνθρωπος που με πίστεψε στο τραγούδι και με κράτησε προσγειωμένη. Αυτός μου έλεγε «προχώρα». Η μητέρα μου, με τον θάνατο του μπαμπά, ανέβηκε στο σπίτι στο χωριό, στη Λαμία, και έφυγε και εκείνη αργότερα. Όποτε θέλω να ηρεμήσω λοιπόν πάω στο πατρικό μου, στη φύση, βλέπω τους γείτονες. Ποτέ δεν ένιωσα μοναξιά στο χωριό. Έχουν αλληλεγγύη, ανταλλάσσουν φαγητά. Στα χωριά η υπερηφάνεια εξανεμίζεται. Γιʼ αυτό δεν πεινάει κανείς. Αυτός που έρχεται δύσκολα, το χωριό το ξέρει. Και θα του πάει ένα πιάτο φαγητό ως κέρασμα, δεν θίγεται ο εγωισμός του. Η αποκέντρωση, η επιστροφή στα χωριά, στη φύση ίσως να είναι η σωτηρία μας.

> Πώς βλέπετε τα πολλά τάλεντ σόου; Βιομηχανία ονείρων χωρίς αντίκρισμα; Μήπως οι κριτές είναι αυτοί που ανεβάζουν τελικά τις μετοχές τους στον χώρο του θεάματος;

Δεν τα βλέπω τόσο αρνητικά τα πράγματα. Τα βλέπω με αγάπη. Τα παιδιά που πάνε σε αυτές τις παραγωγές αξίζουν. Επιλέγουν αυτές τις εκπομπές για να μπορούν ακόμη να ονειρεύονται. Θέλουν μια ευκαιρία. Δεν είναι η εποχή για καλλιτέχνες με εφόδια. Περπατούν οι τραγουδιστές που έχουν πρόσβαση. Πάντως από το τραγούδι δεν ζεις πια. Τα λεφτά τελείωσαν. Κάποιοι λίγοι θα τα πάρουν.

> Οι εποχές βγάζουν σπουδαίους στιχουργούς, συνθέτες, ερμηνευτές;

Το πιστεύω ακράδαντα. Τότε οι τραγουδιστές περνούσαν από επιτροπές μουσικών όπως ο Πλέσσας, ο Κατσαρός, που ήταν στην ΕΡΤ. Αν δεν ήσουν καλός δεν έπαιζες στην τηλεόραση και στο ραδιόφωνο. Δεν υπήρχε ελεύθερη ραδιοφωνία. Μόνο κρατική. Άρα όλοι οι τραγουδιστές είχαν ταλέντο. Σήμερα ο καθένας κάνει ό,τι θέλει στο τραγούδι. Στη δική μου εποχή, αν πήγαινες να μιμηθείς κάποιον δεν πετύχαινες. Πάρε τις φωνές του ʽ60, του ʽ70, του ʽ80. Λες Αλεξίου, Πάριος, Νταλάρας, Μητροπάνος, Διονυσίου, Μοσχολιού, Πουλοπούλος, Γαλάνη. Άκουγες τότε το ράδιο και έλεγες: «Α, να ο Πάριος». Τώρα τους ξεχωρίζετε; Το 1972 τραγουδούσα στα «Δειλινά», σε ένα σχήμα με τους Πάριο, Νταλάρα, Διονυσίου, Αλεξίου, Λιζέτα Νικολάου. Θυμάμαι αυτό το σχήμα πήγε τέσσερα χρόνια και ήρθε και ο Τόλης Βοσκόπουλος. Δουλεύαμε επτά ημέρες την εβδομάδα χωρίς ρεπό και ήμασταν γεμάτοι. Για να μην ξεχάσω πάλι στα «Δειλινά» ένα άλλο σχήμα που ο κόσμος έκανε ουρά για να το απολαύσει. Μητροπάνος, Μητσιάς, Βίσση, Τσανακλίδου, Πασχάλης, εγώ και ο Χάρρυ Κλυνν.

> Το αγαπάτε το οικόπεδο που λέγεται Ελλάδα;

Δεν θα μπορούσα να ζήσω πουθενά αλλού εκτός από την Ελλάδα και έχω ταξιδέψει πολύ στη ζωή μου, από την Αυστραλία μέχρι τον Καναδά και την Αμερική. Αγαπάω πολύ την Ελλάδα. Αυτήν τη χώρα, όταν την έβλεπα ψηλά από το αεροπλάνο, με το απόλυτο γαλάζιο της, τη λάτρευα ακόμη περισσότερο. Και ερχόμουν από χώρες με ανάπτυξη, πλούσιες. Αλλά δεν με ένοιαζε. Βλέπετε στις ελληνικές ταινίες πόσο φτωχοί ήταν οι Έλληνες αλλά πόσο χαρούμενοι; Με τη γειτονιά, την αυλή, τα ταβερνάκια, τις πλάκες τους. Σήμερα είμαστε φτωχοί αλλά απαισιόδοξοι. Δεν ήμασταν έτοιμοι για να μπούμε στο ευρώ. Ποιος έβαλε τη χώρα σε αυτήν τη μέγγενη; Χάσαμε από τότε το γέλιο μας. Για να μην πω ότι από το 1990 και μετά απωλέσαμε την κουλτούρα μας, γίναμε πιόνια του καταναλωτικού, εγωιστικού τρόπου ζωής, αλλοτριώθηκε η προσωπικότητά μας. Ευτυχώς που δεν έχει χαθεί η πίστη μας στον Θεό. Στην Ελλάδα ακόμη πιστεύουμε σε μια ανώτερη δύναμη.


Σχολιάστε εδώ