Μπαλάκι η Ελλάδα ανάμεσα σε Σόιμπλε και Σοσιαλδημοκράτες

Με μια πρωτοφανή επιστολή–κάρφωμα του υπουργού Οικονομικών στην καγκελάριο στις αρχές Ιανουαρίου, ο τότε υπουργός Οικονομίας, Γκάμπριελ (γιατί σήμερα έχει πλέον μετακινηθεί στο υπουργείο Εξωτερικών) φέρνει την Άνγκελα Μέρκελ προ των ευθυνών της. Επισημαίνει ότι παρακολουθεί με μεγάλη ανησυχία τις συζητήσεις για το χρηματοδοτικό πρόγραμμα της Ελλάδας, τονίζει τη μεγάλη απόκλιση που υπάρχει ανάμεσα στις θέσεις του γερμανικού υπουργείου Οικονομικών και του ΔΝΤ, υποστηρίζει ότι η γερμανική κυβέρνηση, ενόψει των διαδοχικών εκλογικών αναμετρήσεων σε πολλές χώρες της ΕΕ, θα έπρεπε να παίξει έναν περισσότερο εποικοδομητικό ρόλο και προτείνει να μειωθούν τα έτη για τα οποία η Ελλάδα θα πρέπει να διατηρεί πλεόνασμα της τάξης του 3,5% του ΑΕΠ από δέκα σε τρία, όπως ζητά και η ελληνική κυβέρνηση.

Στον Γκάμπριελ δεν απάντησε η Μέρκελ, αλλά ο ίδιος ο Σόιμπλε που χαρακτήρισε τις προτάσεις του ως «αντιπαραγωγικές». Ο γηραιός υπουργός Οικονομικών υποστηρίζει ότι όσο περισσότερο μειώνεται το πρωτογενές πλεόνασμα τόσο μεγαλώνει η ανάγκη (και η πολιτική πίεση) για ελάφρυνση του χρέους, όπως και ότι αν μειωθούν τα χρόνια για τα οποία θα απαιτείται το πλεόνασμα του 3,5% θα αυξηθούν οι χρηματοδοτικές ανάγκες της Ελλάδας και τα κράτη της Ευρωζώνης θα κληθούν να πληρώσουν περισσότερα.

Σόιμπλε και ΔΝΤ: Εναλλάξ το ποντίκι και η γάτα

Όλες οι ενδείξεις συγκλίνουν ότι το ΔΝΤ προσπαθεί να αξιοποιήσει τις επερχόμενες γερμανικές εκλογές ως μοχλό πίεσης στον γερμανό υπουργό Οικονομικών. Το ΔΝΤ γνωρίζει ότι η συντριπτική πλειοψηφία των στελεχών του χριστιανοδημοκρατικού κόμματος (CDU) δεν θέλουν ούτε να ακούσουν για μια πιθανή αποχώρηση του Ταμείου. Η εκτίμηση αυτή επιβεβαιώθηκε και από τις αντιδράσεις σε δύο από τις συνεντεύξεις που έδωσε πρόσφατα ο Σόιμπλε, τεστάροντας τα νερά, στην πρώτη εκ των οποίων υποστήριξε ότι αν αποχωρούσε το Ταμείο από το πρόγραμμα, τη θέση του θα μπορούσε να πάρει ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας, και στη δεύτερη ότι αν η ελληνική κυβέρνηση δεν «εκπληρώσει τις υποχρεώσεις της» θα τερματιστεί το τρέχον πρόγραμμα και θα πρέπει να υπάρξουν διαπραγματεύσεις για ένα τέταρτο Μνημόνιο, χωρίς τη συμμετοχή του ΔΝΤ. Η τρανταχτή αντίδραση των Χριστιανοδημοκρατών στα «δολώματα» του υπουργού τους ήταν σαφής: «Nein».

Μετά τις εξελίξεις αυτές ο Σόιμπλε προσπαθεί να μετατρέψει τη δεινή του θέση και την επαπειλούμενη ήττα (καθώς προσωπικά εγγυόταν στους χριστιανοδημοκράτες βουλευτές την παραμονή του ΔΝΤ) σε ολοκληρωτική νίκη, μεταφέροντας τον λογαριασμό στην πλάτη της Ελλάδας. Ο γερμανός υπουργός Οικονομικών θεωρεί ότι έχει περιθώριο να «παίζει τις κουμπάρες» ως τον Ιούνιο, όταν η Ελλάδα θα χρειαστεί και πάλι χρήματα. Τότε προσδοκά ότι ο πρωθυπουργός Τσίπρας, με την πλάτη στον τοίχο, θα αναγκαστεί σε άλλη μία ταπεινωτική υποχώρηση.

Παρʼ όλα αυτά, το ΔΝΤ, διά του επικεφαλής του ευρωπαϊκού τμήματος, Τόμσεν, που βρέθηκε πρόσφατα στο Βερολίνο, ξεκαθάρισε στον Σόιμπλε ότι ακόμη και με τα μέτρα αυτά η Γερμανία δεν θα μπορέσει να αποφύγει μια ελάφρυνση του ελληνικού χρέους. Η μόνη διαφορά είναι ότι αν εξαναγκαστεί η ελληνική κυβέρνηση να κάνει και πάλι πίσω, θα μπορέσουν όλοι μαζί να κλωτσήσουν τη μπάλα λίγο παρακάτω, και η όποια απόφαση θα πέσει στους ώμους της επόμενης γερμανικής κυβέρνησης.

Σοσιαλδημοκράτες και Σόιμπλε: Ποιος θα στήσει στον τοίχο ποιον

Ιδιαίτερα μετά την ανακήρυξη του Σουλτς ως υποψηφίου των Σοσιαλδημοκρατών στο Βερολίνο, παίρνουν όλοι πλέον τη θέση τους στα χαρακώματα. Ήδη, από την προηγούμενη εβδομάδα, στελέχη των Χριστιανοδημοκρατών προσπάθησαν να απαξιώσουν τον Σουλτς και το SPD, παρουσιάζοντάς τον έτοιμο να συγχωρέσει τα χρέη των χωρών του Νότου και να… αφήσει τους μπαταχτσήδες να συνεχίσουν το γλέντι.

Υπάρχουν πολλοί που υποστηρίζουν ότι οι διαφορετικές θέσεις Σόιμπλε και Γκάμπριελ στο ελληνικό ζήτημα σηματοδοτούν, κυρίαρχα, μια διαφορά τακτικής. Ο Γκάμπριελ υποστηρίζει τη συναίνεση και τις αμοιβαίες υποχωρήσεις, προκειμένου να αποφευχθεί μια νέα κρίση στην Ευρωζώνη, ενώ ο Σόιμπλε πιστεύει ότι η αποτελεσματικότερη μέθοδος είναι να πιεστεί η ελληνική ηγεσία μέχρι να φθάσει στην ασφυξία, ώστε να αναγκαστεί να εφαρμόσει τα συμφωνηθέντα με τον τρόπο που εκείνος προκρίνει.

Όμως, ιδιαίτερα στο σοσιαλδημοκρατικό στρατόπεδο, υπάρχει μια πολύ αρνητικότερη ανάγνωση των κινήσεων και των κινήτρων του υπουργού Οικονομικών. Στο SPD πιστεύουν ότι ο Σόιμπλε θέλει να βγάλει την Ελλάδα από το ευρώ και ότι αφού δεν το κατάφερε το 2015 θα εκμεταλλευθεί την ευκαιρία που του παρουσιάζεται τώρα όσο μπορεί περισσότερο.

Όσο περνά ο χρόνος τόσο στους Χριστιανοδημοκράτες, όσο και στους Σοσιαλδημοκράτες στο Βερολίνο, ωριμάζει η σκέψη ότι το ευρωπαϊκό σχέδιο θα διασωθεί μόνο αν υπάρξουν κύκλοι δύο ή και περισσότερων ταχυτήτων. Όμως, τα δύο κόμματα διαφέρουν καταλυτικά στον τρόπο με τον οποίο θα επέλεγαν να προωθήσουν μια τέτοια στρατηγική. Οι Σοσιαλδημοκράτες θα επιδιώξουν λύσεις με κοινή συναίνεση που θα προσπαθήσει να επαναφέρει μια αίσθηση ομοψυχίας και κοινού μέλλοντος ανάμεσα στον Νότο και τον Βορρά, ενώ, αντίθετα, η λογική των περισσότερων Χριστιανοδημοκρατών προσεγγίζει τα μοτίβα είτε της επιβίωσης του ικανότερου, είτε του «ο νικητής τα παίρνει όλα».

Επιπλέον, στο SPD πιστεύουν ότι οι κυβερνητικοί τους εταίροι, και ιδιαίτερα η μερίδα που πρόσκειται στον Σόιμπλε, θα προσπαθήσουν να τους στήσουν στον τοίχο, παρουσιάζοντας τα κελεύσματα των Σοσιαλδημοκρατών για μείωση της λιτότητας σε ευρωπαϊκό επίπεδο ως χατιρική αντιμετώπιση των κρατών του ευρωπαϊκού Νότου, και την πρόκριση της συνεργασίας με τις ευρωπαϊκές Αρχές στο επίπεδο της οικονομίας -αντί του σημερινού συνεχούς ανταγωνισμού και καπελώματος- ως μαλθακότητα και υποχωρητικότητα.

Προσπαθώντας να αναγκάσουν τους Χριστιανοδημοκράτες να ξεκαθαρίσουν τη θέση τους, οι Σοσιαλδημοκράτες πίεσαν την εβδομάδα που μας πέρασε σε όλα τα μέτωπα. Ο αντιπρόεδρος της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του SPD, Σνάιντερ, βομβάρδισε τόσο την καγκελαρία, όσο και το υπουργείο Οικονομικών, με ερωτήματα για το ελληνικό ζήτημα. Στην καγκελαρία η ερώτηση ήταν το κατά πόσο η Άνγκελα Μέρκελ υποστηρίζει την όποια πρωτοβουλία Σόιμπλε για την επαναφορά του ζητήματος του Grexit, και ο κυβερνητικός εκπρόσωπος δήλωσε, αποφεύγοντας μια σαφή απάντηση, ότι στόχος της γερμανικής κυβέρνησης είναι η περαίωση της δεύτερης αξιολόγησης και αλλαγή θέσης δεν υφίσταται. Στο υπουργείο Οικονομικών το ερώτημα ήταν, αν ο κ. Σόιμπλε σχεδιάζει ένα τέταρτο πρόγραμμα για την Ελλάδα, χωρίς τη συμμετοχή του ΔΝΤ. Η εκπρόσωπος Τύπου του υπουργείου απέφυγε επίσης να απαντήσει επί της ουσίας και παρέπεμψε στην ήδη ασαφή δήλωση του κυβερνητικού εκπροσώπου.

Είναι σαφές ότι αυτή που θα πάρει την τελική απόφαση θα είναι η καγκελάριος. Αν τα ποσοστά του SPD συνεχίσουν να ανεβαίνουν (ήδη μέσα σε μία εβδομάδα από την ανακοίνωση της υποψηφιότητας Σούλτς το SPD κέρδισε έξι μονάδες στις δημοσκοπήσεις, ενώ το CDU υποχώρησε κατά 2%), κανείς δεν ξέρει αν η Άνγκελα Μέρκελ θα ανακρούσει πρύμναν. Αν, με άλλα λόγια, θα υποχωρήσει από τη σταθερή υποστήριξη του ευρωπαϊκού οράματος και κεκτημένου και θα επιτρέψει στον υπουργό των Οικονομικών της να συνεχίσει να παίζει με τη φωτιά, θέτοντας σε κίνδυνο την όποια ανάκαμψη του συνόλου της ευρωπαϊκής οικονομίας και ευτελίζοντας, ακόμη παραπάνω, τους κοινούς ευρωπαϊκούς θεσμούς.


Σχολιάστε εδώ