Το σκαμπίλι

Η αμφισβήτηση της ελληνικότητας της Μακεδονίας δεν είναι σημερινή. Ανέκαθεν την εποφθαλμιούσαν οι Βούλγαροι, οι οποίοι ισχυρίζονταν πως «η Βουλγαρία είναι η μόνη χώρα στον κόσμο που συνορεύει με τον εαυτό της», υπονοώντας πως συνόρευαν με τη βουλγαρική «Μακεδονία», που κατείχε παρανόμως η Ελλάδα. Και αυτό ισχυρίζονταν πάντοτε, με γνωστή από προπολεμικά την ιστορία. Την όρεξή τους ανέκοψαν τότε δύο δικτάτορες. Πρώτα ο Πάγκαλος, με τα γεγονότα του Πετριτσίου, που εισέβαλε και έφτασε έως τη Σόφια για να τους συνετίσει, και κατόπιν ο Μεταξάς, που την οχύρωσε με τη «γραμμή Μεταξά». Τη συνέχεια ανέλαβε ο «φίλος» μας στρατάρχης Τίτο, ο οποίος, ψαρεύοντας σε θολά νερά, ίδρυσε εντός της Λαϊκής Δημοκρατίας της Γιουγκοσλαβίας το ομόσπονδο κράτος της «Μακεδονίας» και το προίκισε πλάθοντας «μακεδονική» εθνότητα, «μακεδονική» γλώσσα, και «μακεδονική» ιστορία με τον Μέγα Αλέξανδρο και τους επιγόνους του βεριτάμπλ Σκοπιανούς. Έφτιαχνε και στρατό με έδρα το Μπούλκες για να την απελευθερώσει, αλλά δεν του βγήκε. Οι Αμερικανοί κατήγγειλαν τότε τον Τίτο για παραποίηση της Ιστορίας. Το State Department κυκλοφορούσε τεκμηριωμένα κείμενα με την ιστορική απάτη, αλλά όταν ο Τίτο αλλαξοπίστησε, οι δημοκράτες Αμερικανοί τα κατάπιαν κι απαγόρευσαν στην Ελλάδα να βγάλει κιχ, μην τυχόν το μετανιώσει ο Τίτο και επιστρέψει στην αγκαλιά του Στάλιν. Και η υπάκουη Ελλάδα σιώπησε. Όχι μόνον δεν έβγαλε κιχ διαμαρτυρίας για το «αυγό του φιδιού» που επωάζανε σε βάρος της, αλλά αντέδρασε σαν την κερατωμένη σύζυγο, που για να ευχαριστήσει τον μοιχό σύζυγό της κερνάει γλυκό κουταλιού την γκόμενα.

Όταν πρωτοστάτησαν, το 1990, οι Γερμανοί στη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας με την ελπίδα να γίνουν πάλιν δικά τους το Ζάγκρεμπ και η Λιουμπλιάνα, το «Άγκραμ» και η «Λόϊμπαχ» της πάλαι ποτέ Μεγάλης Γερμανίας, ο Σαμαράς πίστεψε πως έχει δεμένο τον γάιδαρό του και πως ποτέ και με τίποτα οι Σκοπιανοί δεν θα γίνουν «Μακεδόνες». Και οι Έλληνες… εφησύχασαν με την πρόβλεψη του τότε πρωθυπουργού πως… «σε δέκα χρόνια κανένας δεν θα θυμάται το όνομα ʽʽΜακεδονίαʼʼ».

Στα πρώτα χρόνια της νεοσύστατης τότε «Δημοκρατίας της Μακεδονίας» με τα αλυτρωτικά όνειρα, με υφαρπαγή της αρχαίας ελληνικής ιστορίας και με περισσή θρασύτητα, η χθεσινή «Βαρντάσκα», από το εξίσου ελληνικό όνομα Βαρδάρης, άρχισε να μοστράρεται διεθνώς ως «Μακεδονία» και επειδή κανένας δεν της τράβηξε το αφτί, λέγε λέγε το κοπέλι, κατάφεραν οι Σκοπιανοί να αναγνωριστούν ως «Μακεδόνες». Τότε, ο πρώτος Πρόεδρός τους, Γκλιγκόροφ, σε μια στιγμή κρίσεως ειλικρινείας, δήλωσε σε ξένο περιοδικό: «Εμείς είμαστε Σλάβοι και ήρθαμε στην περιοχή το 1000 μ.Χ. Καμιά σχέση δεν έχουμε με τους αρχαίους Μακεδόνες». Η δήλωση πέρασε στα ψιλά. Το ελληνικό υπουργείο Εξωτερικών φοβήθηκε πως είναι αντίθετο με το «fair play» και δεν ασχολήθηκε με τις δηλώσεις. Αντί να πάρουν τη δήλωση Γκλιγκόροφ μαζί με τα παλιά έγγραφα του State Department και να τα επιδεικνύουν μαζί με κάθε άλλο χαρτί που αποδεικνύει την απάτη, ώστε να ξεστραβωθούν οι επί της Γης εύπιστοι ξένοι και να μη γίνονται συνένοχοι, αφήνουμε τους Σκοπιανούς να αλωνίζουν. Η αλήθεια είναι πως δεν έκατσαν με σταυρωμένα χέρια. Βγάλανε βιβλία, στήσανε ανδριάντες διάσημων αρχαίων, που πρόβαλαν για προγόνους τους, και μεταχειρίστηκαν κάθε μέσον για να στηρίξουν την απάτη τους. Και εμείς κοιμόμαστε και περιμένουμε άλλο σκαμπίλι από επιφανή ξένο ηγέτη για να ξυπνήσουμε προς στιγμήν και να του στρέψουμε και την άλλη παρειά.

ΑΜΜ.


Σχολιάστε εδώ