Η Τραμπολογία μεταξύ θεάματος, απειλών και πραγματικότητας
Οπωσδήποτε το γεγονός δεν θα περνούσε απαρατήρητο, αφού επρόκειτο για τον ηγέτη της ισχυρότερης στις ημέρες μας χώρας στον κόσμο – ή πλανητάρχη, όπως, καθʼ υπερβολήν, αποκαλείται στη χώρα μας. Θα υπήρχε τουλάχιστον κάποια ολιγόλεπτη ραδιοφωνική αναμετάδοση και τις επόμενες ημέρες θα γράφονταν πρωτοσέλιδα άρθρα με φωτογραφικά στιγμιότυπα κ.ά. Όμως η τηλεόραση παρακολουθούσε όλες τις κινήσεις, εστίαζε σε διασημότητες και μη και κάλυπτε κάθε λεπτομέρεια, όπως γίνεται στις αναμεταδόσεις των Μουντιάλ ή τον διαγωνισμό τραγουδιού της Eurovision. Τι θα συνέβαινε αν η ορκωμοσία του αμερικανού Προέδρου περιοριζόταν σε μια σύντομη και σεμνή τελετή; Ο ασυνήθιστα, σε σύγκριση με άλλες χώρες, πανηγυρικός τόνος που δίδεται στην ορκωμοσία του εκάστοτε αμερικανού Προέδρου δεν είναι τυχαίος και ούτε μπορεί να αποδοθεί μόνο στην παράδοση. Εξυπηρετεί εσωτερικές και διεθνείς σκοπιμότητες. Κατʼ αρχάς, δίνει ένα μήνυμα ενότητας στον αμερικανικό λαό, ο οποίος, όντας ιστορικά νέος και μεταναστευτικός, στερείται εθνικής συνοχής. Παράλληλα επιδεικνύεται και η ισχύς της χώρας διεθνώς, κατά τα ρωμαϊκά πρότυπα, μαζί με το άρτος και θεάματα. Οποιαδήποτε ερμηνεία και αν δοθεί, η ορκωμοσία του 45ου Προέδρου θα μείνει στην Ιστορία και για το γεγονός ότι προκάλεσε ποικίλες αντιδράσεις από χιλιάδες διαδηλωτές που οι αστυνομικές δυνάμεις φρόντισαν να κρατήσουν σε απόσταση ασφαλείας. Σε τι όμως είναι διαφορετικός ο νέος αμερικανός Πρόεδρος από τους προκατόχους του; Η πλέον χτυπητή διαφορά είναι ότι εκφέρει ελάχιστα πολιτικό λόγο και τον χαρακτηρίζει η ευθύτητα. Όταν, π.χ., λέει ότι θα κάνει την Αμερική μεγάλη, φράση με την οποία υπαινίσσεται ότι κάποιοι μείωσαν την ισχύ της, τούτο δεν ενοχλεί τους πολίτες αλλά τους προκατόχους του και όσους συνδέονται με τις προηγούμενες κυβερνήσεις. Αντίθετα, πολλοί αμερικανοί πολίτες θίγονται και δίκαια ανησυχούν για προεκλογικές θέσεις που αφορούν τα κοινωνικά δικαιώματα, τα θέματα υγείας και κοινωνικής πρόνοιας, το καθεστώς των οικονομικών μεταναστών, κυρίως μεξικάνων και αφρο-ασιατών, εναντίον των οποίων έλαβε ήδη περιοριστικά μέτρα. Οι Ευρωπαίοι και ιδιαίτερα οι Γερμανοί ανησυχούν επειδή επαινεί το Brexit, υπονοώντας ότι επιδιώκει την αποδυνάμωση της ΕΕ. Δεν είναι όμως υποκριτικό, τη στιγμή που κοινή είναι η διαπίστωση ότι η ΕΕ με την πολιτική την οποία ακολουθεί βάλλεται περισσότερο εκ των έσω; Η πολιτική λιτότητας που έχει επιβάλλει ο γερμανός υπουργός Οικονομικών, τα τείχη που ορθώνουν οι χώρες της ομάδας Visegrad και άλλοι πρόθυμοι για να εμποδίσουν την είσοδο των προσφύγων στις χώρες τους -ας εγκλωβίζονται όμως στην Ελλάδα και σε άλλες χώρες του Ευρωπαϊκού Νότου- εξυπηρετούν την ευρωπαϊκή ιδέα; Ομοίως, ποιοι και γιατί ενοχλούνται από τις προεκλογικές θέσεις του κ. Τραμπ για προσέγγιση με τη Ρωσία; Προφανώς οι έμποροι του αμερικανοδυτικού βιομηχανικού οπλοστασίου, οι ενεργειακοί ανταγωνιστές ή όσοι αθεράπευτα διακατέχονται από ιδεολογικές προκαταλήψεις έναντι της διαδόχου της Σοβιετικής Ένωσης. Κατανοητές βεβαίως είναι οι ανησυχίες Κινέζων, Μεξικανών, Ιαπώνων, Αυστραλών αλλά και των Ευρωπαίων για τις προθέσεις του Τραμπ να επιστρέψει στον προστατευτισμό, που μπορεί να επιφέρει διεθνή εμπορική και οικονομική αναστάτωση. Αλλά μήπως και η παγκοσμιοποίηση, που ακολούθησε την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης, δεν ήταν αμερικανικό κατασκεύασμα; Μαζί όμως με τις ΗΠΑ, που αναδείχθηκαν σε μοναδική υπερδύναμη, αναδείχθηκαν και άλλες οικονομικές δυνάμεις όπως η Κίνα, η Ινδία, η Βραζιλία και στην Ευρώπη η Γερμανία, που έκτοτε ανταγωνίζονται σε πολλά βιομηχανικά προϊόντα την αμερικανική οικονομία. Τα ερωτήματα είναι πολλά και οι ανησυχίες όχι αβάσιμες. Και οι απαντήσεις δεν μπορούν να δοθούν προκαταβολικά αλλά με το πέρασμα των πρώτων εντυπώσεων και από την εφαρμογή ή όχι των προεκλογικών θέσεων του νέου Προέδρου. Ο Ντόναλντ Τραμπ, όπως και οι προκάτοχοί του, αργά ή γρήγορα θα αντιμετωπίσει με τη σειρά του τη σκληρή πραγματικότητα. Πόσο εύκολο θα είναι να επαναφέρει το καθεστώς εμπορικού και οικονομικού προστατευτισμού όταν οι αμερικανικές επενδύσεις σε Κίνα και αλλού αποφέρουν τεράστια κέρδη στην αμερικανική οικονομία; Ακόμα περισσότερο όταν το Πεκίνο κατέχει έναν τεράστιο αριθμό ομολόγων των ΗΠΑ; Πώς θα εξαφανίσει, όπως δήλωσε, το ISIS και τους τζιχαντιστές, όταν κανείς, πλέον, δεν ξέρει από πού αντλούν τη δύναμή τους; Επιπλέον, όταν το θέμα του ISIS, όπως και το Προσφυγικό, είναι στενά συνδεδεμένο με τον πόλεμο και την περίπλοκη κατάσταση που επικρατεί στη Μ. Ανατολή; Θα στηρίξει τη δημιουργία κουρδικού κράτους, μια διαδικασία που θεωρείται αναπότρεπτη αλλά εμπλέκει και την Τουρκία; Η μελετώμενη μεταφορά της πρεσβείας των ΗΠΑ από το Τελ Αβίβ στα Ιεροσόλυμα ποιες επιπτώσεις θα έχει στην επίλυση του Παλαιστινιακού; Η νατοϊκή πολιτική του δεν πρέπει να ανησυχεί ιδιαίτερα .Οι Αμερικανοί δεν έκρυψαν ποτέ τη δυσαρέσκειά τους για το γεγονός ότι οι Ευρωπαίοι δεν συμμετέχουν όσο θα έπρεπε, στρατιωτικώς και οικονομικώς, στο ΝΑΤΟ. Πολύ πιθανόν ο Τραμπ να εγείρει απαιτήσεις. Σε ό,τι αφορά τα θέματα ιδιαίτερου ελληνικού ενδιαφέροντος, καίριο είναι το ερώτημα για τη στάση του έναντι της μεγαλομανίας του Ερντογάν, που όλο και απομακρύνει την Τουρκία από τη Δύση. Θα επικρατήσει και επί Τραμπ η αντίληψη «καλύτερα μια Τουρκία με τη Δύση παρά ενάντια σε αυτήν», που το εκμεταλλεύεται δεόντως η Άγκυρα, ή θα υπάρξει τολμηρότερη τοποθέτηση; Επίσης ποια στάση θα τηρήσει ο νέος αμερικανός υπουργός των Εξωτερικών έναντι των τουρκικών προκλήσεων στο Αιγαίο και πώς αντιλαμβάνεται την επίλυση του Κυπριακού υπό το φως και των πρόσφατων συνομιλιών της Γενεύης και της ξεκάθαρης θέσης που εξέφρασε ο έλληνας ΥΠΕΞ Νίκος Κοτζιάς ότι δεν νοείται λύση του Κυπριακού χωρίς την απόσυρση των τουρκικών στρατευμάτων κατοχής και κατάργηση του καθεστώτος εγγυήσεων. Η ελληνική διπλωματία διαθέτει ισχυρά επιχειρήματα, αφού εκφράζει τη δημοκρατική σταθερότητα και τις αξίες της Δύσης. Επιπλέον πολύ σημαντική είναι η συνεισφορά της ως νατοϊκή χώρα, με στρατηγικής φύσης βάσεις στην Κρήτη. Αλλά και ο σταθεροποιητικός ρόλος της Ελλάδας στα Βαλκάνια δεν είναι ήσσονος σημασίας. Στην προβολή των πλεονεκτημάτων αυτών μπορεί να συμβάλει και η ακμαία παρουσία της ελληνικής ομογένειας στις ΗΠΑ.