Ο εφιάλτης των Ευρωπαίων

ΝΑΤΟ και ΕΕ

Με δεδομένο το γεωπολιτικό δόγμα ότι αποτελεί υπαρξιακή απειλή κατά των ΗΠΑ η επικράτηση μιας και μόνης δύναμης στην ευρωπαϊκή ήπειρο, και με τη Σοβιετική Ένωση να επιβάλλει διά ροπάλου την επιρροή της στην Ανατολική Ευρώπη, η Ουάσινγκτον πρωταγωνίστησε στη δημιουργία ενός πολιτικού και οικονομικού συστήματος που θα εγγυόταν την ευημερία και την ασφάλεια της Δυτικής Ευρώπης.

Το οικονομικό σκέλος, στο αυστηρά ευρωπαϊκό του κομμάτι, καλύφθηκε με τη δημιουργία της πρόδρομου της ΕΟΚ και της ΕΕ, Ευρωπαϊκής Κοινότητας Άνθρακα και Χάλυβα. Η συλλογιστική των αρχιτεκτόνων της μεταπολεμικής Ευρώπης ήταν ότι η Γερμανία θα παρέμενε η βιομηχανική καρδιά της Ευρώπης, αλλά δεσμευμένη σε ένα πλαίσιο που θα επέβαλλε τη συνεργασία με τον μεγαλύτερο της εχθρό, τη Γαλλία, και τον συντονισμό με τα υπόλοιπα ευρωπαϊκά κράτη. Το όραμα ήταν μια τιθασευμένη και δεσμευμένη στην υπόλοιπη Ευρώπη γερμανική οικονομία και βιομηχανία, που θα λειτουργούσε ως η κινητήριος δύναμη ολόκληρης της ηπείρου, με τη Γαλλία να έχει στα χέρια της τον πολιτικό έλεγχο.

Στο στρατιωτικό επίπεδο, το ΝΑΤΟ ήρθε να εγγυηθεί την ασφάλεια όχι μόνο της Ευρώπης αλλά και της Γερμανίας, που για πολλά χρόνια παρέμεινε ουσιαστικά αποστρατικοποιημένη. Εκεί, πρωταγωνιστές από ευρωπαϊκής πλευράς ήταν το Ηνωμένο Βασίλειο και η Γαλλία που διατήρησαν και διατηρούν σημαντικούς στρατούς με πείρα σε διεθνείς επεμβάσεις και εξειδικευμένες δυνατότητες. Ιδιαίτερα από την πτώση της Σοβιετικής Ένωσης και έπειτα, το ΝΑΤΟ εγγυήθηκε την ασφάλεια των κρατών της Ανατολικής Ευρώπης και της Βαλτικής. Υπό το πρίσμα δε των σημερινών εξελίξεων, όπου μια αμφισβητίας της διεθνής τάξης Ρωσία έρχεται να διεκδικήσει ξανά σφαίρα επιρροής σε ευρωπαϊκά εδάφη, ο ρόλος αυτός γίνεται ακόμη κρισιμότερος.

Για τα τελευταία 72 χρόνια, η αμερικανική πολιτική ηγεσία, Ρεπουμπλικανοί και Δημοκρατικοί από κοινού, βάσισαν την εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ σε μια στενή σχέση συνεργασίας με την Ευρώπη, στενότερη τόσο με τη Βρετανία, για προφανείς λόγους, όσο και με τη Δυτική (και αργότερα με την ενωμένη) Γερμανία, που οι Αμερικανοί ξαναέστησαν στα πόδια της. Κι αυτό γιατί θεωρούσαν ότι συμφέρον των ΗΠΑ ήταν να υπάρχει μια ειρηνική, ισχυρή, ακμάζουσα Δυτική Ευρώπη που θα μπορούσε να αντιταχθεί στον σοβιετικό (και μετέπειτα στον ρωσικό) επεκτατισμό. Εν πολλοίς, ανεξάρτητη στο οικονομικό πεδίο, υπό την άμεση εποπτεία των ΗΠΑ (μέσω του ΝΑΤΟ), στο στρατιωτικό κομμάτι.

Εκεί, η διακηρυγμένη θέση του νέου αμερικανού Προέδρου ότι το ΝΑΤΟ είναι ένας άχρηστος οργανισμός έρχεται να ανατρέψει τον κόσμο όπως τον ξέρουμε. Και απειλεί να αφήσει την Ευρώπη μόνη σε μια ιδιαίτερη κρίσιμη συγκυρία, με την αστάθεια και τις νέες εστίες σύγκρουσης να πολλαπλασιάζονται στην περιφέρειά της ημέρα με την ημέρα.

ΕΕ και ο νέος εμπορικός πόλεμος

Οι ανοικτές αγορές, η κατάρριψη των τειχών και των «εμποδίων» στη λειτουργία μιας διεθνούς, παγκόσμιας οικονομίας ήταν ο διακηρυγμένος στόχος των ΗΠΑ, ιδιαίτερα κατά την τελευταία 30ετία. Μια ισχυρή, ακμάζουσα οικονομία επεδίωκε το πεδίο να είναι όσο το δυνατόν πιο ανοικτό, καθώς είχε εμπιστοσύνη στις δυνάμεις της και μικρή ανησυχία για μια πιθανή «εισβολή» των ανταγωνιστών της. Στον σχεδιασμό αυτό, κεντρικό και συνεργατικό ρόλο είχε η ενωμένη Ευρώπη με την οποία σταθερά αναζητούνταν συγκλίσεις στη βάση κοινά επωφελών συμφερόντων και αμοιβαίοι συμβιβασμοί.

Η νέα θέση που εκδηλώνεται από τον Ντόναλντ Τραμπ, αυτή ενός ανοικτού εμπορικού πολέμου με όπλα τούς δασμούς και τον οικονομικό προστατευτισμό, απειλεί να εκτροχιάσει τη διεθνή οικονομία σε μια συγκυρία όπου η Ευρώπη δεν έχει ακόμη πραγματικά ανακάμψει. Στα χρόνια που ακολούθησαν την κρίση του 2008, οι ΗΠΑ λειτούργησαν ως ο εγγυητής τής όσο το δυνατόν πιο εύρυθμης λειτουργίας του διεθνούς οικονομικού συστήματος, παρεμβαίνοντας καταλυτικά σε κρίσιμες στιγμές της ευρωπαϊκής οικονομικής κρίσης. Τώρα, υπό τον Τραμπ, προοιωνίζονται να παίξουν τον ακριβώς αντίθετο ρόλο.

Από την άλλη, αυτό που επισημαίνεται από πληθώρα οικονομικών αναλυτών είναι ότι οι πολιτικές που προκρίνει ο Τραμπ θα προκαλέσουν σημαντική ζημία, πρώτα και κύρια στους ίδιους τους αμερικανούς πολίτες. Ναι, μεν, υπάρχει η ομάδα των νυν και πρώην βιομηχανικών εργατών που έχει χτυπηθεί σκληρά από τη μεταφορά των εργοστασίων στο εξωτερικό, την ίδια στιγμή, όμως, άλλες και πιθανά πολυπληθέστερες τάξεις, όπως οι αμερικανοί αγρότες και οι κάτοικοι των μεγάλων πόλεων της Ανατολικής και Δυτικής Ακτής των ΗΠΑ, έχουν πολλαπλά ευεργετηθεί από την οικονομική παγκοσμιοποίηση. Ταυτόχρονα, τίθεται το ερώτημα του κατά πόσον τα προϊόντα αμερικανικών εταιρειών που θα αναγκαστούν να μεταφέρουν την παραγωγή τους στις ΗΠΑ θα είναι ανταγωνιστικά σε κόστος σε διεθνές επίπεδο. Τέλος, μια σειρά αμερικανικών εμπορικών αλυσίδων, από τις οποίες ψωνίζουν κατά κύριο λόγο πολίτες μέσης και χαμηλής οικονομικής δυνατότητας, κρατούν τις τιμές τους χαμηλά γιατί προμηθεύονται τα προϊόντα τους απευθείας από ξένες εταιρείες που βρίσκονται σε χώρες με χαμηλά εργατικά κόστη. Μια αλλαγή στο καθεστώς αυτό θα οδηγούσε σε κατακόρυφη αύξηση των εξόδων του μέσου νοικοκυριού. Σε όποια περίπτωση, οι προβλέψεις είναι ότι αν υλοποιηθούν οι οικονομικές διακηρύξεις Τραμπ θα κοστίσουν στις ΗΠΑ την απώλεια 4.000.000 θέσεων εργασίας.

Ανάλογες προβλέψεις και στοιχεία σε ευρωπαϊκό επίπεδο δεν έχουν ακόμη παραχθεί, αλλά οι απώλειες αναμένεται να είναι μεγάλες.

Η Ρωσία

Διακηρυγμένος στόχος της Μόσχας, ήδη από την περίοδο του σοβιετικού καθεστώτος και του Ψυχρού Πολέμου, ήταν η διάλυση της ΕΕ και του ΝΑΤΟ. Στο οικονομικό επίπεδο, μια διχασμένη Ευρώπη είναι πολύ πιο αδύναμη και εύκολη να χειραγωγηθεί, ενώ το πεδίο δράσης για τις μεγάλες ρωσικές εταιρείες, με χρήση θεμιτών ή αθέμιτων μέσων, αφήνεται ελεύθερο. Πολύ περισσότερο στο στρατιωτικό επίπεδο, η Ευρώπη, ιδιαίτερα η Ανατολική, χωρίς την αμερικανική αμυντική ομπρέλα αφήνεται, εν πολλοίς, ανυπεράσπιστη. Γιʼ αυτό και οι δηλώσεις Τραμπ έχουν προκαλέσει τρόμο στις πρωτεύουσες της Ανατολικής Ευρώπης και της Βαλτικής και βαθιά ανησυχία στη Δυτική Ευρώπη.

Επιπλέον, η αναθέρμανση των σχέσεων με τη Ρωσία, και πιθανά η άρση των κυρώσεων σε αντάλλαγμα για κάποιου τύπου συμφωνία για τον έλεγχο των πυρηνικών εξοπλισμών, θα καταλήξει να επιβραβεύσει, στην ουσία, τη Μόσχα για την κατάληψη της Κριμαίας και την -με όπλα και στρατιωτικό προσωπικό- ενίσχυση των αποσχιστών στην Ανατολική Ουκρανία. Με άλλα λόγια, όπως και στην οικονομία, οι πολιτικές Τραμπ θα οδηγήσουν σε ένα άναρχο, χωρίς κοινούς, συμφωνημένους κανόνες διεθνές πεδίο, όπου η ισχύς, ο ανταγωνισμός και ο αιφνιδιασμός θα έχουν τον πρώτο ρόλο.

Είναι πραγματικά γρίφος η έλξη που ασκεί στον Τραμπ ο Πούτιν και η Ρωσία και η πρόθεσή του να υποχωρήσει στην αμφισβήτηση από την πλευρά της Μόσχας του διεθνούς στάτους κβο. Φαίνεται να πιστεύει ότι ο Πούτιν πολιτευόταν στο διεθνές στερέωμα κατά του Ομπάμα και όχι κατά της Αμερικής στο σύνολό της, και να έλκεται από την ισχυρή, δικτατορική περσόνα του ρώσου Προέδρου. Όμως, η ρωσική πολιτική σε όλα τα ανοικτά μέτωπα του πλανήτη στρέφεται κατά των αμερικανικών συμφερόντων. Οργανωμένα, μεθοδευμένα, μέσα από μια πολυετή εκστρατεία, που πλέον βρίσκεται στη κορύφωσή της. Κεντρικός στόχος της ρωσικής αυτής προσπάθειας είναι και η διάλυση του κοινού μετώπου της ΕΕ. Το ότι ο Τραμπ είναι έτοιμος να προσφέρει στο Κρεμλίνο την Ευρώπη στο πιάτο, είναι πραγματικά ακατανόητο.


Σχολιάστε εδώ