Είμαστε όλοι λαθρομετανάστες – Δεν μας ανήκουν οι ζωές μας
***
> Είστε μέσα στους 17 συγγραφείς που δέχτηκαν φέτος να γράψουν ένα χριστουγεννιάτικο διήγημα με τον τίτλο «Για πού το έβαλες χριστουγεννιάτικα» που εκδόθηκε από την Εμπειρία Εκδοτική. Την Τρίτη που μας πέρασε, σε μια πολύ βαθιά, ανθρώπινη και αισιόδοξη εκδήλωση, δώσατε τα χρήματα από τις πωλήσεις του βιβλίου στην Κοινωνική Κουζίνα «Ο άλλος άνθρωπος» του Κωνσταντίνου Πολυχρονόπουλου. Ήταν μια απάντηση σε όσους λένε ότι οι πνευματικοί άνθρωποι σιωπούν;
Ο Κωνσταντίνος Πολυχρονόπουλος είναι ένας άνθρωπος που όταν έμεινε άνεργος, το 2011, είδε σε μια λαϊκή αγορά δύο παιδάκια 13 ετών να τσακώνονται πάνω από έναν κάδο απορριμμάτων για κάτι σάπια μήλα και ντομάτες, από αυτά που πετάνε από τις λαϊκές στο τέλος.
Αυτό ήταν η αιτία να πάει στο σπίτι της μητέρας του, να φτιάξει δέκα τοστ και να τα μοιράσει στα παιδιά. Έτσι του ήρθε η ιδέα να δημιουργήσει την Κοινωνική Κουζίνα «Ο άλλος άνθρωπος» και να μαγειρεύει καθημερινά σε όλες τις γειτονιές της Αθήνας και να τρώει μαζί με άλλους ανθρώπους. Όλα αυτά τα χρόνια της οικονομικής κρίσης αυτό κάνει.
Δεν είναι ούτε συσσίτια ούτε ελεημοσύνη. Άνθρωποι βάζουνε ρεφενέ ό,τι χρήματα έχουν, μαγειρεύουν και επικοινωνούν. Καθημερινά τρώνε 100 άτομα μαζί και 3.000 τον μήνα. Τα πάγια έξοδα της κουζίνας, εκτός από τα τρόφιμα, είναι τέσσερις φιάλες προπάνιο, που κοστίζουν 96 ευρώ, 150 ευρώ για ψωμί κάθε μήνα και 180 ευρώ για συσκευασίες μπολάκια, κουταλάκια. Δεν υπάρχει τιμή φαγητού, είναι δωρεάν. Βάζει όσο θέλει ο καθένας μέσα στο «κατσαρολάκι» κουμπαρά, 20 λεπτά, μισό ευρώ. Μετά τα μαζεύει ο Κώστας και ψωνίζει ανάλογα με τις ανάγκες. Οι πνευματικοί άνθρωποι ποτέ δεν είναι απόντες. Τα βιβλία είναι φως στη μοναξιά των καθημερινών ανθρώπων.
> Ποιο ήταν το θέμα των διηγημάτων;
Δεκαεπτά μοναχικοί άνθρωποι μπαίνουν σε διάφορα ταξί στις άγιες ημέρες των Χριστουγέννων και διηγούνται τη δική τους ιστορία, τη στιγμή που βλέπουν διάφορες παρέες να πηγαίνουν σε ρεβεγιόν. Η Εμπειρία Εκδοτική, που υπάγεται στο Όμιλο Νίκη Εκδοτική, είχε την ιδέα οι 17 συγγραφείς αλλά και η ίδια η εκδότρια η Μαρία Καρβέλα, ανήμερα των εορτών, να μπουν μέσα σε ταξί και να δώσουν το βιβλίο στους οδηγούς ταξί, στους πελάτες τους και να τους κεράσουμε ως «δώρο» την κούρσα. Ξέρετε τι παρατήρησα;
Ότι οι Έλληνες ήταν καχύποπτοι. Δεν χαμογελούσαν με την ιδέα. Ρωτούσαν γιατί τους δίναμε το βιβλίο, γιατί τους κάναμε δώρο την κούρσα προς το σπίτι τους, τη δουλειά τους. Είναι τραγικό αλλά το Μνημόνιο έκανε τον πιο χαμογελαστό και αισιόδοξο λαό κατηφή, δύσπιστο, στενάχωρο. Αυτό δεν το συγχωρώ στους πολιτικούς μας. Στέρησαν από τον ελληνικό λαό το χαμόγελο.
> Έπειτα από 15 χρόνια συγγραφής και με 14 μυθιστορήματα που έχουν γίνει best seller -μόνο το βιβλίο σας «Για την καρδιά ενός αγγέλου» έχει πουλήσει 125.000 αντίτυπα, το «Γυναίκες από πέτρα» 60.000 αλλά και το νέο σας βιβλίο «Ομερτά» μέσα σε λίγες εβδομάδες έφτασε τις 20.000-, αλλά και ως μάνα τριών παιδιών, θεωρείτε ότι αυτή η Ευρώπη μας αρμόζει;
Η Ευρώπη και η Ελλάδα του πολιτισμού δεν είναι οι μεγάλες παραστάσεις, οι βραδιές όπερας, θεάτρου, μουσικής και εικαστικών. Η Ευρώπη και η Ελλάδα του πολιτισμού είναι οι γονείς που μπορούν να περάσουν στα παιδιά τους την ιδέα ότι μπορούν να κάνουν όνειρα. Αυτά τα επτά δυστυχισμένα χρόνια των Μνημονίων κατάντησαν οι ξένοι έναν ολόκληρο λαό να γίνει επαίτης στο όνειρο. Είναι δυνατόν να βλέπουμε νέους απογοητευμένους να κοιτάνε με βλέμμα χαμηλωμένο τις λάσπες και τους σκονισμένους δρόμους; Δεν ξέρω, αλλά πιστεύω ότι αυτοί οι νέοι πρέπει να επαναστατήσουν και να αντιδράσουν. Ίσως τους λείπει ένας Ελύτης, ένας Θεοδωράκης, μια Μελίνα για να βγουν στους δρόμους. Αλλά τους πνευματικούς ανθρώπους η τηλεόραση δεν τους θέλει. Με τον Θεοδωράκη ο κόσμος έβγαινε στους δρόμους. Τώρα ποιος θα τους ξεσηκώσει; Εύχομαι οι νέοι μας να κοιτάξουν κάποια στιγμή προς τον ουρανό.
> Οι πολιτικοί μας έχουν εκτόπισμα;
Ποιοι; Αυτοί που άλλαξαν το νόημα ενός δημοψηφίσματος; Οι πολιτικοί αυτοί δημιούργησαν μόνο θυμωμένους ψηφοφόρους. Δεν μπορούν να δώσουν όραμα σε αυτόν τον ταλαιπωρημένο λαό. Η ίδια μου η κόρη μου είπε ότι κανείς από τους τωρινούς πολιτικούς δεν της έχει δώσει το έναυσμα να γράψει έστω ένα σύνθημα σε έναν τοίχο…
> Το 2016 βραβευτήκατε, στο πλαίσιο των 27 χρόνων ιδιωτικής τηλεόρασης και ενός μεγάλου διαδικτυακού διαγωνισμού, για το βιβλίο σας «Για την καρδιά ενός αγγέλου». Και αυτό γιατί η σειρά που βασίστηκε στο ομώνυμο μυθιστόρημά σας ενέπνευσε τον παραγωγό Στράτο Μαρκίδη και ένα επιτελείο δημοφιλών πρωταγωνιστών (Ναταλία Δραγούμη, Γιώργο Νινιό, Πασχάλη Τσαρούχα, Αναστασία Τσιλιμπίου) να ζωντανέψουν μοναδικά τους ήρωές σας, ενώ ο Δημήτρης Μητροπάνος είχε ντύσει μελωδικά το σίριαλ με τη φωνή του. Το βραβείο έχει τη σημασία του όταν οι «ανταγωνιστές» σας ήταν το «Νησί», «Η πρόβα νυφικού». Ξαφνιαστήκατε;
Η… «τριλογία» της ζωής μου είναι τα τρία παιδιά μου. Έτσι τα αποκαλώ. Η κοπέλα που με βοηθούσε στο μεγάλωμά τους, ένα θαυμάσιο κορίτσι από την Αλβανία, μια μέρα με είχε συγκλονίσει με όσα είχε διαβάσει σε μια αλβανική εφημερίδα. Συγκεκριμένα ότι μια μητέρα κλείστηκε σε ψυχιατρείο γιατί ο πατέρας πούλησε το παιδί τους σε έμπορο οργάνων για 600 λεκ, ενώ ήξερε ότι το παιδί του θα πεθάνει. Δεν μπορούσα να το πιστέψω. Το έψαξα και είδα ότι στην Αλβανία υπάρχει κύκλωμα εμπορίας ανθρώπινων οργάνων σε συνεργασία με κλινικές, γιατρούς. Σοκαρίστηκα. Πήρα την πένα μου και άρχισα να γράφω σαν τρελή για μια μάνα που ο πατέρας απήγαγε την κόρη της, αυτή ορκίστηκε εκδίκηση, να βρει αυτόν, τους εμπόρους και, ως τιμωρός, να αποδώσει δικαιοσύνη. Ευχαριστώ τον ιδιωτικό ντετέκτιβ Γιώργο Τσούκαλη, που έχει προσφέρει τόσα πολλά και στην υπόθεση του μικρού Άλεξ, για την αμέριστη βοήθειά του.
> Σε τι κόσμο ζούμε;
Σε ένα άκοσμο… κόσμο. Δεν μου αρέσει που το διαπιστώνω, αλλά δεν νιώθω ασφαλής. Είμαστε όλοι μας λαθρομετανάστες. Δεν μας ανήκουν οι ζωές μας. Πολύ εύστοχα κάποιοι μας έστησαν μια παγίδα και ελέγχουν τις αδύναμες τσέπες μας. Και όταν δεν έχεις εσύ το πορτοφόλι σου δεν μπορείς να ονειρευτείς το μέλλον του παιδιού σου, τη μόρφωσή του, την ψυχαγωγία του. Και μέσα από όλα αυτά δημιουργούνται οι ωραίες αναμνήσεις. Ήταν ένα καλοστημένο παιχνίδι από το κεφάλαιο, από τους λίγους πλούσιους του πλανήτη, να χώσουν στη σκλαβιά των δανείων τους πολλούς, να δημιουργήσουν μια τεχνητή κρίση και τώρα να πουλάμε τα σπίτια μας και τη γη μας για να ξεχρεώσουμε.
> Με την τεχνολογία πώς τα πάτε; Θεωρείτε πως μας έφερε πιο κοντά;
Πιστεύετε ότι μπορεί ένας άνθρωπος να έχει 5.000 φίλους στο Facebook; Φίλοι μας είναι αυτοί που μας λένε καλημέρα και πίνουμε ένα κρασάκι μαζί τους. Ούτε φλερτ γίνονται μέσα από το Facebook. Αυτές οι σχέσεις που δημιουργούνται μέσα από το διαδίκτυο μου θυμίζουν τη σειρά «Sex in the city». Το Facebook θεωρώ ότι μπορεί να σε βοηθήσει μόνο ως μέσο προβολής της δουλειάς σου. Αλλιώς το θεωρώ πολύ μοναχικό σπορ. Και πραγματικά απογοητεύομαι όταν διαπιστώνω πόσο μοναχικοί ήμασταν όλοι μας, που από μόνοι μας φακελωθήκαμε και κοινοποιούμε την ηλικία μας, την οικογενειακή μας κατάσταση, τη διεύθυνσή μας, τους προβληματισμούς μας, τις παρέες μας, τη διασκέδασή μας. Αν ήμουν νεράιδα θα ήθελα όλοι οι άνθρωποι να περνάνε τόσα καλά στην προσωπική τους ζωή που δεν θα έχουν ανάγκη να προστρέξουν στο Facebook για να τη διαφημίσουν, γιατί θα τη νιώθουν, θα τη ζουν, θα την απολαμβάνουν και δεν θα θέλουν να ασχοληθούν με το «έξυπνο» κινητό τους.
> Τι δίνει σε έναν συγγραφέα την έμπνευση;
Τον τίτλο του συγγραφέα στον δίνει το κοινό σου. Δεν νιώθω καλά όταν με αποκαλούν συγγραφέα. Εγώ πιστεύω ότι γράφω κάποια ωραία παραμύθια. Η έμπνευση μπορεί να είναι μια λέξη, ένα τραγούδι, ένα βλέμμα, ένα ζευγάρι στον δρόμο. Αμέσως όταν έρθει ξέρω και το τέλος της ιστορίας. Συνήθως μου αρέσει να γράφω για τις σχέσεις. Οι άνθρωποι τον καιρό του Μνημονίου φοβούνται να αγαπηθούν. Γυναίκες και άνδρες μόνοι τους ψάχνουν το άλλο τους μισό, αλλά όταν το βρίσκουν το συναίσθημά τους βρίσκεται σε σύγχυση. Ο έρωτας είναι σε κρίση λοιπόν, όπως και η ζωή μας. Οργώνοντας την Ελλάδα μέσα από τις παρουσιάσεις μου, οι αναγνώστες μου, όταν με γνωρίζουν, δεν στέκονται στα βιβλία μου. Τους κάνει εντύπωση, όπως λένε, το αληθινό μου χαμόγελο ή η αγκαλιά μου. Είμαι Κρητικιά και εμείς σʼ αυτόν τον τόπο όταν χορεύουμε κρατάμε ο ένας τον άλλον από τον ώμο, βαράμε μαζί τα πόδια στη γη, αγαπάμε τα χώματά μας και μέσα από τα λάθη μας, όταν τα παραδεχόμαστε, γινόμαστε καλύτεροι.