ΓΕΡΟ ΜΗΝΥΜΑ ΣΤΙΣ ΑΛΕΠΟΥΔΕΣ ΠΟΥ ΜΑΣ ΠΑΙΖΟΥΝ ΤΙΣ ΑΡΚΟΥΔΕΣ
Τό δάσος ήταν σκοτεινό
πετούμενο κανένα
τά φίδια παραφύλαγαν
όπως μαλλιά τήν χτένα.
•••
Ήθελαν νά «χτενίσουνε»
τίς πορφυρές κοτσίδες
ανόητων περπατητών
ίδιων μέ νυχτερίδες.
•••
Ύπουλα καί κρυψίνοα
ήξεραν τίς κυρίες
πού παίζανε παρθενικά
τίς βρώμιες ιστορίες.
•••
Άνδρες ερχόντανε αργά
ηγέτες τής καψούρας
θύτες ανομολόγητοι
τής ψεύτικης μουρμούρας.
•••
Ανήκαν σʼ ένα Σύλλογο
απόκρυφο καί πλάνο
καί πήγαιναν στό πουθενά
μόνο μʼ αεροπλάνο.
•••
Άντρας καθένας κοιλαράς
λόγω πολυφαγίας
λάτρης πολλών ορέξεων
καί μυστικής μαγείας.
•••
Τά φίδια όμως ήξεραν
κύριους καί αρκούδες
οσμίζοντας αρώματα
ή βλέποντας μουσούδες.
•••
Ο θίασος τών θηλυκών
κι αρσενικών επίσης
μέσα είς τόν σκοταδισμό
ήταν παιδιά τής Δύσης.
•••
Τά φίδια τούς γνωρίζανε
πολύ καλά, νομίζω
γιατί πολύ συχνάζανε
μέσα στό κρύο γκρίζο.
•••
Σιγά, σιγά η συγγένεια
έγινε κρεβατάκι
τήν μοναξιά τους
διώχνοντας
μέ πάθος καί μεράκι.
•••
Γέννησαν καί μία Βουλή
έξω τής ημετέρας
από πατέρα σέ παιδί
καί Κόρη έκ Μητέρας.
•••
Ζούσαν μακριά σʼ Ωκεανούς
εντός υποβρυχίων.
καί τίς βρωμιές τελείωναν
βλάκες χωρίς πτυχίον
•••
Έρμαια τώρα τών φιδιών
κάνουνε τά λιοντάρια.
(Τό παρελθόν φοβόντανε
τής μύξας παλικάρια.)
•••
Αφάνισαν πολλές γενιές
οι λούστροι τού Πουνέντε
τού άνεμου τού Δυτικού
τού πάντα… παραπέντε.
•••
Η λύτρωση δέν έρχεται
ούτε ποτέ θά φτάσεις
άν μέσα στόν Ωκεανό
μέ μάχαιρα δαμάσεις
•••Σ
τούς καρχαρίες άπαντες.
Μίας βουλής τά δάση
άρχοντες μίας σκοτεινιάς
πού πρέπει νά περάσει.
………………
………………….
………………
………………….
Τήν Χώρα τού Ωκεανού
δέν τήν ξέρω.
Όμως ο παππούς μου πάντα μού έλεγε:
Πρόσεξε τό δάσος, τά φίδια, τό σκότος,
αυτά είναι παντού,
μήν ψάχνεις τά μιαρά
στέκια τους.
Φεύγε ή κατούρα τους.