Ο κατήφορος…
Και ονομάσαμε την ξενοδουλία «ευρωπαϊκή προοπτική». Πολύ εύστοχα ο καθηγητής κ. Χρήστος Γιανναράς διερωτάται σε άρθρο του στην «Καθημερινή»: «Δεν βρέθηκε ένας Λυκουρέζος να μηνύσει τους πρωταίτιους των Μνημονίων;».
Οι ευρωπαίοι μακελάρηδες μας ταπεινώνουν επειδή δεν υφίσταται επαναστατική Αριστερά να αγωνισθεί για να σπάσει τις ευρωπαϊκές αλυσίδες. Το γεγονός αυτό διέβλεψαν εγκαίρως οι σκοτεινές δυνάμεις της παγκοσμιοποίησης και φρόντισαν μεθοδικά να εξαλείψουν τον πολιτικό χώρο που θα μπορούσε να σταθεί εμπόδιο στα σχέδιά τους. Το παλαιό όνειρο της χιτλερικής παντοδυναμίας επανήλθε από τη μεταπολεμική Γερμανία και εφηρμόσθη με σύστημα και υπομονή. Αφιέρωσε αρκετά χρόνια το Βερολίνο προκειμένου να καλλιεργήσει τον μύθο, που πήρε μορφή πρώτα με την ΕΟΚ και κατόπιν με την Ευρωπαϊκή Ένωση. Κορύφωση αυτής της προπαγάνδας στάθηκε το κοινό νόμισμα. Ήταν το αποτελεσματικό καταστροφικό όπλο στα χέρια του άκρατου καπιταλισμού, με το οποίο θα ήλεγχε απολύτως η Γερμανία τις χώρες που θα έπεφταν στην παγίδα.
Αυτές οι ξένες δυνάμεις του τραπεζικού κεφαλαίου χρησιμοποίησαν ως πράκτορές τους πρωθυπουργούς σε διάφορα κράτη, για να εντάξουν τις χώρες τους στην κηδεμονία του Δʼ Ράιχ. Εμείς είχαμε τον ολετήρα Σημίτη, την πολιτική του οποίου ακολούθησαν κι άλλοι, διαφόρων ιδεολογικών χρωμάτων. Στην αρχή –έστω και καλοπροαίρετα– πολλοί επίστεψαν, με ασυγχώρητη αφέλεια, ότι μέσα στην ευρωπαϊκή «οικογένεια» (με τη μορφή που είχε πάρει) θα μπορούσαν οι προοδευτικές δυνάμεις να επιβάλουν τις δικές τους απόψεις. Αν ήταν ποτέ δυνατόν! Και μέσα από την αιθεροβάμονα αντίληψή τους και την απίστευτη πολιτική τους μυωπία, έγιναν υμνητές της ΕΟΚ. Η αφέλειά τους ήταν πανομοιότυπη με εκείνη του Χίντενμπουργκ, που νόμιζε ότι εάν έκανε καγκελάριο τον Χίτλερ θα μπορούσε να τον ελέγχει!
Στην ευρωπαϊκή παγίδα είχε πέσει παλιά το ΚΚΕ εσωτερικού. Και –για να είμαστε αντικειμενικοί– είχε δίκιο το ΚΚΕ όταν έλεγε: «Τι εννοείτε όταν λέτε ʽʽευρωπαϊκό προσανατολισμόʼʼ; Την υποταγή της χώρας στη Συνθήκη του Μάαστριχτ και στην ακόμη περισσότερο συντηρητική της αναθεώρηση; Υποδέχεστε αδιαμαρτύρητα τα βαριά δεσμά που χαλκεύουν οι καρεκλοκένταυροι των Βρυξελλών;». Θυμάμαι τον Λεωνίδα Κύρκο, με τον οποίο είχα παλαιά φιλία. Αυτό δεν μας εμπόδιζε να διαφωνούμε σε μερικά ζητήματα. Κυρίως, δεν συμφωνούσα μαζί του σε εθνικά θέματα. Σε ατελείωτες ώρες συζήτησης, με το πάθος που τον διέκρινε στην κουβέντα του, είχε πέσει θύμα των οπτασιασμών του και της κακής εκτίμησης που έκανε για την Ευρώπη. Μου έλεγε ότι «χρειάζεται η σαφής τοποθέτηση ʽʽναι στην ευρωπαϊκή ολοκλήρωσηʼʼ, χωρίς ταλάντευση ή πισωγυρίσματα. Και στο πλαίσιο αυτού του ʽʽναιʼʼ, χρειάζεται ο αδιάκοπος αγώνας για να προχωρήσει η Ένωση σε λύσεις όλο και πιο κοντά στα συμφέροντα των πολιτών…»! Υπήρξε τραγική η πλάνη του. Ειρωνευόταν τον καθηγητή και παλαιό βουλευτή της ΕΔΑ Νίκο Κιτσίκη, που εγκαίρως είχε πει για την ένταξή μας στην ΕΟΚ: «Όχι στον λάκκο των λεόντων…».
Στον ευρωπαϊκό χώρο, όσο ακούγονταν ακόμα κομμουνιστικά κόμματα, όλα ήσαν κατά της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Και θυμάμαι στη Γαλλία το 1997 ο τελευταίος κομμουνιστής ηγέτης που είχε φωνή, ο Ρομπέρ Υ, είχε επισημάνει: «Το ενιαίο νόμισμα δεν είναι λύση, γιατί είναι ένα πολιτικό σχέδιο που εγγράφεται μέσα σε μια φιλελεύθερη πολιτική, κάτι το οποίο βρίσκεται σε αντινομία με τις κοινωνικές απαιτήσεις. Πληροφορώ την κοινή γνώμη για την αυταπάτη να πιστεύει ότι το ενιαίο νόμισμα θα επιτρέψει την απορρόφηση της ανεργίας. Θα κλείσει τα έθνη σε έναν κλοιό. Πρέπει να γίνει δημοψήφισμα…». Σοφά ήσαν τα λόγια του. Δυστυχώς, δεν τον άκουσε ούτε η διεθνής κοινή γνώμη ούτε η ίδια η Γαλλία. Και να μη φανεί παράξενο το φαινόμενο σήμερα η Μαρίν Λεπέν, σε τελείως διαφορετικό πολιτικό χώρο από το ΚΚ, να ενστερνίζεται απολύτως τη «γραμμή» του Ρομπέρ Υ. Κι αυτό δεν είναι περίεργο διότι και οι δύο πάνω από κομματικά συμφέροντα είχαν πάντα την πατριωτική πολιτική προς το συμφέρον της Γαλλίας. Και όπως τα κομμουνιστικά κόμματα στον ευρωπαϊκό χώρο ουσιαστικά εξαφανίσθηκαν (κατά τρόπο που χρήζει ιστορικής αναλύσεως), η μόνη ελπίδα για να καταρρεύσει το φρικιαστικό ευρωπαϊκό οικοδόμημα είναι να κερδίσει τις εκλογές η Μαρίν Λεπέν, καθώς φέρεται αποφασισμένη να επαναφέρει το εθνικό νόμισμα και να απαγκιστρώσει τη Γαλλία από τη γερμανική ηγεμονία.
Ίσως έτσι να ανοίξει και για εμάς προοπτική ελπιδοφόρα. Διότι κανείς δεν τόλμησε να ομολογήσει ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση λειτουργεί αποκλειστικά εναντίον των εργαζομένων και των λαϊκών τάξεων, και προς το συμφέρον των διεθνών τραπεζών. Και συμφέρον των τραπεζιτών είναι η φτωχοποίηση –μέχρι πλήρους εξαθλιώσεως– των λαϊκών στρωμάτων και της μεσαίας τάξης. Ουσιαστικά έσπασαν τη ραχοκοκαλιά της κοινωνίας. Βλέποντας τώρα οι «εταίροι» ότι ο Τσίπρας «δεν τραβάει άλλο», ετοιμάζουν τον έτερο ευρώδουλο, τον Κυριάκο με τη Νέα Δημοκρατία. Οι ψηφοφόροι θα διαπράξουν εθνικό έγκλημα εάν εμπιστευθούν είτε τον Τσίπρα είτε τον Μητσοτάκη. Είναι ο χειρότερος «δικομματισμός» που υπήρξε ποτέ. Το πολιτικό σύστημα έχει σαπίσει. Και επειδή η πραγματική Αριστερά έχει συρρικνωθεί σε απίστευτο βαθμό, διαμορφώνεται –διεθνώς αλλά και στην Ελλάδα– ένα σκηνικό που θυμίζει Μεσοπόλεμο και Δημοκρατία της Βαϊμάρης.
Οι λαοί, κουρασμένοι, στρέφονται προς την Ακροδεξιά, που υπόσχεται τερματισμό της ΕΕ αλλά και της φτωχοποίησης των πολιτών. Οι δημοκρατίες καθίστανται όλο και περισσότερο θνησιγενείς. Με την ευρωπαϊκή πολιτική, ανοίγουν τον δρόμο για ακραίες λύσεις. Η αιτία του φαινομένου του 1918-1933, δηλαδή του συνολικού εκφασισμού όλων των πλευρών της γερμανικής κοινωνικής ζωής, βρισκόταν στην αποτυχία της δημοκρατίας να διαχειριστεί την κρίση που παρήγαγε ο Αʼ Παγκόσμιος Πόλεμος. Η αποτυχία σήμερα δημοκρατικών χωρών να αντιμετωπίσουν την κρίση που επέφερε η Ευρωπαϊκή Ένωση ωφελεί τις ακροδεξιές δυνάμεις. Πολύ περισσότερο όταν ο πολιτικός κόσμος έχει χρεοκοπήσει, κατέστη αναξιόπιστος κι από πάνω ανέχεται την κατάληψη της χώρας μας από αλλοδαπούς-πρόσφυγες. Έκαναν την Ελλάδα χωματερή της υφηλίου. Και οι οικονομικές κρίσεις πάντα είχαν συνέπεια την επιτάχυνση της πορείας ακροδεξιών δυνάμεων.
Στην εποχή της Βαϊμάρης, ο εθνικοσοσιαλισμός επεξέτεινε την προσπάθειά του να διεισδύσει στην εργατική τάξη, στη βάση του σχεδίου της αποσύνθεσής της, στο πλαίσιο των αναγκών της ενοποιημένης γερμανικής κοινότητας. Σήμερα το ιερατείο των Βρυξελλών επέτυχε να διεισδύσει στην εργατική τάξη και να διαλύσει την Αριστερά, χάριν των αναγκών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, μέσω του ΣΥΡΙΖΑ και των «κορόιδων» των ΑΝΕΛ. Το καθεστώς της εθνικής ταπείνωσης, της φτώχειας και της ανεργίας εξέθρεψε το 1918-1933 τον ναζισμό. Το ίδιο ακριβώς «καθεστώς» έχει επιβληθεί σήμερα από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Γιʼ αυτό συνεχώς ανεβαίνουν οι ακροδεξιές δυνάμεις στην Ευρώπη.
Και στην Ελλάδα στις προσεχείς εκλογές είναι μαθηματικώς βέβαιο ότι τα ποσοστά της Χρυσής Αυγής θα ανέβουν εντυπωσιακά. Ας μην οδύρονται οι δήθεν «δημοκράτες». Ο ΣΥΡΙΖΑ, η Νέα Δημοκρατία και τα μνημονιακά κομματίδια της στρώνουν το χαλί. Επειδή ο εξοργισμένος λαός δεν έχει την ευχέρεια να κάνει επανάσταση, θα εκδικηθεί στις κάλπες, ενισχύοντας ακριβώς εκείνη την παράταξη που ανοιχτά αμφισβητεί το «σύστημα». Τα «λογικά επιχειρήματα» για να αποτραπεί αυτή η εξέλιξη δεν βρίσκουν καμία απήχηση στους ψηφοφόρους. Έχουν χάσει τα πάντα, τους τα πήραν όλα. Επομένως, τι άλλο έχουν να χάσουν; Η Ευρωπαϊκή Ένωση και οι εθελόδουλοι πολιτικοί απέναντι σε Βερολίνο και Βρυξέλλες έκαναν διάτρητη τη Δημοκρατία. Την εξευτέλισαν. Έτσι επέρχονται καταρρεύσεις πολιτευμάτων.
Αυτήν την πραγματικότητα η αντιμνημονιακή Αριστερά όφειλε να την είχε αντιληφθεί νωρίς. Από εκεί περίμενε ο κόσμος αντίσταση, και δεν τη βρήκε. Στη Γερμανία το 1933 οι εργατικές μάζες, απογοητευμένες από την Αριστερά, αναρωτιόνταν αν άξιζε ουσιαστικά να βοηθήσουν εκείνη τη Δημοκρατία, που τη θεωρούσαν κράτος των «άλλων». Ακόμα και με εμφανή τον κίνδυνο του εθνικοσοσιαλισμού, η ηγεσία της σοσιαλδημοκρατίας δεν έδωσε ποτέ το σύνθημα για αγωνιστική επίθεση. Εδώ, σήμερα οι πολίτες θεωρούν ότι εκχωρήσαμε τη Δημοκρατία μας στις ορέξεις των «άλλων», δηλαδή των «εταίρων». Για αυτόν τον λόγο σημειώνεται στροφή προς το κόμμα του κ. Μιχαλολιάκου. Αυτή είναι η αλήθεια, την οποία κανείς δεν τολμά να πει ανοιχτά. Ο λαός δεν συγχωρεί τους πολιτικούς που υπέγραψαν συμφωνίες με τους «εταίρους» για την εξαθλίωσή του. Όπως έγραφε ο Μπρεχτ σε ένα «συνθηματικό ποίημά» του: «Οι κυβερνήσεις υπογράφουν Σύμφωνα. Ο απλός άνθρωπος ας γράψει τη διαθήκη του…».