Βήμα βήμα ξηλώνεται το τουρκικό κράτος
Κατʼ αρχήν, γιατί η τουρκική κατάρρευση δεν φέρνει θετικά αποτελέσματα για την Ελλάδα. Πέραν των μάλλον κοινότοπων προβλέψεων, ότι κάθε τουρκική εσωτερική κρίση εξάγεται προς την Ελλάδα ως κρίση στα Ελληνοτουρκικά, που κάνει το Αιγαίο όλο και πιο γκρίζο και την Κύπρο όλο και περισσότερο μοιραία διχοτομημένη, η περιπέτεια που σήμερα περνά η Τουρκία δεν θα έχει προβλέψιμη πορεία. Αλλά θα είναι μια όλο και πιο αγωνιώδης, όλο και πιο βίαια διαδικασία, με άδηλα αποτελέσματα. Που, όμως, θα αφορούν και θα επηρεάζουν τα σχεδόν 80 εκατομμύρια τούρκων πολιτών που βρίσκονται στην πόρτα μας συν τα εκατομμύρια των σύρων προσφύγων που φιλοξενούν.
Και για να ακουμπήσουμε μια πρώτη μόνο πτυχή του δράματος που θα παιχτεί, όσοι έχουμε επαφή με τη χώρα, όσοι είχαμε ή έχουμε φίλους ή γνωστούς, τούρκους ή αλλοδαπούς, που ζούσαν στην Τουρκία, όλο και συχνότερα μαθαίνουμε ότι ακόμη κάποιος εγκατέλειψε τη χώρα. Είτε ήδη καταδιωκόμενος, είτε τρομοκρατημένος, οσονούπω θʼ αρχίσουν να τον κυνηγούν. Οι άνθρωποι αυτοί στη συντριπτική τους πλειοψηφία είναι μορφωμένοι, κοσμικής αντίληψης, οι λεγόμενοι «λευκοί Τούρκοι». Αρκετοί εγκαθίστανται στην Ελλάδα, παρά την κρίση. Αναρωτιέμαι, λοιπόν, τι θα γίνει αν το κύμα αυτό γίνει πλημμύρα. Όταν θα τρέχουν να σωθούν οι «λευκοί» και οι «μαύροι» Τούρκοι μαζί…
Όταν πυροβολάς τα πόδια σου
Η Τουρκία μετά την άνοδο των Ισλαμιστών του ΑΚΡ στην εξουσία φαινόταν να διανύει μια χρυσή δεκαετία. Η οικονομία κάλπαζε, ο φαινομενικός εκδημοκρατισμός και το «άνοιγμα» της χώρας άφηναν χώρο σε μια, για δεκαετίες καταπιεσμένη πολιτικά, κοινωνία να αναπνεύσει. Υπήρχε μια αναγέννηση και μια δημιουργικότητα ραγδαία σε όλους τους τομείς, από τα εναλλακτικά κοινωνικά κινήματα και τον χώρο των τεχνών μέχρι τη βιομηχανία και όλα τα στάδια της παραγωγής. Όμως, ο στόχος των Ισλαμιστών δεν ήταν μια ανοικτή Τουρκία. Αντίθετα, αυτό ήταν ένα σύντομο, πικρό αλλά αναγκαίο βήμα, που χρειαζόταν να προηγηθεί της ολοκληρωτικής κατάληψης της εξουσίας και της μεταμόρφωσης της Τουρκίας σε ένα ισλαμικό, απολυταρχικό κράτος.
Και ήταν δύο οι κεντρικές προτεραιότητες των ταλιμπάν του ΑΚΡ, που οδήγησαν μοιραία σε όσα σήμερα ζούμε: Η υιοθέτηση μιας θρησκευτικού τύπου «σουνιτικής» εξωτερικής πολιτικής και η οργανωμένη προσπάθεια ισλαμοποίησης του τουρκικού κράτους.
Στο πλαίσιο αυτό δόθηκε φωνή και ισχύ στα πιο φανατισμένα κομμάτια της τουρκικής κοινωνίας, που βήμα–βήμα δόμησαν όχι μόνο τη σουρεαλιστική πραγματικότητα που σήμερα ζει η Τουρκία, αλλά και ένα δίκτυο φανατικών ισλαμιστικών πυρήνων ανά τη χώρα. Πυρήνων που ανδρώθηκαν και πρωταγωνίστησαν στην ανάμειξη της Τουρκίας στη συριακή κρίση. Όταν ο Ερντογάν αποφάσισε να μετατρέψει τη γειτονική χώρα του σε θεοκρατικό προτεκτοράτο της Τουρκίας, ενισχύοντας με κάθε τρόπο τους τζιχαντιστές του Ισλαμικού Κράτους και της Αλ Κάιντα.
Επιπλέον, ήταν η ίδια η τουρκική πολιτική στο Συριακό που ξανάνοιξε τη χαίνουσα πληγή του τουρκικού κράτους: το Κουρδικό. Κεντρικό στοιχείο της οικονομικής αναγέννησης που ζούσε η Τουρκία ήταν και η ειρήνη με τους Κούρδους. Τα ΝΑ της χώρας ζούσαν μια άνευ προηγουμένου οικονομική άνθιση, οι γενικότερες επενδυτικές προοπτικές της Τουρκίας είχαν ενισχυθεί καθώς δεν υπήρχαν ανοικτά ζητήματα Ασφαλείας και το δημιουργικό δυναμικό του κουρδικού λαού έβρισκε χώρο να εκφραστεί. Όμως, η διάλυση της Συρίας και η ακόλουθη αυτονόμηση των Κούρδων στα βόρεια της χώρας επανέφερε τη στρατοκρατική αντιμετώπιση του ζητήματος. Οι δεύτερες και τρίτες σκέψεις για τις ελευθερίες που είχαν ήδη παραχωρηθεί στους Κούρδους της Τουρκίας ξεκίνησαν να ταλανίζουν τους ηγετικούς κύκλους της Τουρκίας και όλα άρχισαν να κρέμονται από μία κλωστή.
Όταν οι προσωπικές εμμονές γίνονται η θρυαλλίδα για την έκρηξη
Αυτό που έλειπε, ίσως, για να ολοκληρωθεί το τουρκικό δράμα ήταν ένας ηγέτης που, νιώθοντας περικυκλωμένος από παντού, θα ανήγαγε τις προσωπικές εμμονές σε κρατική πολιτική. Κι αυτό ήρθε τον Δεκέμβριο του 2013. Όταν η Εισαγγελία Κωνσταντινούπολης ξεκίνησε τις συλλήψεις στελεχών του στενότατου κύκλου του Ερντογάν -που λέγεται ότι θα έφθαναν ακόμη και στον γιο του-, για σκάνδαλα διαφθοράς.
Ο Ερντογάν αντεπιτέθηκε σφοδρά, πείθοντας τους υποστηρικτές του ότι οι έρευνες ήταν μια συνωμοσία του ως τότε στενότερου του συμμάχου και διάσημου ιεροκήρυκα, Γκιουλέν. Ταυτόχρονα, τον κατέλαβε η πεποίθηση ότι ο ίδιος και η οικογένειά του κινδυνεύουν από παντού και ότι μόνο η συγκέντρωση της απόλυτης εξουσίας θα τους έκανε ασφαλείς. Ξεκίνησε λοιπόν, σα νέα σταυροφορία, η νέα του εμμονή, η μετατροπή της Τουρκίας σε Προεδρική Δημοκρατία με τον ίδιο στη θέση του ισόβιου Προέδρου.
Η άρνηση των Κούρδων να στηρίξουν τη συνταγματική αλλαγή που θα οδηγούσε στη μονοκρατορία του Ερντογάν ήταν και η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι για τους τούρκους Ισλαμιστές. Ο πόλεμος ξανάρχισε, με αποκλειστική και κυρίαρχη ευθύνη της τουρκικής ηγεσίας, και οι πόλεις της ΝΑ Τουρκίας γνώρισαν αρχικά έναν νέο, σκληρό εμφύλιο, ανάλογο της σύγκρουσης που μαινόταν στη Συρία και στη συνέχεια ένα σκληρό καθεστώς πλήρους ανελευθερίας.
Την ίδια στιγμή, η ολοένα και περισσότερο απολυταρχική και ισλαμιστική στροφή του καθεστώτος Ερντογάν οδήγησε στο πραξικόπημα του Ιουνίου, όταν μέρος των Ενόπλων Δυνάμεων της Τουρκίας επιχείρησαν να περισώσουν τον κοσμικό χαρακτήρα της χώρας. Το κίνημα εναντίον του ενίσχυσε καταλυτικά τη μανία, πλέον, καταδίωξης του Ερντογάν και οδήγησε σε εκτεταμένους διωγμούς που δεν έχει γνωρίσει ποτέ η χώρα στη σύγχρονη ιστορία της. Με χιλιάδες ανθρώπους στη φυλακή, στρατιωτικούς, αστυνομικούς, ακαδημαϊκούς, διανοούμενους, δημοσιογράφους, δασκάλους, τους διώκτες και τους διωκόμενους των προηγούμενων ανελεύθερων περιόδων της σύγχρονης Τουρκίας, τώρα από κοινού καταδιωκόμενους. Και με εκατοντάδες χιλιάδες ανθρώπους, ανά τη χώρα, απολυμένους. Με ένα κλίμα απόλυτης τρομοκρατίας, όπου όλοι φοβούνται τον διπλανό τους για χαφιέ και τον Τύπο απολύτως φιμωμένο να αναμεταδίδει στη συντριπτική του πλειοψηφία την ερντογανική προπαγάνδα δημιουργώντας μια εναλλακτική, σουρεαλιστική πραγματικότητα.
Το αιματοκύλισμα της Πρωτοχρονιάς
Όλη η μέχρι τώρα περιγραφόμενη ασχήμια κορυφώθηκε στο αιματοκύλισμα της Πρωτοχρονιάς:
Η πλήρης διάλυση των δυνάμεων Ασφαλείας, καθώς έμπειροι αστυνομικοί και στελέχη των υπηρεσιών πληροφοριών έχουν αποταχθεί κατά χιλιάδες, και οι αντικαταστάτες τους είναι, στην πλειοψηφία τους, άπειροι και σε αρκετές περιπτώσεις φανατικοί ισλαμιστές οι ίδιοι, συμπαθούντες του Ισλαμικού Κράτους. Σε ένα τέτοιο κλίμα δεν είναι καθόλου περίεργη ούτε η δολοφονία του ρώσου πρέσβη από αστυνομικό ούτε το γεγονός ότι ο δράστης του μακελειού στο «Ρέινα» έφτασε και έφυγε από τον τόπο της επίθεσης ανενόχλητος με ταξί.
Η δημιουργία ενός δαιδαλώδους δικτύου πυρήνων φανατικών Ισλαμιστών, ανά τη χώρα, που στηρίζει και διευκολύνει τις τρομοκρατικές επιθέσεις κατά συμπατριωτών τους, τους οποίους, ανεπίσημα, στελέχη των τουρκικών υπηρεσιών Ασφαλείας παραδέχονται ότι αδυνατούν να αντιμετωπίσουν.
Η αποφασιστικότητα των πρώην φίλων του Ισλαμικού Κράτους να αιματοκυλίσουν την Τουρκία, τώρα που ο Ερντογάν δεν τους κάνει τα χατίρια στη Συρία.
Το όλο και πιο φανατικό κλίμα απέναντι σε καθετί διαφορετικό στην Τουρκία, όταν την επομένη της επίθεσης πλήθος υποστηρικτών του Ερντογάν επίχαιραν στα κοινωνικά δίκτυα για τον θάνατο 40 ανθρώπων, καθώς αυτοί γιόρταζαν με «ανήθικο τρόπο» την ξενόφερτη γιορτή της Πρωτοχρονιάς. Σημειώνεται ότι το τμήμα θρησκευτικών υποθέσεων της τουρκικής κυβέρνησης είχε εκδώσει ανακοίνωση που έκρινε τον εορτασμό της Πρωτοχρονιάς παράνομο για τους μουσουλμάνους πολίτες, ότι σε όλη την Κωνσταντινούπολη είχαν αναρτηθεί αφίσες με μουσουλμάνο άνδρα να ξυλοκοπεί τον Άγιο Βασίλη και, τέλος, φιλοκυβερνητική εφημερίδα είχε κυκλοφορήσει με τον τίτλο: «Τελευταία προειδοποίηση: Μη γιορτάζετε την Πρωτοχρονιά».