Στο «ριμέικ» του σεναρίου του 2015

«Δυοίν κακοίν προκειμένοιν»… από τα οποία «κακά» δεν επιλέγουμε το «μη χείρον» αλλά μας επιβάλλονται και τα δύο μαζί, αθροιστικά και πολλαπλασιαστικά, ως προς την έκταση των καταστροφικών επιπτώσεών τους.

Το ΔΝΤ, φορέας του πλέον «γνήσιου» νεοφιλελευθερισμού, επιδιώκει την ισοπέδωση των συντάξεων, τη διάλυση του -εναπομείναντος- κοινωνικού κράτους, ιδιωτικοποιήσεις δίχως όρια και φραγμούς. Ο προτεσταντικός νεοφιλελευθερισμός της γερμανικής ελίτ, ηθικοποιούμενος κάτω από το πρόταγμα της λιτότητας, απαιτεί αυστηρούς δημοσιονομικούς περιορισμούς, την πλήρη περιστολή των κοινωνικών δαπανών και επικεντρώνεται στον στόχο της πολιτικής επικυριαρχίας και της νεοαποικιοποίησης της χώρας μας μέσω της οικονομικής και παραγωγικής της εξόντωσης.

Το «μείγμα» των δύο παραπλεύρων και αλληλοσυμπληρούμενων εκδοχών του νεοφιλελευθερισμού και της χρηματοπιστωτικής ολιγαρχίας είναι πράγματι «εκρηκτικό».

Η προσπάθεια της ελληνικής κυβέρνησης να αποφύγει την παρουσία του ΔΝΤ στη φάση που διανύουμε απέτυχε. Το σύστημα Σόιμπλε χρειάζεται την παρουσία του ΔΝΤ. Το ταμείο μπορεί ακώλυτα να διαδραματίζει τον ρόλο του «κακού μπάτσου», αφού σε τελική ανάλυση δεν έχει να προσμετρήσει εις βάρος του κανένα πολιτικό κόστος. Ταυτόχρονα, η συνδιαχείριση της ελληνικής κρίσης από το ΔΝΤ και το σύστημα Σόιμπλε απαλλάσσει τη γερμανική ελίτ από ένα τμήμα της ευθύνης για τις όποιες δυσμενείς εξελίξεις.

Όσο για την περίφημη διαφωνία του ΔΝΤ για το χρέος, θα πρέπει να κρατάμε μικρό καλάθι. Εάν πράγματι το ζήτημα του χρέους αποτελούσε μείζονα, στρατηγικής σημασίας, προϋπόθεση για την παραμονή του ΔΝΤ στο ελληνικό πρόγραμμα, τότε το ζήτημα αυτό θα προτασσόταν πριν από κάθε είδους συμφωνία. Και μόνο το γεγονός ότι παραπέμπεται στο ομιχλώδες και αόριστο μέλλον, μετά την περίφημη αξιολόγηση, μας γεννά βάσιμες υποψίες ότι κι αυτή η ρύθμιση του χρέους δεν θα αποτελέσει παρά μια «λάιτ» εκδοχή, ώστε η χώρα μας να παραμένει εσαεί υπό την πατρωνία και την πολιτική εποπτεία των δανειστών.

Αυτή τη σκληρή πραγματικότητα έχει να αντιμετωπίσει στο άμεσο κιόλας μέλλον ο ελληνικός λαός και η κυβέρνηση. Οι απειλές και οι εκβιασμοί, οι παράλογες απαιτήσεις για το Ασφαλιστικό περιφέρονται ήδη στις διαρροές αλλά και σε επίσημα δημοσιεύματα που κάνουν λόγο ακόμα και για επανενεργοποίηση της συζήτησης για το Grexit εντός του 2016 («Wall Streat Journal»).

Η «μετα-Ευρωζώνη» του Β. Σόιμπλε

Το περσινό σενάριο της επ’ αόριστον παράτασης των διαπραγματεύσεων μέχρις ότου το σύστημα Σόιμπλε κλείσει τις ελληνικές τράπεζες και επιβάλει εκβιαστικά -και σε συνθήκες πολιτικού πραξικοπήματος- το 3ο Μνημόνιο φαίνεται ότι βρίσκεται στα μυαλά και στον σχεδιασμό των ίδιων αμετανόητων συντηρητικών κύκλων.

Η στρατηγική της γερμανικής ελίτ για την πορεία της Ευρώπης αποβλέπει στη συγκρότηση ενός κλειστού πυρήνα της Ευρώπης, στην πολιτικοοικονομική ολιγαρχική εξουσία της Γερμανίας και ενός σκληρού πυρήνα χώρων-πρόθυμων που θα στηρίξουν το γερμανικό imperium. Όσο για τις υπόλοιπες «απείθαρχες» ή «ανίκανες» να προσαρμοσθούν στις αυστηρές ρήτρες χώρες, αυτές προορίζονται να διεκπεραιώσουν έναν δευτερεύοντα περιφερειακό ή και περιθωριακό ρόλο, τόσο σε οικονομικό όσο και σε πολιτικό επίπεδο, στο σύστημα των πολλών ταχυτήτων της νέας «μετα-Ευρωζώνης», την οποία προωθεί ερρωμένως το σύστημα Σόιμπλε.

Προσοχή στο σημείο αυτό: Στην πρώτη φάση η χώρα μας μετατράπηκε σε «πειραματόζωο» της στρατηγικής της λιτότητας. Στο δεύτερο στάδιο κινδυνεύει να αποτελέσει το «πειραματόζωο» για την προώθηση της «μετα-Ευρωζώνης», των θεσμοποιημένων και νομιμοποιημένων πολλών ταχυτήτων και ανισοτήτων. Κι αυτή η εξέλιξη, αν πραγματοποιηθεί, θα σηματοδοτήσει το ιστορικό και πολιτισμικό τέλος της Ευρώπης και της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ρωγμές και αμφισβήτηση της γερμανικής κυριαρχίας

Όμως, σε κάθε περίπτωση, πέρα από τους ανιστόρητους σχεδιασμούς και τις επιδιώξεις της γερμανικής ελίτ, υπάρχουν οι λαοί, οι ευρωπαϊκές κοινωνίες, που συνειδητοποιούν το αδιέξοδο, αντιδρούν και εκφράζονται ακόμα και στο επίπεδο της κεντρικής εξουσίας.

Το 2016 βρίσκει τη Νότια Ευρώπη μπροστά σε μια νέα πραγματικότητα, τόσο στην Πορτογαλία και την Ισπανία όσο και στην Ιταλία (ιδιαίτερα λόγω του Προσφυγικού) παρότι στην τελευταία η αντίδραση δεν έχει εκφρασθεί σε κομματικό – πολιτικό επίπεδο. Ταυτόχρονα, το Προσφυγικό και η απειλή της τζιχαντικής τρομοκρατίας διαπερνούν το ευρωπαϊκό οικοδόμημα, που δεν διαθέτει ούτε το θεσμικό πλαίσιο, ούτε την πολιτική στρατηγική, ούτε την πολιτική και πνευματική ηγεσία ώστε να διαμορφώσει μια πορεία εξόδου από την κρίση, μια πορεία προοπτικής. Εάν δεν απαντηθούν θετικά τα κρίσιμα, ιστορικά διλήμματα που αφορούν το παρόν και το μέλλον της Ευρώπης, τότε η διάλυση και η πτώση της δεν θα αποτελούν απλές δυσοίωνες ή κακόβουλες υποθέσεις αλλά μια σκληρή ιστορική πραγματικότητα.

Αξιολόγηση: Πολιτικό μέσο εκβιασμού

Το νέο αυτό σενάριο -»ριμέικ» εκείνου του 2015- εκβιασμών, απειλών και πιέσεων, μπροστά στο οποίο βρίσκεται η ελληνική κυβέρνηση, έχει ως συμβολικό τίτλο, ως προκάλυμμα, την αξιολόγηση… Η παράταση της αξιολόγησης στο απώτερο μέλλον αποτελεί και τη δικαιολογία ώστε να οδηγηθεί η ελληνική πλευρά σε ένα νέο αδιέξοδο με επίκεντρο τη χρηματοπιστωτική ασφυξία. Ήδη από το τέλος Φεβρουαρίου θα προκύψουν οι πρώτες σοβαρές δυσκολίες.

Η αξιολόγηση έχει καθαρώς πολιτικό χαρακτήρα. Αποτελεί ένα όπλο, ένα εργαλείο πολιτικού εκβιασμού, πατρωνίας και πολιτικής υπονόμευσης της ελληνικής κυβέρνησης.

Στην πραγματικότητα, η αξιολόγηση των μέτρων και των νομοθετημάτων που προωθεί η ελληνική κυβέρνηση γίνεται σε καθημερινή βάση από το «κουαρτέτο» και τους τεχνοκράτες του και μάλιστα με απαράδεκτα παρεμβατικό τρόπο, όπως στην περίπτωση της απόσυρσης κάποιων μέτρων του παράλληλου προγράμματος εξαιτίας του ανοικτού εκβιασμού που ασκήθηκε.

Ποια είναι όμως τελικώς η αξιοπιστία των «αξιολογητών» σε καθαρώς οικονομετρικό – τεχνικό επίπεδο; Μήπως δεν ήταν οι ίδιοι που προέβλεψαν το καλοκαίρι ύφεση στο -4,5% για να διαψευσθούν παταγωδώς σήμερα; Μήπως οι υπολογισμοί των ιδίων δεν δημιούργησαν τις «μαύρες τρύπες» στον προϋπολογισμό και δεν αύξησαν κατακόρυφα τα «κόκκινα» δάνεια;

Ας αφήσουν λοιπόν τα προσχήματα. Γνωρίζουν πολύ καλά τα κόστη και τις προοπτικές των ήδη ψηφισθέντων μέτρων αλλά και τις συγκεκριμένες οικονομικές και κοινωνικές παραμέτρους του Ασφαλιστικού, που χρησιμοποιείται από τους δανειστές ως πολιτικό μέσο εκβιασμού προκειμένου η ελληνική κυβέρνηση να έλθει σε αντιπαράθεση με την ευρύτερη ταξική – κοινωνική πλειοψηφία που τη στήριξε και να απωλέσει οριστικά το ισχυρότερό της όπλο, την κοινωνική της νομιμοποίηση και αποδοχή.

Οι μάσκες έχουν πέσει από καιρό. Η αντιπαράθεση γίνεται με ξεκάθαρο το πεδίο των συγκρουόμενων συμφερόντων και των πολιτικών σκοπιμοτήτων που υποκρύπτονται. Η κυβέρνηση οφείλει ασφαλώς να κινηθεί με πολιτικό ρεαλισμό, με ορθή εκτίμηση των συσχετισμών, να δημιουργήσει τις ευρύτερες κοινωνικές και πολιτικές συμμαχίες και σε διεθνές επίπεδο και στο εσωτερικό.

Έχουμε πίστη στις δυνάμεις μας και στο δίκιο μας. Τους υπολογίζουμε αλλά δεν τους φοβόμαστε. Και δεν υποκύπτουμε.


Σχολιάστε εδώ