Μια ζωή ο φτωχός συγγενής, ο αγρότης

Όποια πέτρα και να πετάξεις, θα φυτρώσει! Αντί όμως να αξιοποιήσουμε το θείο δώρο που έχουμε, οι εκάστοτε κυβερνώντες έκαναν ό,τι μπορούσαν για να ερημώσουν τα χωράφια μας, ξεκινώντας από τη δεκαετία του ’50 – ’60, όταν ο Κων. Καραμανλής πήρε τους χωριάτες και τους έφερε στην Αθήνα για να τους κάνει άλλους θυρωρούς στις πολυκατοικίες –αυτή κι αν ήταν ανάπτυξη…– και άλλους εργάτες στις φάμπρικες της Γερμανίας. Στο περιβόητο θαύμα της Γερμανίας, που αφού γέμισε όλες τις χώρες με τάφους αναστήθηκε από εκείνους που κατέστρεψε, βάλαμε κι εμείς το χεράκι μας. Το μόνο θετικό εκείνα τα πέτρινα χρόνια ήταν η καθιέρωση της αγροτικής σύνταξης και η ίδρυση του ΟΓΑ από τον Γεώργιο Παπανδρέου, που την υλοποίησε ο άνθρωπος της αγροτιάς Αλέξανδρος Μπαλτατζής.

Δυστυχώς, ποτέ δεν υπήρξε μακροχρόνιο σχέδιο για την αγροτική μας παραγωγή, που είναι μαζί με τον τουρισμό η βαριά βιομηχανία μας. Το χωράφι θα μπορούσε και σήμερα να λύσει όχι μόνο το οικονομικό μας πρόβλημα αλλά και το καυτό θέμα της απασχόλησης. Το μόνο, όμως, που έφερναν από τις Βρυξέλλες οι κυβερνώντες από τότε που μπήκαμε στην ΕΟΚ ήταν οι επιδοτήσεις, οι οποίες εξελίχθηκαν σε δολοφονικό όπλο. Καλλιεργούσαμε για τις χωματερές! Πετούσαν εκεί οι αγρότες τα πορτοκάλια και ό,τι άλλο παρήγαν, με τη συνενοχή και των υπευθύνων του υπουργείου Γεωργίας, που έπαιρναν το κατιτίς τους…

Η εγκατάλειψη συνεχίζεται και σήμερα. Στα τυφλά προχωράει και η αριστερή κυβέρνηση. Χωρίς πρόγραμμα. Με τη γραφειοκρατία να πνίγει κάθε φιλότιμη προσπάθεια νέων που θέλουν να γίνουν αγρότες. Και οι αποδείξεις είναι χειροπιαστές.

Υπήρχαν τα One shop Stop για τους «επιχειρηματίες», αλλά για τους αγρότες (κτηνοτρόφους) οι πόρτες ήταν κλειστές. Για μια άδεια στάβλου απαιτούνταν περίπου 36 έγγραφα-εγκρίσεις, ενώ έπρεπε να ενημερωθούν και να δώσουν έγκριση 350 άνθρωποι (δημοτικοί σύμβουλοι, επιτροπές κ.λπ.)… Και αυτό είναι μία μόνο περίπτωση από την πολύχρονη ταλαιπωρία που υφίσταται όποιος αποφασίσει να μπει στην αγροτική παραγωγή. Άσε που ο μέσος κλήρος είναι μόλις 47 στρέμματα για τον μέσο έλληνα αγρότη.

Και όλα αυτά συμβαίνουν όταν ο αγροτικός τομέας στην Ελλάδα προσφέρει το μεγαλύτερο κομμάτι του ΑΕΠ, 20% περίπου (4% απευθείας, με πολλαπλασιαστή 5), ενώ ο τουριστικός τομέας προσφέρει 18% (10% απευθείας, με πολλαπλασιαστή 1,8) και η μεταποίηση – βιομηχανία περίπου 7%. Και το πιο σημαντικό, ο αγροτικός τομέας αποδίδει μέσα σε μερικούς μήνες (έως έναν χρόνο), εκεί που κάθε άλλη μορφή επένδυσης απαιτεί είτε μακροχρόνιο σχεδιασμό είτε έστω μερικά χρόνια συνεχών δαπανών.

Εάν μπορούσε ο αγροτικός κόσμος να διαχειριστεί τον πλούτο που παράγει, θα γινόταν πανίσχυρος. Γι’ αυτό, με αποφάσεις που ισοδυναμούν με αποκλεισμό από την προσέγγιση του πελάτη, αποκλείουν τους αγρότες από την πραγματική εμπορία, ενώ οι μεσάζοντες πλουτίζουν πουλώντας τα αγροτικά προϊόντα μέχρι και οκτώ φορές πάνω από την τιμή που δίνουν στον παραγωγό.

Θα περίμενε κανείς ότι η κυβέρνηση του Αλέξη Τσίπρα, με τις αριστερές καταβολές, θα μετέβαλλε σε πρώτη προτεραιότητα την εδώ και τώρα στήριξη του αγρότη, που δεν ξέρει από ωράριο εργασίας, που δεν γεύεται γιορτές, όπως ο κάτοικος της πόλης, που με κρύο, βροχή ή ζέστη πρέπει να είναι στο χωράφι, χωρίς να ξέρει αν στο τέλος θα θερίσει. Αλλά εκεί που περίμενε ένα «ευχαριστώ», του έρχεται η φοροκαταιγίδα. Και πλέον τα περιθώρια επιλογής του στενεύουν δραματικά: Να γίνει κολίγος στο χωράφι του ή να τα παρατήσει; Όταν μάλιστα δεν βλέπει βελτίωση της ζωής του. Όταν δεν υπάρχουν κίνητρα για να κρατήσουν όχι μόνο τον ίδιο στη γη του αλλά και τα παιδιά του. Κίνητρα που να προσελκύσουν και πολλούς άλλους νέους.

Εσύ, Αλέξη Τσίπρα, τι θα έκανες σήμερα αν ήσουν αγρότης; Θα έμενες στο χωράφι ή θα έβαζες την τραγιάσκα και το σακούλι στον ώμο και θα έπαιρνες για δεύτερη φορά το τρένο για τις φάμπρικες του Σόιμπλε;


Σχολιάστε εδώ