Βρογχιολίτιδα, η ίωση που προσβάλλει τα παιδιά τον χειμώνα

Αποτελεί το συχνότερο αίτιο λοίμωξης του κατώτερου αναπνευστικού στο πρώτο έτος ζωής, με τη μέγιστη επίπτωση να παρατηρείται σε ηλικίες 3-6 μηνών. Η βρογχιολίτιδα εμφανίζεται συχνότερα στη διάρκεια του χειμώνα, οπότε και παρατηρούνται συνήθως οι επιδημικές εξάρσεις της νόσου που διαρκούν 4-5 μήνες με έναρξη το Νοέμβριο και αιχμή τον Ιανουάριο ή το Φεβρουάριο. Ωστόσο, σποραδικές περιπτώσεις μπορεί να καταγράφονται όλο το έτος, ιδίως στην αρχή της άνοιξης. Η μετάδοση των παθογόνων γίνεται από άλλο μέλος της οικογένειας, το οποίο νοσεί ή έχει νοσήσει τις τελευταίες 1-3 εβδομάδες, π.χ. από κοινό κρυολόγημα, αλλά αναφέρει ήπιας βαρύτητας συμπτωματολογία από το αναπνευστικό. Και αυτό οφείλεται στο γεγονός πως τα μεγαλύτερα παιδιά και οι ενήλικες ανέχονται καλύτερα τη φλεγμονή και το οίδημα των βρογχιολίων. Η παρουσία μεγαλύτερων αδελφών, ιδίως όταν πηγαίνουν παιδικό σταθμό ή νηπιαγωγείο, η έκθεση σε καπνό τσιγάρου, ιδίως όταν καπνίζει η μητέρα, η διαβίωση σε συνθήκες συνωστισμού και κακής υγιεινής ευνοούν τη μετάδοση των παθογόνων. Ο θηλασμός έχει προστατευτική δράση και πρέπει να ενθαρρύνεται, τουλάχιστον τους πρώτους μήνες ζωής. Αν και τα περισσότερα βρέφη, ανεξαρτήτως της βαρύτητας της νόσου, θα αναρρώσουν χωρίς επιπλοκές, ορισμένες καταστάσεις προδιαθέτουν σε σοβαρή νόσο.

Πώς εκδηλώνεται

Ο μέσος χρόνος επώασης των εμπλεκόμενων παθογόνων είναι 5-7 ημέρες. Στο αρχικό στάδιο, που διαρκεί 2-3 ημέρες, η κλινική εικόνα είναι ήπιας βαρύτητας, προσομοιάζοντας με κοινό κρυολόγημα. Έτσι το βρέφος μπορεί να εμφανίζει ρινική συμφόρηση, επιπεφυκίτιδα, φτάρνισμα, ξηρό βήχα, οξεία μέση ωτίτιδα, μειωμένη πρόσληψη τροφής, εμετούς ή διάρροιες. Ωστόσο, η νόσος εξελίσσεται με την εμφάνιση πυρετού, ταχυκαρδίας και αναπνευστικής δυσχέρειας, που ανάλογα με τη βαρύτητα μπορεί να χαρακτηρίζεται από παροξυσμικό και συχνότερο βήχα, συριγμό, ταχύπνοια >40-80 αναπνοές/λεπτό, γογγυσμό, κυάνωση (μπλε χρώμα δέρματος στα νύχια, τα ωτικά λοβία, την κορυφή της μύτης, τα χείλη και τη γλώσσα), αναπέταση ρινικών πτερυγίων, εισολκές ευένδοτων σημείων του θώρακα (τράχηλος, πλευρές) και κοιλιακή αναπνοή. Ωστόσο, το βρέφος είναι δυσανάλογα ζωηρό και ευερέθιστο, σε σχέση με τον βαθμό της αναπνευστικής δυσφορίας.

Σε ήπια νόσο τα συμπτώματα υποχωρούν εντός 1-3 ημερών, αλλά σε βαρύτερες περιπτώσεις μπορεί να διαρκούν 7-20 ημέρες. Η πλέον κριτική φάση της βρογχιολίτιδας είναι οι πρώτες 2-3 ημέρες από την εισβολή του βήχα και της δύσπνοιας, ενώ μετά η βελτίωση είναι θεαματική και η ανάρρωση πλήρης. Η θνητότητα είναι χαμηλή και αποδίδεται σε κρίσεις παρατεταμένης άπνοιας, μη αντιρροπούμενη αναπνευστική οξέωση και έντονη αφυδάτωση. Οι κρίσεις άπνοιας, δηλαδή η διακοπή της αναπνοής για 15-20ʼʼ, εμφανίζονται νωρίς στην πορεία της νόσου, στη διάρκεια του βαθέως ύπνου και μπορεί να αποτελούν την κύρια εκδήλωση. Σπάνια διαρκούν περισσότερο από 5 ημέρες, αλλά το 10% των περιπτώσεων θα απαιτήσουν νοσηλεία σε ΜΕΘ. Επιπλοκές της βρογχιολίτιδας, ιδίως σε βρέφη πρόωρα ή με σοβαρά υποκείμενα νοσήματα, είναι το σύνδρομο οξείας αναπνευστικής δυσχέρειας, η αποφρακτική βρογχιολίτιδα, η πνευμονία, ο πνευμοθώρακας, το υποδόριο εμφύσημα, η μυοκαρδίτιδα, η καρδιακή ανεπάρκεια, οι αρρυθμίες, οι σπασμοί, η υποτονία, η διέγερση, η υπονατριαιμία, η ηπατίτιδα, ο εγκολεασμός και ο αιφνίδιος θάνατος.

Θεραπεία

Η βρογχιολίτιδα είναι αυτοπεριοριζόμενη νόσος που διαρκεί συνήθως 7-10 ημέρες και μπορεί να αντιμετωπισθεί στο σπίτι, σε συνεργασία με τον παιδίατρο. Νοσηλεία θα απαιτηθεί περίπου στο 3% των περιπτώσεων, κυρίως σε βρέφη < 6 μηνών ή με παράγοντες κινδύνου. Η θεραπεία αφορά κυρίως υποστηρικτικά μέτρα, όπως αντιπυρετικά, συχνές ρινοπλύσεις, μικρά και συχνά γεύματα, ώστε να μην επιβαρύνεται το αναπνευστικό και βέβαια εντατικοποίηση του θηλασμού. Το πάσχων παιδί συστήνεται να τοποθετείται με το κεφάλι και το θώρακα ελαφρά ανυψωμένα (10-300), ώστε ο λαιμός να είναι σε έκταση και να υποβοηθείται η διάνοιξη των αεραγωγών.

Πώς μπορεί να προληφθεί

Δυστυχώς δεν υπάρχουν κατάλληλα εμβόλια για να προφυλάξουν τα παιδιά από τη βρογχιολίτιδα. Ωστόσο συνίσταται ο ετήσιος εμβολιασμός με αντιγριππικό εμβόλιο σε παιδιά και ενήλικες που ασχολούνται με περιποίηση βρεφών μικρότερα των 6 μηνών. Ένα εξαιρετικά σημαντικό και εύκολο μέτρο προφύλαξης αποτελεί ο θηλασμός, με τον οποίο ακόμα και το βρέφος που θα νοσήσει, θα εκδηλώσει νόσο ήπιας βαρύτητας και θα αναρρώσει ταχύτερα. Σημαντικό είναι να αποφεύγεται το κάπνισμα στο περιβάλλον του βρέφους και ο συγχρωτισμός με ενήλικες ή παιδιά που έχουν συμπτώματα λοίμωξης του ανώτερου αναπνευστικού, ενώ δεν πρέπει να παραλείπεται το συχνό και σχολαστικό πλύσιμο των χεριών πριν την επαφή με ένα βρέφος.


Σχολιάστε εδώ