Γιατί κέρδισε ο Μητσοτάκης

Η ανατροπή ωστόσο έγινε και υπάρχουν πολλοί και διαφορετικοί λόγοι που τα μέλη και οι φίλοι της Νέας Δημοκρατίας αποφάσισαν, έστω και με ισχνή διαφορά από τον κ. Μεϊμαράκη, να δώσουν τα ηνία στον κ. Μητσοτάκη. Καθοριστικό ρόλο, όπως προκύπτει από τα επιμέρους αποτελέσματα, διαδραμάτισε η σημαντική στήριξη που είχε ο τελευταίος από τους Απ. Τζιτζικώστα και Άδ. Γεωργιάδη, έτσι ο κ. Μεϊμαράκης βρέθηκε να «πολεμάει» απέναντι σε ένα μέτωπο τριών. Την έκβαση της μάχης έκρινε σε μεγάλο βαθμό η σταθερή τακτική του κ. Μητσοτάκη αφενός και αφετέρου τα λάθη στρατηγικής του κ. Μεϊμαράκη. Στα παραπάνω πρέπει να συνυπολογίσει κανείς τη μεταξύ τους διαφορά σε θέματα οργάνωσης και συντονισμού της προεκλογικής εκστρατείας.

Ο Άδ. Γεωργιάδης τάχθηκε εξαρχής στο πλευρό του κ. Μητσοτάκη κι ως εκ τούτου δεν ήταν έκπληξη ότι τον στήριξε με όλες του τις δυνάμεις. Αντίθετα, ο Απ. Τζιτζικώστας ναι μεν κάλεσε τους ψηφοφόρους του να ψηφίσουν κατά συνείδηση, αλλά όπως δείχνουν τα αποτελέσματα στη Βόρεια Ελλάδα (ιδίως στην Κεντρική Μακεδονία) στο παρασκήνιο εργάστηκε σκληρά υπέρ του κ. Μητσοτάκη. Την ίδια στιγμή που στο αντίπαλο στρατόπεδο είχαν μείνει με την εσφαλμένη εντύπωση ότι θα παραμείνει ουδέτερος. «Πήρε εκδίκηση και από τους Καραμανλικούς, που με τη στάση τους του είχαν στερήσει τη δυνατότητα να διεκδικήσει την αρχηγία», εκτιμούν στελέχη της παράταξης.

Ορισμένες δυνάμεις εντός κι εκτός Νέας Δημοκρατίας συνασπίστηκαν κατά του κ. Μεϊμαράκη, θέλοντας με τον τρόπο αυτό να πλήξουν τον Κ. Καραμανλή, ο οποίος τον στήριζε, με σκοπό να βάλουν φρένο στα διάφορα σενάρια περί επανόδου του στην πρώτη γραμμή ως επικεφαλής μιας οικουμενικής κυβέρνησης με τις ευλογίες του ΣΥΡΙΖΑ. Εξ ου και το τελευταίο δεκαήμερο προ των εκλογών «φούντωσαν» τα σενάρια και οι αναφορές στα Μέσα Ενημέρωσης για τις «υπόγειες διασυνδέσεις» Αλ. Τσίπρα και Κ. Καραμανλή. Ταυτόχρονα ο κ. Μεϊμαράκης εμφανιζόταν ως «πρόθυμος» για τη συνεργασία ΣΥΡΙΖΑ – ΝΔ, κάτι που για ένα σημαντικό τμήμα των Νεοδημοκρατών ήταν απαγορευτικό. Ο τελευταίος προσπάθησε να ανατρέψει την εικόνα που πήγαινε να δημιουργηθεί, χωρίς ωστόσο να τα καταφέρει. Στο επιτελείο του κ. Μεϊμαράκη, αλλά και αρκετά ακόμη στελέχη, υποστηρίζουν ότι αν οι εκλογές είχαν διεξαχθεί κανονικά στις 22 Νοεμβρίου θα είχε εκλεγεί από τον πρώτο γύρο και με διαφορά από τους άλλους τρεις υποψηφίους. Έτσι επαναφέρουν αναγκαστικά στο τραπέζι τη συζήτηση για το ποιος ευθύνεται και ποιους ωφέλησε το φιάσκο. Ο κ. Μητσοτάκης επικράτησε στο Λεκανοπέδιο με 14 μονάδες διαφορά (57% έναντι 43% – 15.000 ψήφοι), και όχι μόνο κάλυψε το προβάδισμα που είχε ο κ. Μεϊμαράκης σε όλες σχεδόν τις άλλες περιφέρειες αλλά και πέρασε μπροστά. Το σίγουρο είναι ότι ο πρώτος είχε πίσω του ένα ισχυρό και καλά οργανωμένο επιτελείο στελεχών που δούλεψαν συστηματικά σε όλα τα επίπεδα. Από την πλευρά του, ο κ. Μεϊμαράκης, όπως κι ο ίδιος παραδέχθηκε, δεν είχε επιτελείο, δεν είχε χρήματα να δαπανήσει. Η αλήθεια είναι ότι ακόμη και οι άνθρωποι που είχαν αναλάβει να τον στηρίξουν στην προσπάθεια αυτή λειτουργούσαν αποσπασματικά και χωρίς κανέναν συντονισμό, ενώ είχε επιλέξει να μιλάει με έναν στενό κύκλο στενών συνεργατών του. Ορισμένοι αποδίδουν τη στάση του αυτή και στο ότι -όπως λένε- δεν ήθελε πραγματικά να εκλεγεί αρχηγός. Την εκτίμησή τους αυτή ήρθε να ενισχύσει η εκ των υστέρων δήλωσή του ότι στη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου είχε σκεφτεί να αποχωρήσει, αλλά δεν το έκανε μόνο και μόνο γιατί δεν θα μπορούσε να το εξηγήσει στον κόσμο της παράταξης. Εξάλλου, αρκετά στελέχη θεωρούν λάθος το γεγονός ότι μεταξύ πρώτου και δευτέρου γύρου δεν προσπάθησε να έρθει σε επαφή και σε συνεννόηση με τους κ. Τζιτζικώστα και Γεωργιάδη. Μπορεί η στάση του αυτή να δείχνει πολιτική εντιμότητα, ωστόσο ορισμένες αποφάσεις και επιλογές είναι ενίοτε αποτέλεσμα «συνδιαλλαγής».


Σχολιάστε εδώ