Κλείνουν το μάτι στον Βαγγέλη οι κάλπες

Αν και κανείς δεν μπορεί να προδικάσει με απόλυτη βεβαιότητα το τελικό αποτέλεσμα, όλα τα στοιχεία και οι ενδείξεις συγκλίνουν στο ότι νικητής των εκλογών θα είναι ο Β. Μεϊμαράκης. Με τις εκτιμήσεις να προσδιορίζουν τη διαφορά από τον Κυρ. Μητσοτάκη στις 10 έως και 20 μονάδες (60%-40%).

Ο κ. Μεϊμαράκης αποποιείται τον τίτλο του φαβορί, αλλά εμφανίζεται αισιόδοξος ότι θα είναι αυτός που θα επιλέξουν οι Νεοδημοκράτες για να ηγηθεί της παράταξης, προκειμένου να την επαναφέρει στη θέση που της αξίζει, στην εξουσία. Από την πλευρά του ο κ. Μητσοτάκης αποδέχεται τον τίτλο του outsider, αλλά δηλώνει έτοιμος να κάνει την έκπληξη και να εκλεγεί αρχηγός. Με αρκετά στελέχη να «προειδοποιούν» ότι σε μια τέτοια περίπτωση η παράταξη θα μπει σε μεγάλες περιπέτειες, που μπορεί να την οδηγήσουν ακόμη και στη διάσπαση. Οι τελευταίες δημοσκοπήσεις αποτύπωσαν την υπεροχή του κ. Μεϊμαράκη στην παράσταση νίκης (46% έναντι 30%), κάτι που άλλωστε αναγνωρίζουν στελέχη όλων των τάσεων εντός της Νέας Δημοκρατίας.

Καθοριστικό ρόλο στην έκβαση της αναμέτρησης αναμένεται να διαδραματίσει αφενός ο βαθμός συμμετοχής στις εκλογές και αφετέρου η στάση που θα τηρήσουν οι 128.000 πολίτες που στον πρώτο γύρο είχαν ψηφίσει τους Απ. Τζιτζικώστα και Άδ. Γεωργιάδη. Η συμμετοχή θα είναι σαφώς μικρότερη από αυτήν του πρώτου γύρου, αλλά από τη Λ. Συγγρού εκτιμούν ότι ο τελικός αριθμός θα υπερβεί κατά πολύ τις 300.000. Ο κ. Τζιτζικώστας προέτρεψε τους υποστηρικτές του σε ψήφο κατά συνείδηση, ωστόσο οι περισσότεροι βουλευτές και τα στελέχη που τον στήριξαν τώρα έχουν ταχθεί υπέρ του κ. Μεϊμαράκη. Άλλοι εμφανώς (Θ. Ζαγοράκης, Απ. Βεσυρόπουλος κ.ά.) κι άλλοι ενεργώντας στο παρασκήνιο (Κ. Σκρέκας, Ανδρ. Κατσανιώτης κ.ά.). Ο κ. Γεωργιάδης τάχθηκε εξαρχής στο πλευρό του κ. Μητσοτάκη, αλλά δεν είναι βέβαιο ότι θα τον ακολουθήσουν σύσσωμοι οι ψηφοφόροι του. Τις τελευταίες ημέρες της προεκλογικής περιόδου οι δύο μονομάχοι έριξαν το βάρος των προσπαθειών τους στο λεκανοπέδιο της Αττικής και στη Βόρεια Ελλάδα, ενώ είχαν επαναλαμβανόμενες παρουσίες στα Μέσα Ενημέρωσης. Στο λεκανοπέδιο η μάχη δόθηκε «πόρτα πόρτα», ενώ τα τηλέφωνα «πήραν φωτιά», καθώς τα επιτελεία των κ. Μεϊμαράκη και Μητσοτάκη επικοινώνησαν με όλους σχεδόν όσους ψήφισαν στις εκλογές του πρώτου γύρου. Στη Βόρεια Ελλάδα ο κ. Μητσοτάκης επιχείρησε να σπάσει το σκληρό μέτωπο που δημιουργήθηκε υπέρ του κ. Μεϊμαράκη, χωρίς ωστόσο σημαντικά αποτελέσματα, καθώς οι εκτιμήσεις είναι ότι η μεταξύ τους διαφορά στη συγκεκριμένη περιοχή θα είναι πολύ μεγάλη. Ο τελευταίος έχει τη στήριξη της συντριπτικής πλειονότητας των βουλευτών, ενώ περιορισμένος είναι ο αριθμός (6-8) αυτών που υποστηρίζουν τον αντίπαλό του.

Αντιπαράθεση

Η μακρά και κοπιώδης προεκλογική περίοδος έκλεισε μέσα σε κλίμα έντονης αντιπαράθεσης, καθώς Β. Μεϊμαράκης και Κυρ. Μητσοτάκης διασταύρωσαν τα ξίφη τους τόσο για το (πρόσφατο) παρελθόν όσο και για το (άμεσο) μέλλον.

Ο κ. Μεϊμαράκης αμφισβήτησε την ικανότητα του κ. Μητσοτάκη να διασφαλίσει την ενότητα της παράταξης και να εκφράσει το σύνολο των οπαδών, δεδομένου ότι η φιλελεύθερη ιδεολογία την οποία ασπάζεται δεν είναι κυρίαρχη στο εσωτερικό της Νέας Δημοκρατίας. Και ως εκ τούτου δεν θα καταφέρει να της προσδώσει την αναγκαία δυναμική προκειμένου να διεκδικήσει την επάνοδό της στην εξουσία. Ο κ. Μεϊμαράκης άσκησε κατ’ επανάληψη κριτική στα πεπραγμένα του κ. Μητσοτάκη στο υπουργείο Διοικητικής Μεταρρύθμισης επί κυβερνήσεως Αντ. Σαμαρά και συγκεκριμένα για τις απολύσεις δημοσίων υπαλλήλων και των καθαριστριών, επιρρίπτοντάς του μάλιστα μέρος των ευθυνών για την ήττα της Νέας Δημοκρατίας στις εκλογές του περασμένου Ιανουαρίου.

Ευρισκόμενος προφανώς σε δυσχερή θέση, ο κ. Μητσοτάκης επιχείρησε να αμβλύνει τις δυσμενείς εντυπώσεις με μια κυβίστηση: Υπεραμύνθηκε μεν το έργο του στο υπουργείο, αλλά διευκρίνισε ότι κλήθηκε να εφαρμόσει μια συμφωνημένη πολιτική, αν και ο ίδιος δεν συμφωνούσε με τις απολύσεις. Προσπάθησε κατ’ επανάληψη να αποτινάξει τη «ρετσινιά» του νεοφιλελεύθερου λέγοντας ότι ασπάζεται πλήρως τις αρχές του ιδρυτή της παράταξης.

Αντικείμενο της μεταξύ τους αντιπαράθεσης αποτέλεσε και η προοπτική επανόδου της Νέας Δημοκρατίας στην εξουσία. Ο κ. Μεϊμαράκης θεωρεί ότι η παράταξη είναι έτοιμη να αναλάβει τις τύχες της χώρας, ήταν έτοιμη -όπως είπε- και στις εκλογές του περασμένου Σεπτεμβρίου, πιστεύει δε ότι με την κατάρρευση που θα έχει η κυβέρνηση πολύ σύντομα η Νέα Δημοκρατία θα προηγηθεί του ΣΥΡΙΖΑ στις δημοσκοπήσεις. Ο κ. Μητσοτάκης αντιθέτως υποστηρίζει ότι η παράταξη θα χρειαστεί κάποιους μήνες για να είναι έτοιμη, εξ ου και ανακοίνωσε πρόγραμμα… 111 ημερών που θα θέσει σε εφαρμογή στην περίπτωση που εκλεγεί αρχηγός. Κατά τον κ. Μεϊμαράκη η θέση αυτή του αντιπάλου του λειτουργεί ανασταλτικά στην προοπτική ανάκαμψης της παράταξης και υπονομεύει τις όποιες προσπάθειες ανασύνταξης.


Σχολιάστε εδώ