Η άλλη άποψη…
Είμαστε υπεύθυνοι για την επιβίωση της ελπίδας
«Στο σταυροδρόμι στο οποίο βρισκόμαστε, φαίνεται να επανέρχονται στο προσκήνιο τα πολιτικά διλήμματα που χαρακτηρίζουν τον φιλελευθερισμό από την πρώτη μέρα. Ακόμα μια φορά, ο κόσμος μας βρίσκεται αντιμέτωπος με το πανάρχαιο δίλημμα ανάμεσα στην εμμονή στο αδιέξοδο και ανυπόφορο υπάρχον και στον ανοικτό κοινωνικοπολιτικό πειραματισμό, ανάμεσα στην τυφλή και άκριτη συντήρηση και στην άγνωστη πρόοδο, ανάμεσα σε εκείνο που δεν μπορεί να υπάρχει πια και σε εκείνο που δεν υπάρχει ακόμα. Σήμερα όμως η ιστορική αυτή σύγκρουση γίνεται με νέους όρους. Ενώ η ιδεολογικά ολοκληρωτική και πολιτικά αυταρχική Δεξιά εμφανίζεται ολοένα και πιο συσπειρωμένη, η Αριστερά εξακολουθεί να ταλανίζεται από δισταγμούς, αμφιθυμίες και εσωτερικές ρωγμές. Και υπό τις συνθήκες αυτές, κανείς δεν είναι δυνατόν να προβλέψει την έκβαση της μάχης. Πράγματι, ο χρόνος δεν λειτουργεί κατ’ ανάγκην ούτε υπέρ του λόγου ούτε υπέρ της αξιακής προόδου ούτε υπέρ της δικαιοσύνης. Επιπλέον, είναι γεγονός ότι, αντίθετα με τη συχνά ιδεοληπτική Αριστερά, η συντηρητική παράταξη γνωρίζει να αξιοποιεί τα τακτικά και επικοινωνιακά της πλεονεκτήματα κερδίζοντας απλώς καιρό. Αν λοιπόν παρέλθει μεγάλο διάστημα δίχως σημαίνουσες ανατροπές, μπορεί να έχει χαθεί πολύ περισσότερο από μια μάχη. Και τότε θα μπορούσε να ισχύει αυτό που είχε πει ένας αναρχικός σουρεαλιστής Βέλγος στην αρχή του 20ού αιώνα: ”Προλετάριοι όλων των εθνών, δεν έχω πια τίποτε να σας συμβουλεύσω”. Ένα τέτοιο ενδεχόμενο όμως δεν έχουμε το δικαίωμα να αφήσουμε να επισυμβεί. Αν μη τι άλλο, είμαστε υπεύθυνοι για την επιβίωση της ελπίδας».
***
Διά χειρός…
…του Κυριάκου Αθανασίου, ομότιμου καθηγητή ΕΚΠΑ, από το άρθρο του στην «Εφημερίδα των Συντακτών» με τίτλο «Για ποια ”αντιμεταρρύθμιση” μιλάτε;»:
Ο άθλος της Άννας πέτυχε να δυσφημίσει τα ελληνικά πανεπιστήμια
«Νομίζω πως η μεγάλη επιτυχία της κ. Διαμαντοπούλου, μάλλον και η μοναδική της, ήταν η επιτυχημένη καμπάνια δυσφήμησης του Ελληνικού Πανεπιστημίου ως ”παλιού”, δηλ. ως ”παλιο-πανεπιστήμιου”.
Θυμίζω το μπαράζ των άρθρων δυσφήμησης που κατέκλυσαν τον ελληνικό Τύπο και την τηλεόραση, λίγο πριν από την κατάθεση του συγκεκριμένου νόμου, με τα οποία στηλιτευόταν η οικογενειοκρατία, η ανικανότητα των πανεπιστημιακών και ο αναχρονισμός των σπουδών που χορηγούν τα ελληνικά ΑΕΙ».
«Σε ό,τι αφορά το παραμύθι της ”τεράστιας πλειοψηφίας”, με την οποία ψηφίστηκε ο ν.Δ., έχω να παρατηρήσω τα εξής: φυσικά και πέρασε με τέτοια πλειοψηφία ένας νόμος που έφερε για ψήφιση μια υπουργός της ”Κεντροαριστεράς”, όταν ο συγκεκριμένος νόμος οικειοποιήθηκε όλη τη λογική της πιο συντηρητικής Δεξιάς. Θα ήταν ανόητοι οι νεοδημοκράτες να μη συναινούσαν. Το ερώτημα είναι αν αυτός ο βαθμός αποδοχής της συγκεκριμένης Βουλής είχε αντίκρισμα στην ακαδημαϊκή κοινότητα και την κοινωνία. Μια κοινωνία που αποδοκίμασε τα δύο συγκεκριμένα κόμματα και την πολιτική τους πολύ σύντομα.
Αυτό που προσπάθησε να αλλάξει ο ν.Δ. ήταν ένα πανεπιστήμιο που παρ’ όλη τη λαίλαπα του ν.Δ. στάθηκε στα πόδια του και αφού ξεπέρασε τη δυσφήμηση και παρ’ όλη την υποχρηματοδότηση που υπέστη από τότε χωρίς διορισμούς, με αφαίρεση των αποθεματικών του και σταδιακή αποχώρηση χωρίς αντικατάσταση κάπου τού ενός 10-20% του δυναμικού του, αναγνωρίστηκε ως ένα πανεπιστημιακό σύστημα με αξιόλογη παρουσία και κατάταξη. Ας μην ξεχνάμε πως το ελληνικό πανεπιστημιακό σύστημα είναι ο καλύτερος εξαγωγέας πτυχιούχων σε πανευρωπαϊκό επίπεδο. Κάτι, που πέρα από τη δραματικότητά του ως φαινομένου, καταμαρτυρεί μια ποιότητα.
Την ποιότητα που ξέρει να εκτιμά αυτός που κάνει τις εισαγωγές. Επιπλέον, να θυμίσω σε τι συνθήκες οικονομικής δυσπραγίας διδάσκει και ερευνά ο Έλληνας ακαδημαϊκός: μία δημοσίευση από την Ελλάδα, με δικούς μου υπολογισμούς, κοστίζει περίπου το 1/5 μιας αντίστοιχης στη Σουηδία».