Να στραφούμε στη γη, να μην περιμένουμε την ελεημοσύνη των Ευρωπαίων!
// Κύριε Βόγλη, περιμένατε αυτήν την έκρηξη βίας στην καρδιά της Ευρώπης και στη γύρω περιοχή;
Με το πρόσχημα του θρησκευτικού φανατισμού γίνονται φρικαλεότητες. Η αλήθεια όμως είναι άλλη. Η Δύση ισοπέδωσε τον Καντάφι, τον Σαντάμ, έδωσε όπλα σε ακραίες ομάδες για να αποτινάξουν τους δικτάτορες από τις χώρες αυτές και τώρα πληρώνει το τίμημα. Ο Οσάμα Μπιν Λάντεν δεν ήταν δημιούργημα της Αμερικής; Η αποσταθεροποίηση της Μέσης Ανατολής τους συμφέρει για το θέμα του πετρελαίου. Ο Τσέχοφ έγραφε στον «Θείο Βάνια»: «Άνθρωπε γιατί ξεριζώνεις τα δάση; Για τα καύσιμα;». Είχε πέσει μέσα.
Δυστυχώς, οι μικρές χώρες δεν αποφασίζουν για τη μοίρα τους. Τους βάζουν οι μεγάλες δυνάμεις να τρώγονται, όπως και τη χώρα μας. Αν κάνουμε την κίνηση να φύγουμε από το ευρώ θα μας αποκλείσουν απ’ όλα. Για αυτό στραφείτε στη γη. Να μην περιμένουμε την ελεημοσύνη των Ευρωπαίων. Να κοιτάξουμε να ορθοποδήσουμε.
// Φαίνεται ότι τα έργα που αφορούν την αγροτιά σας καλούν ως σειρήνες. Δεν θα σας ξεχάσουμε ποτέ στην ταινία «Το χώμα βάφτηκε κόκκινο» με την εξέγερση των αγροτών απέναντι στους τσιφλικάδες. Φέτος στο «Νέο Θέατρο Βασιλάκου», στην παράσταση «Θείος Βάνιας» του Τσέχοφ, υποδύεστε έναν σκαπανέα της γης, που ο στενός συγγενής του, ο καθηγητής της οικογένειας, τον οποίο θεωρούσε σοφό και τον θαύμαζε κιόλας, θέλει να πουλήσει το κτήμα τους. Ο ήρωάς σας διαψεύδεται, ποικιλοτρόπως. Αλήθεια, τι σημαίνει για τον άνθρωπο το χώμα;
Επιβίωση. Αυτάρκεια. Αυτό που έπρεπε τόσα χρόνια να είχαμε καταφέρει στη χώρα μας. Και δεν θα φοβόμασταν κανέναν. Αλλά όταν ο θεσσαλικός κάμπος είναι σπαρμένος με βαμβάκι και όχι με σιτάρι τι περιμένετε; Πρόσφατα με κάλεσαν στη Θεσσαλία να με τιμήσουν για την ταινία «Το χώμα βάφτηκε κόκκινο» και βλέπω ένα άλλο τοπίο. Τότε στα γυρίσματα ήταν μια θάλασσα σιταριού. Χάρηκα τη βράβευση αλλά στεναχωρήθηκα από τα χωρισμένα χωράφια με το βαμβάκι. Τους λέω: «Ρε παιδιά, γιατί;». «Για τις επιδοτήσεις», μου απάντησαν. Όταν κάνεις τους αγρότες σου τεμπέληδες, έχεις τελειώσει ως χώρα. Εισάγουμε πατάτες, λεμόνια, σκόρδα; Ντροπή! Εδώ έβαλαν στα χωράφια φωτοβολταϊκά για να βγάλουν εύκολα λεφτά. Χρεώθηκαν σε τράπεζες και ποιο είναι το αποτέλεσμα; Μπαίνουν μέσα και φορολογούνται. Ελεύθερος και αυτόνομος είσαι όταν καλλιεργείς με κόπο τη γη.
// Η Ελλάδα φτωχοποιείται, η γειτονιά μας φλέγεται με τον εμφύλιο πόλεμο στη Συρία και ορδές προσφύγων κατακλύζουν τη χώρα. Στο όλο σκηνικό έρχονται να προστεθούν και οι τεταμένες σχέσεις Ρωσίας – Τουρκίας. Φοβάστε;
Πιστεύω ότι στην Ευρώπη χτίζονται νέα τείχη. Όπως αυτό που έπεσε στο Βερολίνο. Για να μην μπουν άλλοι πρόσφυγες και άλλοι οικονομικοί μετανάστες. Οι Γερμανοί, από τη φύση τους, είναι ένα λαός με επεκτατικές βλέψεις. Δεν πίστεψα ποτέ στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Υπάρχουν τόσοι διαφορετικοί πολιτισμοί στην Ευρώπη, που δεν μπορούν να ξεπεραστούν, ιστορικά, ούτε οι νοοτροπίες τους ούτε οι αντιθέσεις τους. Πάντως, σιγά σιγά, οι χώρες του Νότου αρχίζουν να σηκώνουν κεφάλι στον πλούσιο Βορρά, που μας θέλει αποικία του. Εγώ νιώθω ότι αυτή η Ευρώπη θα διαλυθεί. Η ανθρωπιστική κρίση πλέον είναι μεγάλη.
Όσο για ένα μεγαλύτερο «μπαμ» στην περιοχή, αυτό το απεύχομαι. Όταν όμως οι ισχυροί αυτού του κόσμου θέλουν να συσσωρεύσουν πλούτο πάντα παίζουν με τις τύχες των λαών. Σκοτώνονται άνθρωποι για τα συμφέροντα.
// Πώς βλέπετε να έρχεται το 2016 για τη χώρα μας;
Είμαστε από ισχυρή γενιά. Η χώρα μας έχει ζήσει μεγάλες προσφυγιές. Και το 1922 και μετά την Κατοχή και με το Κυπριακό. Η Ελλάδα θα επιβιώσει, γιατί δεν είναι απλά μια χώρα αλλά ιδεολογία. Έχει μάθει να πολεμάει και να ξανασηκώνεται. Στη δυσκολότερη φάση μας δίνουμε χέρι βοήθειας στους πρόσφυγες. Τους βγάζουμε από τη θάλασσα, τους φιλοξενούμε. Οι Έλληνες είναι ο πιο ζεστός λαός στον κόσμο. Αν και οι κυβερνήσεις μας πάνε να μας φορολογήσουν και τη χειραψία και την αγκαλιά. Όλα τα άλλα τα έχουν φορολογήσει.
// Κύριε Βόγλη, από πού είναι η καταγωγή σας;
Η καταγωγή μου, οι ρίζες μου, είναι από τη Σμύρνη. Ο παππούς μου και ο πατέρας μου φύγανε από τη Μικρά Ασία το 1922, πέρασαν στη Χίο αλλά κατέληξαν στην Κρήτη. Οι αδερφές του πατέρα μου έμειναν στην Κρήτη αλλά ο πατέρας μου ήρθε να εργαστεί στην Αθήνα. Στην πρωτεύουσα γνώρισε και τη μητέρα μου. Η πλάκα είναι ότι όταν επισκέφτηκα την Κρήτη ανακάλυψα ότι έχω πολύ μεγάλο σόι και πολλές ανιψιές. Μάλιστα, ο δεύτερος ξάδερφός μου είναι ο Μητροπολίτης Αρκαλοχωρίου Ανδρέας, για τον οποίο είμαι υπερήφανος.
Τα παιδικά μου χρόνια ήταν πολύ δύσκολα. Είμαι παιδί της Κατοχής. Ο πατέρας μου σκοτώθηκε στον πόλεμο στο αλβανικό μέτωπο. Η μητέρα μου έμεινε χήρα σε νεαρή ηλικία. Η πείνα θέριζε τον κόσμο. Έτσι αποφάσισε να παντρευτεί τον παιδικό φίλο του πατέρα μου.
// Στάθηκε πατέρας για εσάς;
Ναι. Όπως σας είπα, η μητέρα μου τρία χρόνια μετά τον θάνατο του πατέρα μου αποφάσισε να παντρευτεί τον καλύτερό του φίλο. Το φοβερό ήταν ότι και οι δύο, ως παλικάρια, ήταν γοητευμένοι από εκείνη. Μόλις ο πατέρας μου κατάλαβε ότι ο φίλος του θα τη ζητούσε σε γάμο, εκείνος πρόλαβε και της έκανε την πρόταση. Η μητέρα μου δέχθηκε. Τον ήθελε και εκείνη. Ήρθαν όμως έτσι τα πράγματα και ο πατέρας μου σκοτώθηκε και ήρθε η ώρα του φίλου του. Πάντως για μένα αυτός ο άνθρωπος στάθηκε καλύτερα και από πατέρας. Για μένα ήταν ο μπαμπάς μου. Αυτόν γνώρισα. Ύστερα από δεκατρία χρόνια μου χάρισαν και μια αδερφούλα. Θυμάμαι μέναμε στον Βύρωνα, στην Καισαριανή και οι εκτελέσεις ήταν καθημερινότητα. Στη μνήμη μου είναι χαραγμένοι οι θάνατοι των αντιστασιακών. Ακόμη και τα παιχνίδια μας ως μικρά παιδιά ήταν τα όπλα. Τα φτιάχναμε από ξύλο. Οι κακουχίες δεν σταματούσαν. Ο πατριός μου ήταν αριστερός. Στον εμφύλιο πήγε εξορία και ανέλαβα εγώ την οικογένεια.
// Από τα λεγόμενά σας, πρέπει να ήσασταν πολύ δεμένη οικογένεια, σωστά;
Ναι. Ήμουν πάρα πολύ δεμένος με την αδερφή μου. Τη χάσαμε στα σαράντα της χρόνια από καρκίνο. Ήταν μεγάλο χαστούκι για μένα η απώλειά της. Τα δύο ανίψια μου δεν τα ξεχωρίζω από τα παιδιά μου και από την εγγόνα μου.
// Από μικρός θέλατε να γίνετε ηθοποιός;
Εγώ πήγαινα σε νυχτερινό σχολείο. Το πρωί εργαζόμουν ως επιπλοποιός. Μου άρεσε το ξύλο. Μέχρι και σήμερα φτιάχνω έπιπλα. Στο νυχτερινό σχολείο που πήγαινα ο καθηγητής φιλολογίας, ο κύριος Κοφινάς, με έβλεπε στις σχολικές εορτές και στις θεατρικές παραστάσεις. Είχε καταλάβει το ταλέντο μου. Έγραφα και ωραίες εκθέσεις, άλλα ήμουν ανορθόγραφος. Μου έλεγε: «Όμορφο το χωράφι σου, αλλά γεμάτο παπαρούνες». Παντού υπήρχαν διορθώσεις του με κόκκινο στυλό. Μου έλεγε: «Αφού ξέρεις τους κανόνες, γιατί κάνεις λάθη;». «Γιατί η σκέψη μου βιάζεται», του απάντησα. Έτσι μου είπε: «Θα γράφεις την έκθεση στο μάθημα και στο διάλειμμα θα τη διορθώνεις». Έτσι έμαθα την έννοια της πειθαρχίας, που είναι λυτρωτική για τη ζωή και για τις επιθυμίες. Θυμάμαι μου είχε πει: «Έλα εσύ εδώ». Πήγα δειλά. Με ρώτησε: «Τι θέλεις να γίνεις στη ζωή σου; Τι σε εκφράζει; Μίλα». Του απάντησα: «Καλλιτέχνης». Και αυτός με συμβούλεψε: «Να γίνεις ηθοποιός. Αλλά αν δεν γίνεις αξιόλογος, αν δεν γίνεις κάτι, θα είσαι δυστυχής».
// Πώς γνωριστήκατε με τη σύζυγό σας;
Μέσα από την ταινία «Ερόικα» του Κακογιάννη. Η γυναίκα μου η Μιράντα έπαιζε στην ταινία. Είχε έρθει στην Ελλάδα έπειτα από πρόσκληση μιας ελληνίδας φίλης της, καθώς ήταν Σκωτσέζα. Σ’ ένα γύρισμα, σε μια βίλα στην Κηφισιά, έπαιρνα και εγώ τότε μέρος, ακόμα σπούδαζα στη σχολή, την είδα και την ερωτεύτηκα κεραυνοβόλα. Αιθέριο πλάσμα. Παντρεύτηκα 23 ετών και 25 απέκτησα τον γιο μου. Μετά ήρθε ο δεύτερος. Δεν σκέφτηκα ποτέ να χωρίσω. Μας δένει τεράστια αγάπη με τη Μιράντα. Η αγάπη είναι πάνω από τον έρωτα. Η γυναίκα μου πάντα μ’ ακολουθούσε σ’ όλα μου τα βήματα. Όταν της είπα να πάμε στο Λονδίνο για να ξεκινήσω εκεί την καριέρα μου ή στην Αμερική, αυτή ποτέ δεν εναντιώθηκε. Με θαύμαζε, με πίστευε. Η Μιράντα κράτησε την οικογένεια και είναι υπέροχη μάνα και γιαγιά.
// Πώς ξεκίνησε η καριέρα σας στον κινηματογράφο;
Ήμουν στο Λονδίνο όταν με πήραν τηλέφωνο από τη FINOS FILM και μου είπαν να πάρω μέρος σε μια ταινία που τη θεωρούσαν πολύ σημαντική. Εγώ δεν ήξερα τον σκηνοθέτη Βασίλη Γεωργιάδη. Είχα τους ενδοιασμούς μου. Δεν είχα συνεργαστεί ποτέ με τον Φίνο. Αφού έφτασα με το αυτοκίνητο στο Μιλάνο και ξαναγύρισα στη Γενεύη, είπα από μέσα μου: «Όχι, θα πας στην Ελλάδα, έδωσες τον λόγο σου. Τι βλακείες είναι αυτές; Θα ξαναγυρίσεις στο Λονδίνο;».
Όταν πήρα το σενάριο του Νίκου Φώσκολου και διάβασα αυτά που έγραφε για τη γη, για την ιδιοκτησία, τα κτήματα, την εξέγερση, όταν είδα από κοντά τον Μάνο Κατράκη, τον Νίκο Κούρκουλο και άκουσα τη μουσική του Μίμη Πλέσσα, κατάλαβα τη δυναμική της. Ο Βασίλης Γεωργιάδης έδωσε κύρος σε μια ταινία που ως βασικό μύθο είχε τον άσωτο υιό. Στην ουσία της όμως μιλούσε για τους τσιφλικάδες και τους απλούς αγρότες, για την εκμετάλλευση των πλουσίων. Η ταινία ήταν, το 1966, υποψήφια για Όσκαρ ξενόγλωσσης ταινίας.
// Η ταινία «Κορίτσια στον ήλιο», υποψήφια και αυτή για Όσκαρ ξενόγλωσσης ταινίας το 1969, σας έκανε σταρ στις καρδιές όλων των κοριτσιών. Πώς έγινε αυτή η ταινία;
Η ταινία αυτή ήταν μια ιδέα του παραγωγού Κλέαρχου Κονιτσιώτη, σε σκηνοθεσία Βασίλη Γεωργιάδη, σενάριο Ιάκωβου Καμπανέλλη και μουσική Σταύρου Ξαρχάκου. Κάτι πρωτόγονο πρέπει να έβγαζα στον σκηνοθέτη και μου έδωσε έναν παρόμοιο ρόλο, αυτόν του κτηνοτρόφου, που ερωτεύτηκε την τουρίστρια και κατηγορήθηκε λανθασμένα για βιασμό, ενώ αυτός ήθελε να της δώσει κάποια αμύγδαλα.Πάντως εγώ δεν είχα αίσθηση της αρρενωπότητάς μου.
Ήμουν μικροπαντρεμένος και ζούσα μια άλλη πραγματικότητα. Είχα το χρέος της οικογένειας. Δεν με ένοιαζαν οι θαυμάστριες. Αλίμονο αν είχα γνώση. Δεν ήμουν ωραιοπαθής. Είχα την αγωνία να εδραιωθώ στο θέατρο.
// Στην τηλεόραση έχετε πρωταγωνιστήσει σε τριάντα σειρές. Γιατί απέχετε;
Για να είσαι σήμερα στην τηλεόραση πρέπει να είσαι σεφ. Σε μια χώρα που πεινάει και περνάει δύσκολες ώρες, δεν είναι τρελό να υπάρχουν τόσες εκπομπές μαγειρικής με γκουρμέ συνταγές; Τι να πω; Φάτε μάτια ψάρια και κοιλιά περίδρομο. Έχει γίνει δύσκολος ο χώρος για τους ηθοποιούς. Ευτυχώς που τα παιδιά μου δεν ασχολήθηκαν με το θέατρο, αν και δεν τα εμπόδισα.