12,2 δισ. ευρώ μπορεί να… παράγει ο αγρο-διατροφικός τομέας!

Αυτό υποστηρίζει μελέτη της Διεύθυνσης Οικονομικής Ανάλυσης της Εθνικής Τράπεζας, επισημαίνοντας ότι είναι ευνοημένος από τα εγγενή φυσικά χαρακτηριστικά της Ελλάδας ο αγροτικός τομέας, ο οποίος είναι ένας από τους βασικούς πυλώνες της οικονομίας μας, συνεισφέροντας 2,9% στο ΑΕΠ (έναντι 1,2% κατά μέσο όρο στην Ευρώπη) και 14% στην απασχόληση (έναντι 5% κατά μέσο όρο στην Ευρώπη). Η διεθνής συγκυρία ήταν εξαιρετικά θετική για τον κλάδο κατά την τελευταία 25ετία, με την παγκόσμια ζήτηση να αυξάνεται με ρυθμό 9% ετησίως και την Ευρώπη να παραμένει κυρίαρχη στη διεθνή αγορά τροφίμων (καλύπτοντας το 40% των εξαγωγών παγκοσμίως).

Η έλλειψη, όμως, συνεπούς στρατηγικής δεν επέτρεψε στον ελληνικό κλάδο να αξιοποιήσει το αντικειμενικό συγκριτικό πλεονέκτημά του και να εκμεταλλευτεί τη διεθνή ευκαιρία. Στηριζόμενη σε μεγάλο βαθμό στις επιδοτήσεις και στην προσφορά χύμα προϊόντων, η ελληνική αγροτική παραγωγή αυξήθηκε κατά λιγότερο από 1% ετησίως την τελευταία 25ετία (μόλις 0,3% ετησίως αν αφαιρέσουμε τις επιδοτήσεις), με αποτέλεσμα πλέον να καλύπτει το 0,3% της παγκόσμιας παραγωγής από 0,8% το 1993. Επιπλέον, ο βαθμός τυποποίησης στην Ελλάδα παραμένει χαμηλός (με τη βιομηχανία τροφίμων να προσφέρει προστιθέμενη αξία της τάξεως του 40% στην ελληνική αγροτική παραγωγή έναντι 70% κατά μέσο όρο στη Δυτική Ευρώπη). Ως αποτέλεσμα, ο αγροτικός κλάδος εμφανίζει εμπορικό έλλειμμα της τάξεως του 1,2 δισ. ευρώ το 2014 (ή 2,3 δισ. ευρώ αν ληφθούν υπόψη και οι καθαρές εισαγωγές πρώτων υλών, όπως σπόρων, λιπασμάτων, ζωοτροφών), ενώ η ΕΕ συνολικά εμφανίζει εμπορικό πλεόνασμα της τάξεως των 9 δισ. ευρώ.

Μεγάλα τα περιθώρια

Η υιοθέτηση διαρθρωτικών παρεμβάσεων αυτής της μορφής μπορεί να ξεκλειδώσει την ανεκμετάλλευτη δυναμική της Ελλάδας, προσφέροντας σημαντική στήριξη στην οικονομία.

Συγκεκριμένα, βάσει υποδειγμάτων της ΕΤΕ σε παγκόσμιο δείγμα σχεδόν 170 χωρών, εκτιμήθηκε ότι η αναβάθμιση της Ελλάδας σε ευρωπαϊκό επίπεδο όσον αφορά την τεχνολογία παραγωγής, τον βαθμό τυποποίησης των προϊόντων και τον τρόπο λειτουργίας των συνεταιρισμών θα μπορούσε να αυξήσει την άμεση συνεισφορά του αγρο-διατροφικού τομέα στο ΑΕΠ κατά 9,1 δισ. ευρώ ετησίως (3,6 δισ. ευρώ μέσω αύξησης της παραγωγικότητας της ελληνικής γης και 5,5 δισ. ευρώ μέσω αύξησης του βαθμού τυποποίησης των προϊόντων).

Αυτή η αυξημένη δραστηριότητα θα οδηγούσε σε επιπλέον έμμεσο όφελος της τάξεως των 3,1 δισ. ευρώ (σε τομείς όπως οι προμήθειες πρώτων υλών αγροτικής παραγωγής, η συσκευασία τροφίμων κ.ά.) και το συνολικό ετήσιο όφελος εκτιμάται ότι θα προσέγγιζε τα 12,2 δισ. ευρώ (ή 6,9% του ΑΕΠ), δημιουργώντας δυνητικά περίπου 200.000 νέες θέσεις εργασίας.


Σχολιάστε εδώ