Υπό πίεση η Ελλάδα να δεχθεί συνδιαχείριση στο Αιγαίο με αφορμή τους πρόσφυγες και λαθρομετανάστες

Τα σύνορα στο Αιγαίο, παρατήρησε ο Ζαν Κλοντ Γιούνκερ, είναι εξωτερικά σύνορα της Ευρωπαϊκής Ενώσεως, διεκδικώντας περίπου υπερέχουσα ευθύνη και αρμοδιότητα της Ευρωπαϊκής Ενώσεως για τον έλεγχό τους και την ανακοπή του κύματος των προσφύγων και λαθρομεταναστών, που κατακλύζει την Ευρώπη.

Ο Πρόεδρος της Επιτροπής αντιπαρέβαλε την προθυμία και την ετοιμότητα για συνεργασία της Τουρκίας, στο πρόσωπο του Τούρκου Προέδρου Ερντογάν, με τη στάση της Ελλάδος, που φέρνει αντιρρήσεις και η οποία πρέπει, κατά αυτόν, να αλλάξει. Ορθά έπραξε ο υπουργός Εξωτερικών Νίκος Κοτζιάς και έστειλε αυστηρό μήνυμα προς τους Ευρωπαίους εταίρους, πριν από τη Σύνοδο Κορυφής της Πέμπτης, ότι δεν τίθεται τέτοιο θέμα.

Πώς έφθασε όμως η Ελλάδα να έχει απέναντί της κοινό μέτωπο Ευρωπαίων και Άγκυρας; Η απάντηση δεν βρίσκεται στο γεγονός ότι απλώς προηγήθηκε στις Βρυξέλλες ο Ταγίπ Ερντογάν. Η ελληνική διπλωματία δεν παρακολούθησε από κοντά και ενεργά την προσπάθεια της Τουρκίας να προσεταιρισθεί τους Ευρωπαίους και να τους προσφέρει διέξοδο από ένα πρόβλημα που τους προκαλεί δέος με τις διαστάσεις του. Ο Ταγίπ Ερντογάν ζήτησε, βεβαίως, ανταλλάγματα στην πλάτη της Ελλάδος.

Οι Τουρκικές παραβιάσεις και διεκδικήσεις στο Αιγαίο έγιναν ρουτίνα σε διμερές Ελληνο-Τουρκικό πλαίσιο. Σπάνια φτάνουν ως καταγγελίες στο Ευρωπαϊκό επίπεδο. Αντιθέτως, η Αθήνα, υπό το κράτος της κατευναστικής πολιτικής, που συνεχίζει και που εκδηλώνεται κάθε τόσο και με Συνόδους Κορυφής του Ελληνο-Τουρκικού Συμβουλίου Συνεργασίας, δίνει την απατηλή εντύπωση ότι οι Ελληνο-Τουρκικές σχέσεις εξελίσσονται ομαλά και ότι δεν υπάρχει ουσιαστικά μεγάλο πρόβλημα.

Οι Ευρωπαίοι ηγέτες γνωρίζουν βεβαίως τα προβλήματα, αλλά σκοπίμως τα υποτιμούν και προσποιούνται ότι δήθεν η Ελλάδα, στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ενώσεως και του ΝΑΤΟ, δεν διατρέχει κανέναν κίνδυνο από μια άλλη χώρα του ΝΑΤΟ. Αυτό όμως που έθεσε σήμερα την Ελλάδα σε ιδιαίτερα δύσκολη θέση είναι η ανεπιφύλακτη εφαρμογή της παράλογης και ανεδαφικής Ευρωπαϊκής Οδηγίας για το Άσυλο.

Η Οδηγία αυτή και η ανεπιφύλακτη εφαρμογή της αντιπροσωπεύει μέγα κίνδυνο εθνικής ασφάλειας για τη χώρα και στρώνει το χαλί για πιέσεις από τους Ευρωπαίους εταίρους για «συνεργασία», βλέπε συνδιαχείριση, στο Αιγαίο με την Άγκυρα. Οι συνέπειες από την αλλαγή πολιτικής που δρομολόγησε η πρώην υφυπουργός για θέματα Μεταναστεύσεως Τασία Χριστοδουλοπούλου, και συνεχίζεται, δυστυχώς, σήμερα, είναι δραματικές.

Σε ό,τι αφορά τον αριθμό των εισερχομένων, αυτός εκτινάχθηκε από τις 37.000 περίπου ετησίως σε 300.000. Αυτό οφείλεται σ’ ένα μέτρο και στην αλλαγή πολιτικής της Γερμανίας. Το γεγονός όμως αυτό δεν αλλάζει ουσιαστικά το πρόβλημα για την Ελλάδα. Στη θέση όσων φεύγουν για τη Γερμανία και την άλλη Ευρώπη έρχονται συνεχώς νέα κύματα.

Με την κατάσταση αυτή, το πρόβλημα εθνικής ασφάλειας για τη χώρα γίνεται αφόρητο. Πριν από λίγες μέρες, π.χ., 950 πρόσφυγες και λαθρομετανάστες προωθήθηκαν σκοπίμως από την Άγκυρα και τους διακινητές-δουλεμπόρους στο Αγαθονήσι και σε άλλα μικρά νησιά που έχουν ελάχιστους κατοίκους, χωρίς να συναντήσουν οποιαδήποτε εμπόδιο από το Ελληνικό Λιμενικό.

Βαρύτατες είναι επίσης οι συνέπειες στο οικονομικό πεδίο, που μπορούν να πάρουν τη μορφή καταστροφής ή δραματικής μειώσεως του τουρισμού τους, γεγονός που θα οδηγούσε σε μεγαλύτερη οικονομική εξάρτηση από τη γειτονική Τουρκία.

Οι ολέθριες όμως συνέπειες είναι ήδη ορατές στον διπλωματικό τομέα. Η Τουρκία, που δεν είναι χώρα-μέλος της Ευρωπαϊκής Ενώσεως, προσπαθεί να υποκλέψει από την Ελλάδα τον ρόλο του εξωτερικού συνόρου της Ευρώπης και επιπλέον να μετατρέψει το πρόβλημα των προσφύγων και λαθρομεταναστών σε διπλωματικό όπλο κατά της Ελλάδος για την προαγωγή του στόχου της συνδιαχειρίσεως στο Αιγαίο.

Οι Ευρωπαίοι θα έπρεπε λογικά να επανεξετάσουν την καταχρηστική και ύποπτη πολιτική των ανοικτών συνόρων, η οποία ενθαρρύνει ουσιαστικά και προάγει τη λαθρομετανάστευση. Τους πραγματικούς πολιτικούς πρόσφυγες θα μπορούσαν να τους αναζητήσουν κοντά στις εμπόλεμες χώρες και να μεταφέρουν, με συντεταγμένο και ασφαλή τρόπο, στην Ευρώπη όσους νομίζουν ότι πρέπει να μεταφερθούν.

Λογικά επίσης, μια χώρα όπως η Ελλάδα, που είναι κύρια πύλη εισόδου μαζί με την Ιταλία, θα έπρεπε να πρωτοστατεί στην επανεξέταση της Οδηγίας αυτής και να είναι, τουλάχιστον, επιφυλακτική στην εφαρμογή της, αρνούμενη να δεχθεί πολιτική ανοικτών συνόρων, που την καθιστά όμηρο της Τουρκίας. Η Ελλάδα κατηγορείται, επιπλέον, από τις άλλες Ευρωπαϊκές χώρες ότι δεν φυλάσσει ή ότι δεν μπορεί να φυλάξει τα σύνορά της, που είναι και εξωτερικά Ευρωπαϊκά σύνορα, και ότι πλημμυρίζει όλη την Ευρώπη με λαθρομετανάστες, που μόνο κατά το 20% είναι πραγματικοί πρόσφυγες.

Η μια Ευρωπαϊκή πρόταση για την αντιμετώπιση της καταστάσεως είναι η δημιουργία των λεγομένων Motspott (Κέντρων καταγραφής και προσωρινής κρατήσεως) στην Ελλάδα και την Ιταλία. Αντιλαμβάνεται κανείς τι μπορεί να γίνει η χώρα με την ανεξέλεγκτη εισροή προσφύγων και λαθρομεταναστών. Αντιλαμβάνεται επίσης τι μπορεί να γίνει εάν οι άλλες χώρες θέσουν οροφή στον αριθμό των μεταναστών που θα υποδεχθούν ή δηλώσουν ότι θα δεχθούν μόνο τους πρόσφυγες, π.χ., από τη Συρία και το Ιράκ. Και τι θα γίνουν όλοι οι άλλοι;

Θα γίνουν μόνιμοι κάτοικοι της Ελλάδος, με Ευρωπαϊκή οικονομική επιδότηση και με τη βοήθεια του νέου νόμου για την ιθαγένεια, που ανακηρύσσει, με επείγουσες διαδικασίες, σε Έλληνες τα παιδάκια που θα εγγραφούν στο Δημοτικό; Εφόσον τα παιδάκια θα πάρουν Ελληνική ιθαγένεια, θα απελαθούν οι γονείς;

Η άλλη Ευρωπαϊκή πρόταση είναι η συνεννόηση και η συνεργασία με την Τουρκία, η οποία όμως αρπάζει την ευκαιρία για να κάνει τη λαθρομετανάστευση όπλο κατά της Ελλάδος.

Η ελληνική κυβέρνηση έχει τεράστια ευθύνη και δεν πρέπει να επιτρέψει να παιχτούν παιχνίδια σε βάρος της χώρας με αφορμή τους πρόσφυγες και τη λαθρομετανάστευση. Θα πρέπει να αποστασιοποιηθεί από την Ευρωπαϊκή Οδηγία για το Άσυλο και, αν χρειασθεί, να αναστείλει την εφαρμογή της, επαναφέροντας τον εθνικό έλεγχο.


Σχολιάστε εδώ