Η πολεμική εμπλοκή της Ρωσίας στη Συρία, οι τουρκικές επιδιώξεις και αντιδράσεις και ο αδύναμος ρόλος της Ελλάδας
Ο όρος «πειρασμός» αποτελεί απλώς σχήμα λόγου. Η επέμβαση επιβλήθηκε από τις εξελίξεις, όταν διαπιστώθηκε η αδυναμία των ΗΠΑ να πλήξουν αποφασιστικά τον ΙSIS και όταν η Μόσχα άρχισε να αντιλαμβάνεται ότι το καθεστώς Άσαντ κινδύνευε να καταρρεύσει από στιγμή σε στιγμή. Επιπλέον, όταν έγιναν ορατοί οι κίνδυνοι δημιουργίας τετελεσμένων μετά το τουρκικό σχέδιο για τη δημιουργία μιας ελεύθερης ζώνης για να καταφεύγουν με ασφάλεια οι πρόσφυγες, που αν υλοποιούνταν, θα ισοδυναμούσε με ντε φάκτο non flight zone, γεγονός που θα άλλαζε τα στρατιωτικά δεδομένα στην περιοχή σε βάρος των ρωσικών γεωπολιτικών συμφερόντων. Για τον αναγνώστη είναι χρήσιμο να γνωρίζει ότι η Συρία, μια ιστορική χώρα της Μ. Ανατολής που την κατοικούν πανάρχαιοι εξαραβισμένοι λαοί, είναι διαιρεμένη σήμερα σε πέντε περιοχές που ελέγχονται από διαφορετικές δυνάμεις. Κατ’ αρχάς οι καθεστωτικοί, που ελέγχουν την περιοχή γύρω από την πρωτεύουσα Δαμασκό και τα παράλια από τη Λαττάκεια μέχρι το Ταρτούς και νοτιότερα. Οι Χεσμπολάχ ελέγχουν την εδαφική λωρίδα που συνορεύει με τον Λίβανο. Το Ισλαμικό Κράτος (ΙSIS) κατέχει μια εκτεταμένη έκταση που ξεκινάει από τα σύνορα με την Τουρκία και, διά μιας λωρίδας γης, φτάνει μέχρι το Ιράκ. Η αντιπολίτευση, που μάχεται το καθεστώς Άσαντ, ελέγχει την περιοχή γύρω από το Αλέπι και, τέλος, οι Κούρδοι -γηγενής πληθυσμός-, με καθεστώς πλήρους, σχεδόν, αυτονομίας, ελέγχουν τη Βόρειο Συρία που συνορεύει με την Τουρκία. Θα μπορούσε να προστεθεί και η θρησκευτική ομάδα Αλ Νούσρα, που δεν υπολείπεται σε θρησκευτικό φανατισμό του ΙSIS. Η ρωσική επέμβαση απέτρεψε, ασφαλώς, την υλοποίηση του σχεδίου της Άγκυρας, που θα της επέτρεπε να ελέγχει τους Κούρδους και να ασκεί ένα είδος droit de regart σε ολόκληρη τη Βορειοδυτική Συρία, όπου υπάρχει και ένας μικρός πληθυσμός τουρκομάνων που η Άγκυρα επιδιώκει να τους θέσει υπό την προστασία της εν είδει αναχώματος κατά των Κούρδων. Αν η περιοχή και το λιμάνι της Λαττάκειας σταματήσουν να ελέγχονται από τις καθεστωτικές δυνάμεις, η Ρωσία θα απολέσει το ισχυρότερο γεωπολιτικό έρεισμα που διαθέτει στην Ανατολική Μεσόγειο. Η διατήρηση του καθεστώτος Άσαντ εξυπηρετεί και τα συμφέροντα της Τεχεράνης, λόγω της δυνατότητας προώθησης του πετρελαίου, μέσω του συριακού εδάφους, στη Δύση. Τα συμφέροντα Ρωσίας – Ιράν σχεδόν συμπίπτουν στη μη επικράτηση των σουνιτών, ούτε ασφαλώς και του Ισλαμικού Κράτους, στις τάξεις των μαχητών του οποίου υπολογίζεται ότι υπηρετούν και Καυκάσιοι, που εύκολα θα μπορούσαν να μεταφέρουν την αγωνιστικότητά τους στους πληθυσμούς του ρωσικού Καυκάσου. Θα μπορέσει η ρωσική πολεμική επέμβαση να λειτουργήσει καταλυτικά για τον τερματισμό του εμφυλίου πολέμου στη Συρία ή θα περιπλέξει ακόμη περισσότερο την κατάσταση, με κίνδυνο ευρύτερης αντιπαράθεσης; Ορισμένοι επιχαίρουν για το γεγονός ότι η Μόσχα, μετά την Ουκρανία, εμπλέκεται και σε δεύτερο μέτωπο στη Μ. Ανατολή, ενώ δοκιμάζονται και οι σχέσεις της με την Τουρκία. Η Άγκυρα βρήκε πρόθυμη συμπαράσταση από τους Νατοϊκούς, οι οποίοι κατηγόρησαν και προειδοποίησαν τη Μόσχα να μην παραβιάσει τον εναέριο τουρκικό χώρο. Μακάρι να επιδείκνυαν τις ίδιες ευαισθησίες υπέρ της Ελλάδας, όταν τουρκικά αεροσκάφη παραβιάζουν, συχνά-πυκνά, τον ελληνικό εναέριο χώρο. Όμως ο εφιάλτης της Άγκυρας δεν είναι οι ρωσικές παραβιάσεις. Οι Τούρκοι τρέμουν περισσότερο μήπως οι εξελίξεις στη Συρία οδηγήσουν σε επίσπευση δημιουργίας χωριστού κουρδικού συριακού κράτους, που θα δημιουργούσε προηγούμενο και για άλλες όμορες χώρες. Προ ετών, διακεκριμένος αμερικανός καθηγητής Διεθνών Σχέσεων με μακρά παραμονή στην Τουρκία και βαθιά γνώση του χώρου της Μ. Ανατολής, σε διάλεξή του σε Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνιας, είχε χαρακτηρίσει ως αναπόφευκτη τη δημιουργία κουρδικού κράτους που θα συμπεριελάμβανε περιοχές από τις όμορες χώρες και φυσικά την Τουρκία. Απλώς, όπως τόνισε, είναι θέμα χρόνου και πολιτικών συγκυριών. Ο εμφύλιος πόλεμος που εξακολουθεί να δυναστεύει τη Συρία δεν είναι άμοιρος συνεπειών και για τη χώρα μας. Καθημερινό βίωμα είναι οι χιλιάδες πρόσφυγες που κατακλύζουν τα ελληνικά νησιά και την πρωτεύουσα, με όλες τις αρνητικές συνέπειες για τον τουρισμό και την καθημερινότητα των πολιτών. Αρνητικές είναι και οι επιπτώσεις για την εμπορική ναυτιλία. Εξάλλου, το ξερίζωμα των σύρων ορθοδόξων, με την Εκκλησία των οποίων η ελληνική Ορθόδοξη Εκκλησία διατηρεί δεσμούς αιώνων, θέτει σε άμεσο κίνδυνο την ιστορική παρουσία της. Η ελληνική κυβέρνηση, που δίνει προτεραιότητα στην αντιμετώπιση της οικονομικής κρίσης, αδυνατεί να αναλάβει κάποιο μεσολαβητικό ρόλο, όπως είχε πράξει η κυβέρνηση του Ανδρέα Παπανδρέου για το Παλαιστινιακό, με την ιστορική συνάντηση της Κρήτης. Δυστυχώς, ούτε ο ΟΗΕ -εν πλήρη παρακμή- αναπτύσσει πρωτοβουλίες τουλάχιστον για τον τερματισμό του εμφυλίου πολέμου, τον οποίον έχουν προκαλέσει ξένες, κυρίως, επεμβάσεις.