Συμπεράσματα των εκλογών και η Δημοκρατική Συμπαράταξη

Το πολιτικό τους στρατήγημα πέτυχε σχεδόν ολοκληρωτικά. Οι πρώην εσωκομματικοί του αντίπαλοι, Λαφαζάνης, Κωνσταντοπούλου και σία, βρίσκονται εκτός Βουλής, επιβεβαιώνοντας πανηγυρικά την αβερώφεια ρήση για το μαντρί και τον λύκο. Επιπλέον, ο κ. Τσίπρας, σε αντίθεση με τον περασμένο Γενάρη, πολιτεύτηκε με ατζέντα το τρίτο Μνημόνιο, προϊόν δικής του διαπραγμάτευσης και ευθύνης (και ολιγωρίας θα προσέθετα εγώ), το οποίο και έλαβε λαϊκή νομιμοποίηση! Μάλιστα, ευφυώς προκάλεσε τις εκλογές και κέρδισε προτού οι επώδυνες συνέπειες του Μνημονίου φτάσουν στα νοικοκυριά και στους πολίτες υπό μορφή λογαριασμών προς πληρωμή. Επίσης, αναδεικνύεται μια ηγεμονία του στο παρόν πολιτικό σύστημα και έχει οδηγήσει τον βασικό του πολιτικό αντίπαλο, τη Νέα Δημοκρατία, σε νέα φάση εσωστρέφειας και περιδίνησης. Ο ελληνικός λαός του έδωσε καθαρή εντολή να προχωρήσει στον ευρωπαϊκό δρόμο και η ετυμηγορία του είναι απόλυτα σεβαστή.

Τώρα όμως αρχίζουν τα δύσκολα και… ενδιαφέροντα. Τώρα ο πρωθυπουργός είναι στο κάδρο των ευθυνών, χωρίς περιστροφές και αστερίσκους. Οι πολίτες του έδωσαν δεύτερη ευκαιρία, παρά τους κεφαλαιακούς ελέγχους και την οικονομική ύφεση, παρά το μηδενικό έργο της επτάμηνης συγκυβέρνησης και τις παραλείψεις και φαιδρότητες της διαπραγμάτευσης (το γνωστό «βαρουφάκειο άγος»). Ο λαός πλέον βλέπει μόνο τον Τσίπρα και την κυβέρνησή του. Η ευθύνη του είναι να σταθεροποιήσει τη θέση της χώρας στον σκληρό πυρήνα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, να ασφαλίσει το τραπεζικό σύστημα, να υλοποιήσει τις μεταρρυθμίσεις και τα μέτρα που συμφώνησε, να διαμορφώσει τους όρους της ανάπτυξης και της ανάκαμψης της οικονομίας και να αμβλύνει τις επώδυνες επιπτώσεις της κρίσης σε κοινωνικό επίπεδο. Θα τα καταφέρει; Θα καταστεί κυρίαρχος στο εσωτερικό σκηνικό. Δεν θα τα καταφέρει; Θα δει την εκλογική του επιρροή να μειώνεται θεαματικά. Πάντως, αν κρίνουμε από τις παλινωδίες και τους κλονισμούς των πρώτων ημερών της συγκυβέρνησης με τους Ανεξάρτητους
Έλληνες του Πάνου Καμμένου, δεν αφήνονται και πολλά περιθώρια αισιοδοξίας.

Η Νέα Δημοκρατία είναι σαφέστατα ο βασικός ηττημένος. Και ανοίγεται μια μεγάλη κουβέντα στο συντηρητικό στρατόπεδο σχετικά με όλα σχεδόν τα συστατικά στοιχεία που συγκροτούν μια παράταξη: Την ταυτότητα, τη φυσιογνωμία, τη μετεξέλιξη του πολιτικού φορέα, τα πρόσωπα, τις ευθύνες της εκλογικής συρρίκνωσης κ.λπ. Και όταν ανοίγει μια τέτοια κουβέντα, χρειάζεται χρόνος. Χρόνος για να δοκιμαστεί το νέο εγχείρημα ή τα πρόσωπα, χρόνος για να επουλωθούν οι όποιες πληγές.

Έρχομαι τώρα στο ΠΑΣΟΚ, στην παράταξή μου, και στην επόμενη μέρα. Στις πρόσφατες εκλογές, το ΠΑΣΟΚ, μέσα από τη Δημοκρατική Συμπαράταξη με τη ΔΗΜΑΡ και άλλες κινήσεις, επιχείρησε μια νέα αρχή. Νέα αρχή με ξεκάθαρο στόχο τη συγκρότηση ενός ευρωπαϊκού, πατριωτικού, δημοκρατικού και προοδευτικού ρεύματος, με αναφορές από τον Δημοκρατικό Σοσιαλισμό μέχρι το προοδευτικό Κέντρο. Τη δημιουργία μιας παράταξης στον αντίποδα του ψευτοδιπόλου της συντηρητικής Δεξιάς από τη μία και της ιδεοληπτικής και λαϊκίστικης Αριστεράς από την άλλη.

Επιπλέον, η Δημοκρατική Συμπαράταξη διατύπωσε προεκλογικά την πιο καθαρή πολιτική πρόταση. Μέσα από συνεχείς δημόσιες παρεμβάσεις της Φώφης Γεννηματα, η πρόταση αυτή αποσκοπούσε σε ένα περιβάλλον πολιτικής σταθερότητας, πράγμα που πρέπει να εγγυηθούν οι φιλοευρωπαϊκές δυνάμεις της πατρίδας μας, συνεργαζόμενες την επομένη των εκλογών. Το ΠΑΣΟΚ ξεκαθάριζε ότι δεν θα επέτρεπε σε κανέναν να δραπετεύσει της ευθύνης του. Στήριζε μια κυβερνητική συνεργασία πάνω σε ένα προγραμματικό πλαίσιο, με σαφείς αλλαγές και μεταρρυθμίσεις με προοδευτικό πρόσημο. Ανέδειξε συγκεκριμένες «κόκκινες γραμμές» επί του Μνημονίου Τσίπρα – Καμμένου. Επίσης, πρόβαλε συγκεκριμένη ατζέντα στοχευμένης διαπραγμάτευσης στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Μια Ένωση που αντιμετώπισε δειλά την κρίση, μια Ένωση που κυριαρχείται από νεοφιλελεύθερες και προτεσταντικού τύπου φωνές, αλλά δεν παύει να είναι το σπίτι μας, το καθημερινό πεδίο διεκδίκησης και διαπραγμάτευσης (όπως έλεγε και ο αείμνηστος Ανδρέας Παπανδρέου), το ενοποιητικό στοιχείο των λαών της Ευρώπης.
Και σε αυτόν τον χώρο η Ελλάδα έχει αδιαπραγμάτευτη θέση.

Η εκλογική δοκιμασία της 20ής Σεπτεμβρίου ήταν επιτυχής για τη Δημοκρατική Συμπαράταξη. Υπήρξε η μόνη πολιτική δύναμη που αύξησε την εκλογική της επιρροή και σε ποσοστό και σε απόλυτους αριθμούς σε σχέση με τις περασμένες εκλογές. Από τα «αζήτητα» του τελευταίου σε δύναμη κοινοβουλευτικού κόμματος, τον Γενάρη του 2015, αναδείχθηκε σε τρίτο κόμμα του δημοκρατικού τόξου, σε συνθήκες μεγάλης πόλωσης και ασφυκτικής προεκλογικής περιόδου. Πέτυχε ταυτόχρονα το πρώτο βήμα της επανένωσης, ανανέωσης και διεύρυνσης στον χώρο της Κεντροαριστεράς, αναλαμβάνοντας την πρωτοβουλία των κινήσεων, πράγμα που είχε το Ποτάμι του Σταύρου Θεοδωράκη το τελευταίο επτάμηνο. Η Δημοκρατική Συμπαράταξη και η Φώφη Γεννηματά δικαιούνται να χαμογελούν και να αισιοδοξούν.

Δύο, πλέον, είναι τα πεδία των προκλήσεων, που ανοίγονται για τη Συμπαράταξη το αμέσως επόμενο διάστημα.

Το ένα είναι η συνέχιση και εμβάθυνση του εγχειρήματος της μετεξέλιξης και ενοποίησης του χώρου. Είναι σαφές ότι με βάση προγραμματικές συμφωνίες και με αναφορά στις αρχές και τις αξίες των Ευρωπαίων Σοσιαλιστών και Δημοκρατών, θα συνεχισθεί η προσπάθεια συμπόρευσης και συνεργασίας και με άλλες δυνάμεις που βρίσκονται στον ευρύτερο χώρο, με σεβασμό πάντα στην αυτοτέλεια και την αυτονομία τους. Όπως και είναι προφανές ότι στην πιθανή μετεξέλιξη του χώρου σε νέο πολιτικό κόμμα, ο πρώτος ρόλος της Φώφης Γεννηματά είναι αναμφισβήτητος.

Το άλλο είναι η στάση της Δημοκρατικής Συμπαράταξης απέναντι στη συγκυβέρνηση του κ. Τσίπρα με τον κ. Καμμένο. Εδώ, όμως, τόσο το κεκτημένο της προεκλογικής περιόδου όσο και οι επιλογές της επομένης των εκλογών απλοποίησαν τα πράγματα. Ο λαός κατέταξε το ΠΑΣΟΚ και τη Δημοκρατική Συμπαράταξη στην αντιπολίτευση. Συνεπώς, χρέος της είναι να ασκήσει εποικοδομητική και δημιουργική αντιπολίτευση χωρίς ακρότητες και εξαλλότητες, βασιζόμενη στις δεσμεύσεις που ανέλαβε και προεκλογικά. Συνεπώς, η όποια νομοθετική πρωτοβουλία της συγκυβέρνησης θα κρίνεται από το πόσο υπηρετεί το εθνικό και δημόσιο συμφέρον, πόσο αντιστοιχείται στον καθαρό προγραμματικό λόγο που διατύπωσε η Δημοκρατική Συμπαράταξη προεκλογικά. Είναι τέλος σαφές ότι η Δημοκρατική Συμπαράταξη δεν θα γίνει «υποζύγιο» που θα σηκώνει τις επιπτώσεις των όποιων παραλείψεων της συγκυβέρνησης. Άρα, μέτρα που θα οφείλονται στις παλινωδίες και τις ολιγωρίες της συγκυβέρνησης θα βαρύνουν αποκλειστικά την ίδια.

Άφησα για επίλογο το σενάριο προσχώρησης και εισόδου του ΠΑΣΟΚ και της Δημοκρατικής Συμπαράταξης στην κυβέρνηση. Επ’ αυτού μια παρατήρηση και μια προαίσθηση.

Η παρατήρηση αφορά τις απαράδεκτες διαρροές, από πλευράς Μαξίμου, περί πρότασης συμμετοχής στην κυβέρνηση στην κ. Γεννηματά αλλά και τις παραινέσεις του κ. Καμμένου περί «βαριδίων».

Με τέτοιες συνθήκες, η όποια προοπτική συγκυβέρνησης δεν υπονομεύεται μόνο, απλά δεν υπάρχει. Άλλωστε ο κ. Τσίπρας, μετά τη σοφή ετυμηγορία του ελληνικού λαού, επέλεξε άμεσα τον κυβερνητικό του συνέταιρο.

Όσον αφορά το προαίσθημα, κάτι μου λέει ότι η κ. Γεννηματά, με αυτή την εξέλιξη, είναι περισσότερο ευτυχής από τον κ. Τσίπρα…

* Ο Κώστας Πανταζής ήταν υποψήφιος βουλευτής με τη Δημοκρατική Συμπαράταξη στη Β’ Αθηνών


Σχολιάστε εδώ