ΤΑ ΡΕΣΤΑ ΤΟΥΣ στο ντιμπέιτ
Ποιος από τους δύο, με τον ρεαλισμό των προτάσεών του και τη δύναμη των επιχειρημάτων του, θα πείσει τους πολίτες, πρωτίστως τους αναποφάσιστους, ότι είναι ο πλέον κατάλληλος να διαχειριστεί τις τύχες της χώρας από την 21η Σεπτεμβρίου και μετά.
Οι κ. Τσίπρας και Μεϊμαράκης είναι εκ των πραγμάτων υποχρεωμένοι να κατέβουν στο ντιμπέιτ με όλα τα δυνατά χαρτιά που διαθέτουν, καθότι γνωρίζουν καλά ότι ο ηττημένος… χάνεται. Ο χρόνος που θα απομένει μέχρι τις εκλογές θα είναι ελάχιστος και δεν θα επαρκεί για να αμβλυνθούν τυχόν δυσμενείς εντυπώσεις και προπάντων να διορθωθούν κρίσιμα λάθη.
Στο επιτελείο του κ. Τσίπρα επικρατεί αισιοδοξία για την έκβαση της τηλεμαχίας με τον αρχηγό της Νέας Δημοκρατίας, ενώ ο ίδιος εμφανίζεται βέβαιος ότι έχει στα χέρια του τους άσους εκείνους που θα του δώσουν τη νίκη.
Παράλληλα, προσμετρά και το ότι η πλειοψηφία των πολιτών αναγνωρίζει τη σκληρή προσπάθεια που κατέβαλε τους προηγούμενους μήνες διαπραγματευόμενος με τους δανειστές, ενώ του πιστώνει και την τόλμη να συγκρουστεί με τα κατεστημένα συμφέροντα της χώρας. Από την πλευρά του, ο κ. Μεϊμαράκης, με αναπτερωμένο το ηθικό από την αυξανόμενη συσπείρωση των ψηφοφόρων της Νέας Δημοκρατίας, ποντάρει πολλά στη φθορά που θα έχει ο ΣΥΡΙΖΑ από τη διάσπαση και τη συμμετοχή στις εκλογές της Λαϊκής Ενότητας.
Στον δρόμο προς τις κάλπες, ρόλο στο τελικό αποτέλεσμα θα παίξουν ενδεχόμενα λάθη ή αστοχίες στις δημόσιες παρεμβάσεις αλλά και στην καμπάνια, ενώ πολλά θα εξαρτηθούν από τη στάση που θα τηρήσουν τα κανάλια. Μεγάλη ζημιά μπορούν να κάνουν στη ΝΔ αν προβάλλουν ότι προηγείται 2 με 3 μονάδες. Κάτι τέτοιο μπορεί να γυρίσει μπούμερανγκ, κάνοντας πολίτες που θα ψήφιζαν ΝΔ να αλλάξουν γνώμη και να ψηφίσουν ΣΥΡΙΖΑ για να μη γυρίσει η Δεξιά στην εξουσία.
Σύμφωνα με τα μέχρι τώρα στοιχεία των δημοσκοπήσεων, η κατάσταση εξακολουθεί να είναι ιδιαίτερα ρευστή, με κυρίαρχο συμπέρασμα ότι κανένα από τα κόμματα δεν προσεγγίζει το ποσοστό που είχε πετύχει στις εκλογές του Ιανουαρίου. Κι αυτό παρότι απομένουν δύο εβδομάδες μέχρι τις εκλογές και το ποσοστό των αναποφάσιστων έχει περιοριστεί σε σημαντικό βαθμό. Ο ΣΥΡΙΖΑ εμφανίζει απώλειες λιγότερο λόγω Μνημονίου και περισσότερο εξαιτίας της διάσπασης αλλά και του «πολέμου φθοράς» του κ. Τσίπρα στον οποίο έχουν επιδοθεί τα στελέχη που αποχώρησαν για να ιδρύσουν τη Λαϊκή Ενότητα και άλλοι που έφυγαν, όπως από τη Νεολαία, διαφωνώντας με την υπογραφή του Μνημονίου, χωρίς όμως να ενταχθούν στο κόμμα του Λαφαζάνη. Να σημειωθεί ότι εκείνοι που πήγαν στη Λαϊκή Ενότητα, όσο ήταν εντός του ΣΥΡΙΖΑ, φρόντιζαν με τη στάση τους και τις διαρκείς διαφωνίες τους σε κρίσιμα ζητήματα να «υπονομεύουν» την κυβέρνηση και στο τέλος τράβηξαν το χαλί κάτω από τα πόδια του κ. Τσίπρα. Και ήταν ακριβώς η στάση τους αυτή που τον υποχρέωσε να οδηγήσει τη χώρα σε εκλογές και να ζητήσει ανανέωση της λαϊκής εντολής.
Από την άλλη πλευρά, η Νέα Δημοκρατία δεν ωφελείται όσο θα περίμενε κανείς από την υποχώρηση της δύναμης του ΣΥΡΙΖΑ. Παρότι η συσπείρωση έχει αγγίξει σχεδόν το 80%, το ποσοστό στις δημοσκοπήσεις είναι χαμηλότερο από το 28% που είχε πετύχει ο Αντ. Σαμαράς τον περασμένο Ιανουάριο. Κάτι που δείχνει ότι οι θέσεις και οι προτάσεις που διατυπώνει ο κ. Μεϊμαράκης δεν είναι αρκούντως πειστικές, ενδεχομένως και διότι είναι νωπές οι μνήμες από την τριετία 2012 – 2015. Η δυναμική που παρουσιάζει οφείλεται κυρίως, αν όχι αποκλειστικά, στην υψηλή συσπείρωση των ψηφοφόρων που τα προηγούμενα χρόνια είχαν αποστασιοποιηθεί λόγω Σαμαρά.
Οι μυστικές δημοσκοπήσεις κρύβουν εκπλήξεις και δείχνουν και ανατροπές. Η Λαϊκή Ενότητα, ενώ ξεκίνησε με ποσοστά πέριξ του 5%, σταδιακά χάνει δυνάμεις και οι πιο πρόσφατες έρευνες τη δείχνουν λίγο πάνω από το 3%. Το Ποτάμι κινείται σε χαμηλά ποσοστά, χαμηλότερα από το ποσοστό που είχε στις προηγούμενες εκλογές, και όλα δείχνουν ότι ο στόχος του Στ. Θεοδωράκη να είναι τρίτο κόμμα έχει γίνει όνειρο απατηλό. Την τρίτη θέση φαίνεται να την έχει «καπαρώσει» η Χρυσή Αυγή και δεν είναι λίγοι εκείνοι που πιστεύουν ότι, δεδομένης της «βουβής ψήφου», μπορεί να πλησιάσει ακόμη και το 10%. Το ΚΚΕ είναι πάνω από το 6% και παλεύει για την τρίτη θέση.
Το ΠΑΣΟΚ δείχνει να κερδίζει το στοίχημα της εισόδου στη Βουλή και μπορεί να διεκδικήσει και υψηλότερο ποσοστό. Στην ανάκαμψη βοήθησε αφενός η σύμπραξη με τη ΔΗΜΑΡ και αφετέρου η μη κάθοδος στις εκλογές του ΚΙΔΗΣΟ του Γ. Παπανδρέου, που θα στερούσε κρίσιμες ψήφους από το ΠΑΣΟΚ. Κάθε άλλο παρά ευοίωνες είναι οι προοπτικές για τους Ανεξάρτητους Έλληνες, καθώς οι δημοσκοπήσεις τούς δείχνουν κάτω από το 3%.
Ο Π. Καμμένος, ωστόσο, εμφανίζεται αισιόδοξος και βέβαιος ότι το κόμμα του θα κάνει την έκπληξη και θα είναι στην επόμενη Βουλή, όπως έγινε και στις προηγούμενες εκλογές.