Οι σημαίες πια δεν ανεμίζουν…
Όταν τον Νοέμβρη του 1936 η Ισπανία βρισκόταν κάτω από την άμεση απειλή του φασισμού, το Κομμουνιστικό Κόμμα, με προκήρυξή του, καλούσε τον λαό σε εξέγερση: «Είναι ανάγκη να ετοιμασθούμε για την άμυνα. Κάθε χαμένη στιγμή είναι μια κερδισμένη ώρα για τον εχθρό…». Εμείς, τώρα, δεν ετοιμαστήκαμε εγκαίρως για την άμυνα και χάσαμε πολλές στιγμές. Και ο εχθρός, η γερμανική Ευρωπαϊκή Ένωση, περιμένει να τελειώσουμε με τις εκλογικές διαμάχες για να εφαρμοστούν τα εθνοκτόνα μέτρα από οποιαδήποτε κυβέρνηση, η οποία θα έχει πρόγραμμα την «ευρωπαϊκή προοπτική», που σημαίνει ότι πρέπει να υπακούει αδιαμαρτύρητα στις εντολές του Βερολίνου και των Βρυξελλών. Νέα Δημοκρατία, το ΠΑΣΟΚ της Φώφης και το Ποτάμι του τηλεοπτικού Σταύρου ανερυθρίαστα έχουν ως μοναδικό σύνθημα την υποταγή στους «εταίρους», δηλαδή στις δυνάμεις κατοχής. Και η Αριστερά προσπαθεί να μαζέψει τα κομμάτια της, χωρίς να ξέρει τι να πει σε έναν κόσμο βασανισμένο, εξαθλιωμένο και απογοητευμένο, αφού το τόσο γνώριμο από παλιά σύνθημα της «αλλαγής» ξέφτισε. Και ακριβώς αυτή η αδυναμία, να υψωθεί δηλαδή το λάβαρο της «αλλαγής», δείχνει την κρίση της Αριστεράς. Η Ευρώπη, την οποία κάποτε θαυμάζαμε, έχασε την ηθική που έδινε πνοή, καταπάτησε τον πολιτισμό και τις αξίες της. Κουρέλιασε πρώτα από όλα το μήνυμα της Γαλλικής Επανάστασης και το αντικατέστησε με το δόγμα του Χίτλερ: «Η Γερμανία υπεράνω όλων»! Συνεπαρμένος από τη συναίσθηση του κοσμοϊστορικού ρόλου του 1789, ο Σεν Ζιστ (SAINT-JIST) αναφωνούσε: «Η ευτυχία είναι μια ιδέα καινούργια στην Ευρώπη». Τώρα, η δυστυχία είναι μια ιδέα καινούργια στην Ευρώπη. Και οι μνημονιακοί έχουν ως κεντρικό τους σύνθημα ότι η Ελλάδα οφείλει να βρίσκεται με κάθε θυσία και ταπεινωτική υποταγή μέσα σʼ αυτή τη «δυστυχία» που έγινε καθεστώς στην Ευρώπη.
Όταν στον Βʼ Παγκόσμιο Πόλεμο οι Γερμανοί κατέλαβαν τη Γαλλία, ο ραδιοσταθμός της Μόσχας μετέδωσε εγερτήριο σάλπισμα: «Γάλλοι, στα όπλα! Γκρεμίστε τον βάρβαρο ζυγό που σας επέβαλαν οι γερμανοί κατακτητές…». Το ίδιο σάλπισμα ηχεί και πάλι, αλλά για όλους τους λαούς του Νότου και πρωτίστως για τους Έλληνες. Να αποτινάξουμε τον βάρβαρο ζυγό που μας επέβαλαν οι γερμανοί κατακτητές και η γερμανική Ευρωπαϊκή Ένωση. Ο τρόπος όμως με τον οποίον θα αποτινάξουμε αυτόν τον ζυγό είναι το ζητούμενο. Διότι όλοι οι αντιμνημονιακοί φορείς σωστά επισημαίνουν τα δεινά που προκύπτουν από αυτήν την πρωτόγνωρη – απάνθρωπη επιδρομή του ανελέητου καπιταλισμού με τη μορφή της ευρωπαϊκής συμμορίας των Βρυξελλών. Αδυνατούν όμως να μας παρουσιάσουν συγκεκριμένο – ξεκάθαρο στρατηγικό σχέδιο, ένα πρόγραμμα που θα αποτελέσει «πυξίδα» για την έξοδο από το γερμανικό «γκέτο». Σʼ αυτού του είδους την «εθνική αντίσταση» η Αριστερά βρέθηκε ανέτοιμη. Ούτε είχε τη διορατικότητα να μελετήσει και να σχεδιάσει από χρόνια «δεύτερο δρόμο» εκτός των «τειχών του αίσχους» των Βρυξελλών ούτε και τώρα -στο γόνατο- μπορεί να πείσει ότι έχει στα χέρια της κάποια λύση. Και όμως, εδώ και δεκαετίες ολόκληρες, ηγέτες της Αριστεράς και γενικά του προοδευτικού χώρου είχαν εγκαίρως κρούσει τον κώδωνα του κινδύνου εκτός και εντός Ελλάδος. Ο ηγέτης της Ανατολικής Γερμανίας Έριχ Χόνεκερ προειδοποίησε ότι: «Με τη βούληση της Δυτικής Γερμανίας θα φθάσουμε σε μια γερμανική Ευρώπη». Ο πορτογάλος γραμματέας του Κομμουνιστικού Κόμματος Αλβάρο Κουνιάλ φώναζε: «Δεν υπάρχει ανεξαρτησία της Ευρώπης χωρίς την ανεξαρτησία των ευρωπαϊκών λαών…». Ο Γάλλος Ζορζ Μαρσέ ζητούσε γρήγορα την ένωση του λαού επειδή: «Οι κίνδυνοι για την οικονομία της χώρας και για τη δημοκρατία πληθαίνουν». Ο αμερικανός κομμουνιστής ηγέτης Γκας Χολ δεν άφηνε περιθώρια αμφιβολιών: «Ο καπιταλισμός δεν θα αλλάξει ποτέ. Μέχρι την τελευταία μέρα της ζωής του θα είναι ο κοινωνικοοικονομικός δεινόσαυρος…». Στην Ελλάδα, ο Ηλίας Ηλιού, το 1961, προφητικά έλεγε: «Θα φανεί γρήγορα πως η σύνδεση με την Κοινή Αγορά επιτυγχάνει με ειρηνικά οικονομικά μέσα ό,τι δεν επέτυχε ο Χίτλερ με τη βία των όπλων…». Και ο αρχηγός της Δημοκρατικής Ενώσεως Ηλίας Τσιριμώκος, το 1963, ήταν σαφής: «Μόνο οι προοδευτικές κοινωνικές και πολιτικές δυνάμεις (αστικές, ριζοσπαστικές και σοσιαλιστικές) μπορούν να οδηγήσουν την Ευρώπη στην αποστολή της…». Τώρα, λοιπόν, το μόνο σύνθημα που μπορεί να έχει ουσιαστικό νόημα είναι «η αλλαγή της Ευρώπης». Δεν είναι εύκολος ο στόχος και δεν μπορεί μόνο μια χώρα να τον πετύχει. Απαιτείται πανευρωπαϊκή συσπείρωση των αριστερών και γενικά προοδευτικών δυνάμεων. Και το ενδεχόμενο αποχώρησης από το «γκέτο της Ευρωζώνης» και η επιστροφή στα εθνικά νομίσματα δεν θα πρέπει να αποκλείεται. Ο Γκαίτε κάπου έγραφε ότι: «Το πιο δύσκολο πράγμα στον κόσμο είναι να δεις με τα μάτια σου αυτό που στέκεται μπροστά σου». Για τον ΣΥΡΙΖΑ ήταν στα αλήθεια το πιο δύσκολο πρόβλημα. Δεν είδε ότι η μαφία των Σόιμπλε, Ντάισελμπλουμ και σία δεν επρόκειτο ποτέ να επηρεασθεί από δημοψηφίσματα, διότι αδιαφορούν παντελώς για τους λαούς. Το Δʼ Ράιχ τους ενδιαφέρει. Και ο Αλέξης Τσίπρας πέτυχε πολλά, αλλά δεν μπόρεσε να βγει από τη μέγγενη της Ευρωζώνης. Από την άλλη, ο Παναγιώτης Λαφαζάνης σωστά καταφέρεται κατά της ευρωπαϊκής μαφίας, αλλά και αυτός δεν μας παρουσιάζει ξεκάθαρο πρόγραμμα. Πώς θα αποτινάξουμε τον γερμανικό ζυγό; Ο Τσίπρας εξομολογήθηκε με ειλικρίνεια: «Εάν επέλεγα τη ρήξη θα είχαμε εμφύλιο…». Δεν θέλησε η πλειοψηφία που του έδωσε ο λαός να γίνει αφορμή ανωμαλίας. Αλλά την ανωμαλία έχει προκαλέσει εδώ και καιρό η Ευρωπαϊκή Ένωση. Εξαιτίας της δεν υφίσταται ελεύθερο πολίτευμα και η δημοκρατία βρίσκεται στην «εντατική» και αργοπεθαίνει. Όμως ο κόσμος δεν μπορεί να «χωνέψει» ότι το «ΟΧΙ» έγινε «ΝΑΙ» και ότι ο Τσίπρας υπέκυψε και υπέγραψε το τρίτο Μνημόνιο – όλεθρο. Πώς μπόρεσε; «Δεν είχα άλλη λύση», λέει ο αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ. Ο λαός τον εννοεί, αλλά δεν τον χειροκροτεί. Καταλαβαίνει την προσαρμογή, αλλά δεν «του πάει» η ζητωκραυγή. «Πώς μπόρεσε;». Το φορολογικό «πογκρόμ» που έρχεται δεν θα είναι μόνο η πράξη φόνου κατά των πολιτών αλλά και η ληξιαρχική πράξη θανάτου της Αριστεράς, την οποία έχει «εκτελέσει» η «προσαρμογή» του ΣΥΡΙΖΑ στις ωμές – κυνικές διαταγές του ανισόρροπου δικτάτορα Σόιμπλε. Τι έπρεπε να κάνει ο Τσίπρας; Να έλεγε στους πολίτες: «Εγώ αγωνίσθηκα, ό,τι περνούσε από το χέρι μου έκανα. Αλλά αυτά τα μέτρα, που μου ζητάνε τώρα, δεν τα υπογράφω. Ας έλθει μια μνημονιακή κυβέρνηση να τα εφαρμόσει». Θα κρατούσε έτσι το κόμμα του ενωμένο και θα κατέβαινε μετά στις εκλογές με διαφορετικό πρόγραμμα, το οποίο θα έπρεπε να σχεδιαστεί με προσοχή. Μʼ αυτόν τον τρόπο ο ΣΥΡΙΖΑ θα έμενε το φόβητρο για τις Βρυξέλλες και το Βερολίνο και δεν θα αποτελούσε την «αριστερή λύση» για τους κατακτητές «εταίρους». Στόχος της Αριστεράς δεν πρέπει να είναι η εξουσία κάτω από οποιεσδήποτε συνθήκες, αλλά η ΑΛΛΑΓΗ. Μέρα με την ημέρα οι τόνοι ανεβαίνουν. Ο Αλέξης Τσίπρας σωστά διετύπωσε την έκκληση: «Όχι στον εμφύλιο της Αριστεράς». Τέρμα στις αλληλοκατηγορίες. Μελανή σελίδα σʼ αυτόν τον πολιτικό χώρο (αλλά και στον χώρο του Κέντρου παλαιότερα) αποτελούσε σε κάθε διάσπαση το υβρεολόγιο περί «προδοτών», «αποστατών» κ.λπ. Υπάρχουν διαφορετικές απόψεις, εκτιμήσεις, σωστές ή λαθεμένες. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι από τη μια στιγμή στην άλλη κάποιοι «ξεπουλήθηκαν»! Επιτέλους, να σοβαρευτούμε. Απλώς να σκεφτούμε αυτό που είχε πει ο Λεόν Μπλούμ: «Η πολιτική δεν είναι τυχερό παιχνίδι. Μπορεί στην πολιτική να μην αμείβονται όλες οι αρετές. Αλλά όλα τα λάθη πληρώνονται…».