Η «πλατφόρμα Σόιμπλε» και η ψήφος του λαού
Και αυτό γιατί η εκλογική αυτή αναμέτρηση μπορεί να αναδειχθεί σε «ιστορικό σταθμό» των μετέπειτα εξελίξεων και να διαμορφώσει τους όρους ώστε να μπορέσει η ελληνική κοινωνία να αντιμετωπίσει τη νέα σκληρή πραγματικότητα και να διαμορφώσει μια ελπιδοφόρα προοπτική.
Ποιο ήταν το πιο ισχυρό «όπλο», το πιο σημαντικό ιστορικό πλεονέκτημα του ελληνικού λαού τους επτά αυτούς κρίσιμους μήνες της δοκιμασίας του; Ήταν η απόφαση και η βούλησή του να αγωνισθεί για το μέλλον του, να διεκδικήσει το δίκιο του. Και αυτό το κρίσιμο, το πολύτιμο ΠΟΛΙΤΙΚΟ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ το εκπροσώπησε ο πρωθυπουργός και η ελληνική κυβέρνηση, δίνοντας τον αγώνα μέχρις εσχάτων.
Αντίπαλος της γερμανικής ολιγαρχίας και της χρηματοπιστωτικής δικτατορίας δεν είναι ο Αλ. Τσίπρας και ο ΣΥΡΙΖΑ… Είναι ακριβώς αυτό το πολιτικό κεφάλαιο που η ελληνική κυβέρνηση εξέφρασε. Είναι ο ίδιος ο ελληνικός λαός.
Όλοι οι απηνείς εκβιασμοί, που ταιριάζουν σε εκπροσώπους μιας «πολιτικής μαφίας», όλες οι προσπάθειες της γερμανικής ελίτ και των νεοφασιζόντων εκπροσώπων της, όλες οι υπονομευτικές δραστηριότητες των εγχώριων πολιτικών, κομματικών και οικονομικών εντολοδόχων της Άνγκ. Μέρκελ και του Β. Σόιμπλε σ’ αυτόν τον κεντρικό στόχο απέβλεπαν και αποβλέπουν.
Με ποιον τρόπο δηλαδή θα διαλύσουν και θα εξαφανίσουν το πολιτικό αυτό κεφάλαιο. Με ποιον τρόπο θα απαξιώσουν τον έλληνα πρωθυπουργό και θα ανατρέψουν την ελληνική κυβέρνηση. Σ’ αυτό το κρίσιμο, το θεμελιώδες ιστορικό ερώτημα θα πρέπει να απαντήσει θαρραλέα, δυναμικά και ξεκάθαρα ο ελληνικός λαός στις 20 Σεπτεμβρίου. Και από την απάντηση αυτή θα κριθούν πολλά, αν όχι όλα…
«Ο Δούρειος Ίππος» της ανατροπής
Την ανατροπή της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ δεν την πέτυχε ούτε το εγχώριο, υποτελές, πολιτικό – κομματικό προσωπικό ούτε οι μηχανισμοί της διαπλοκής. Αντίθετα, σε μια πρωτοφανή, για τα σύγχρονα πολιτικά δεδομένα, «ιδιοτροπία της Ιστορίας», η κυβέρνηση ανετράπη «εκ των ένδον», με τρόπους και συμπεριφορές που ανάγονται σε παλαιότερες θλιβερές εποχές…
Ο Π. Λαφαζάνης και η περίφημη Αριστερή Πλατφόρμα δεν λογάριασαν ούτε τη νωπή λαϊκή ετυμηγορία ούτε τις τεράστιες δυσκολίες που αντιμετώπιζε η ελληνική κυβέρνηση από την επομένη της 13ης Ιουλίου.
Με πρόσχημα την ιδεολογική «καθαρότητα» και τη «συνέπεια» με την αξίωση να αναγνωρισθούν ως αυτονόητοι πολιτικοί κληρονόμοι του «ΟΧΙ» του δημοψηφίσματος, η Αριστερή Πλατφόρμα και οι οιονεί, εδώ και χρόνια, διαφωνούντες σε κάθε συλλογική απόφαση του ΣΥΡΙΖΑ, περιφρόνησαν τη βούληση και τη γνώμη του λαού, ανέτρεψαν -με πλήρη γνώση και συνείδηση των επιπτώσεων- την εκλεγμένη κυβέρνηση και άνοιξαν διάπλατα τον δρόμο για να εμφανισθούν στο πολιτικό προσκήνιο οι υποτελείς των Μνημονίων, να διεκδικήσουν ρόλο και να εκβιάσουν τον Αλ. Τσίπρα και την κυβέρνηση.
Δεν υπάρχουν «αγνές προθέσεις» όταν οι επιπτώσεις των επιλογών, που καλύπτονται προσχηματικά από τις προθέσεις αυτές, προωθούν τα σχέδια των τυράννων του ελληνικού λαού, γκρεμίζουν μια λαοπρόβλητη κυβέρνηση και στην ουσία ακυρώνουν την ιστορική σημασία του «ΟΧΙ» προκειμένου να πλήξουν τον Αλ. Τσίπρα και τον ΣΥΡΙΖΑ.
Το ιστορικό έγκλημα της ανατροπής της κυβέρνησης δεν καλύπτεται και δεν αιτιολογείται μόνο με τη «συνέπεια» και την ιδεολογική «καθαρότητα». Συνδέεται ταυτόχρονα ευθέως με την -καταστροφική υπό τις σημερινές συνθήκες και τους συσχετισμούς δυνάμεων- «στρατηγική της δραχμής», με την άτακτη έξοδο από την Ευρωζώνη, που έχει ως διαζευκτική «λύση» το σχέδιο της «πενταετούς, προσωρινής εξόδου από το ευρώ». «Λύση» την οποία προώθησε και θα εξακολουθεί να επεξεργάζεται και να προωθεί και στη συνέχεια ο Β. Σόιμπλε.
Πιστεύει πραγματικά στη «λύση της δραχμής» ο Π. Λαφαζάνης, η Αριστερή Πλατφόρμα, η νεόκοπη Λαϊκή Ενότητα; Αν πιστεύουν, γιατί δεν την επεξεργάσθηκαν και δεν την παρουσίασαν εδώ και τόσο καιρό ούτε στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ ούτε ενώπιον του ελληνικού λαού; Τη θυμήθηκαν, όπως αποδεικνύεται, στις 13 Ιουλίου, όταν ο έλληνας πρωθυπουργός, εκβιαζόμενος, επέλεξε μια επαχθή συμφωνία έναντι μιας ολοσχερούς καταστροφής της χώρας.
Η στάση, η συμπεριφορά, η ποιότητα του πολιτικού λόγου και τα επιχειρήματα της Αριστερής Πλατφόρμας και της Λαϊκής Ενότητας, ο τρόπος, η έπαρση, η ανευθυνότητα, οι παλαιοκομματικού χαρακτήρα μεθοδεύσεις, τις οποίες χρησιμοποίησε ο ίδιος ο Π. Λαφαζάνης το τριήμερο που περιέφερε την εντολή στους καθεστωτικούς εκπροσώπους της διαπλοκής και του Β. Σόιμπλε, αποκαλύπτουν δυστυχώς την πικρή αλήθεια για εκείνους που αυτοαναγορεύονται σε συνεπείς εκπροσώπους του αντιμνημονιακού αγώνα και σε de facto και de jure πολιτικούς κληρονόμους και διαχειριστές του «ΟΧΙ».
Πρόκειται στην ουσία για πολιτικά πρόσωπα που φυγομάχησαν, που εγκατέλειψαν και περιφρόνησαν την εντολή του ελληνικού λαού, ο οποίος τους ανέθεσε το ιστορικό καθήκον να αγωνισθούν στον πιο υψηλό και υπεύθυνο στίβο της εθνικής – πολιτικής μάχης, στον στίβο της διακυβέρνησης της χώρας. Σ’ αυτό το πεδίο όφειλαν να αγωνισθούν μέχρι τέλους και αν ηττηθούν, να πέσουν όρθιοι… Και αυτόν τον πολιτικό στίβο τον εγκατέλειψαν ως «φυγόστρατοι», για να επανέλθουν στον γνώριμο «στίβο» της άγονης και ανέξοδης κριτικής.
Προς επίρρωση: Ανέτρεψαν την κυβέρνηση και δεν ζήτησαν καν εκλογές… «Παρότρυναν» μάλιστα τον Αλ. Τσίπρα να στηριχθεί στη ΝΔ στο ΠΑΣΟΚ και στο Ποτάμι και να συνεχίσει να κυβερνά… Αυτή είναι η «καθαρότητα» και το πολιτικό ήθος εκείνων που ανέμεναν, όπως αποδείχθηκε, από την επόμενη της 25ης Ιανουαρίου να υπογράψει ο Αλ. Τσίπρας ένα νέο Μνημόνιο για να υλοποιήσουν μια στρατηγική που επεξεργάζονταν εδώ και χρόνια στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ… Μπορεί να είναι βαρύς, αλλά όχι άδικος, ως προς τις συνέπειές του, ο χαρακτηρισμός και η διαπίστωση ότι ζούμε το πολιτικό φαινόμενο ενός «αριστερού Τσιριμώκου», 50 χρόνια μετά τα Ιουλιανά του ’65.
Τα κριτήρια της ψήφου
Ποιες είναι οι βαθύτερες «ορίζουσες», τα βασικά κριτήρια και οι αξιολογήσεις βάσει των οποίων θα κριθεί η εκλογική αναμέτρηση;
– Το πρόσωπο του πρωθυπουργού: Έχει ευρέως αναγνωρισθεί ότι ο Αλ. Τσίπρας και η κυβέρνηση διεξήγαγαν με θάρρος και εντιμότητα τον αγώνα της διαπραγμάτευσης, που είχε ήδη υπονομευθεί στρατηγικά από τον Β. Σόιμπλε. Ο Αλ. Τσίπρας εξάντλησε κάθε πολιτικό επιχείρημα, με αποκορύφωμα το δημοψήφισμα. Δεν υπέγραψε Μνημόνια… Εκβιάσθηκε και δεν επέλεξε τη βέβαιη καταστροφή. Αυτή είναι η πραγματικότητα.
Σίγουρα υπήρξαν λανθασμένες εκτιμήσεις και ίσως σπαταλήθηκε μάταια πολύτιμος πολιτικός χρόνος στις διαπραγματεύσεις. Επιπρόσθετα, το grexit δεν αποτελούσε πλέον απειλή για τους δανειστές, αλλά μια χειραγωγήσιμη στις επιπτώσεις της «λύση», που θα δρούσε «παραδειγματικά» για ολόκληρη την Ευρώπη.
– Η πολιτική ισχύς και το πρόγραμμα της διακυβέρνησης: Σημείο – κλειδί των εξελίξεων θα αποτελέσει η δυνατότητα του ΣΥΡΙΖΑ να εμφανίσει ένα συνεκτικό, ρεαλιστικό και πειστικό πρόγραμμα διακυβέρνησης. Να αναδείξει ανάγλυφα το παράλληλο -και ταυτόχρονα αντίρροπο- πρόγραμμα που θα είναι ικανό να αμβλύνει τις ακραίες συνέπειες του νέου Μνημονίου, να χτυπήσει τη δομή της διαπλοκής, να δρομολογήσει την παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας.
Η ΝΔ δεν έχει ούτε πολιτικό στίγμα, ούτε ηγεσία, ούτε πρόγραμμα. Ούτε ο «κουτσαβακισμός» του Αντ. Σαμαρά ούτε τα σημερινά «νταηλίκια» του Β. Μεϊμαράκη αποτελούν πολιτικές προτάσεις. Η ΝΔ προεκλογικά θα έχει ως «πολιτικό» πρόγραμμα τη γραμμή «φθοράς» του ΣΥΡΙΖΑ και λαϊκιστική – ακροδεξιά εκμετάλλευση του μεταναστευτικού. Όσο για την κεντροδεξιά στροφή, τα «πρωτοπαλίκαρα» του ΛΑΟΣ δίνουν ακόμα και σήμερα τον τόνο και τη γραμμή στη ΝΔ.
Το ημιθανές ΠΑΣΟΚ, στην προσπάθεια της νυν προέδρου του να διευρύνει το στελεχιακό δυναμικό του και να «επαναπροσεγγίσει» τον Γ. Παπανδρέου, οξύνει τις εσωκομματικές αντιθέσεις και ενεργοποιεί και πάλι τον Ευ. Βενιζέλο, που επιζητεί τη «ρεβάνς» τόσο από την κ. Φώφη Γεννηματά όσο και από τον Γ. Παπανδρέου.
Όσο για τον Στ. Θεοδωράκη και το μνημονιακό – διαπλεκόμενο Ποτάμι, με έναν «πολιτικό λόγο» χωρίς ουσία και περιεχόμενο, με την κενότητα και την ανευθυνότητα που τους χαρακτηρίζουν, προσπαθούν να συλλέξουν «απολίτικους» ψήφους για να εμφανισθούν ως «εθνικά αναγκαίοι» την επομένη των εκλογών.
Τίποτα και κανένας δεν μπορούν πλέον να κρυφτούν. Ο ελληνικός λαός έχει αλάνθαστο αισθητήριο, συνείδηση των δύσκολων καιρών και μπορεί ύστερα από τόσο μακρά περίοδο δοκιμασιών να αξιολογήσει σωστά να κρίνει δίκαια, να αποφασίσει με ωριμότητα και υπευθυνότητα.