Παράδοση περιουσιών και εδάφους «ψήνουν» στο Κυπριακό

Το περιουσιακό αποτελεί το σημαντικότερο, αν όχι το μοναδικό κίνητρο για τους Ελληνοκύπριους ώστε να αποδεχτούν μια λύση η οποία εκ των πραγμάτων θα είναι αρνητική και θα εμπεριέχει σειρά επώδυνων συμβιβασμών για την ελληνοκυπριακή πλευρά.

Όμως, οι τελικές ρυθμίσεις για το Κυπριακό είναι αλληλένδετες με τις ρυθμίσεις για το εδαφικό, που τελικά αποτελούν το κρίσιμο στοιχείο για τη σύνθεση της οριστικής και ολοκληρωμένης μορφής της λύσης του Κυπριακού.

Προς το παρόν η Λευκωσία δείχνει να έχει εγκλωβισθεί σε μια διαδικασία όπου μόνο προσφέρει, χωρίς να έχει ξεκαθαριστεί τι θα κερδίσει ως αντάλλαγμα για τις υποχωρήσεις που θεωρείται ότι θα γίνουν εκ προοιμίου στα ζητήματα διακυβέρνησης και ρυθμίσεων που ενισχύουν τη διζωνικότητα, δημιουργώντας ένα μοντέλο κυρίως συνομοσπονδιακό.

Στις 26 Αύγουστου, οι διαπραγματευτές των δύο κοινοτήτων θα συναντηθούν προκειμένου να προετοιμάσουν τη συνάντηση Αναστασιάδη – Ακιντζί την Τρίτη 1η Σεπτεμβρίου, ενώ σύμφωνα με τις μέχρι τώρα πληροφορίες θα υπάρξει μια ακόμη συνάντηση των δύο ηγετών πριν από τη μετάβασή τους στη Νέα Υόρκη.

Είναι όμως απολύτως λανθασμένη η παραχώρηση της Λευκωσίας να αποδέχεται ό,τι αφορά το εδαφικό, αφού στην παρούσα φάση θα συζητηθούν μόνο κριτήρια, παραπέμποντας τους χάρτες και τα ποσοστά εδαφών για το τέλος της διαδικασίας.

Τότε όμως θα είναι πολύ αργά, καθώς θα έχει οριστικοποιηθεί το γενικό πλαίσιο λύσης του Κυπριακού και θα έχει αποκτήσει για μια ακόμη φορά διαπραγματευτικό κεκτημένο η τουρκική πλευρά.

Ο Έσπεν Μπαρθ Άιντα, στο πλαίσιο της υπερπροσπάθειας για να εμφανίσει πρόοδο, μετέβη στην Άγκυρα για συνομιλίες, δηλώνοντας μάλιστα απόλυτα ικανοποιημένος από τις επαφές του με τούρκους αξιωματούχους.

Βεβαίως, το γεγονός ότι η Τουρκία βρίσκεται σε μια μακρά προεκλογική περίοδο προσφέρει το άλλοθι στην τουρκική πλευρά να δηλώνει… πρόθυμη για λύση του Κυπριακού χωρίς να δεσμεύεται ουσιαστικά στα μείζονα ζητήματα.

Ο πυρήνας της διαφοράς στο περιουσιακό είναι εάν θα δοθεί προτεραιότητα στα δικαιώματα του νόμιμου ιδιοκτήτη, όπως ζητά και επιμένει η ελληνοκυπριακή πλευρά, ή του σημερινού χρήστη, καθώς και τα κριτήρια (επενδύσεις που έχουν γίνει στο ακίνητο, πού βρίσκεται το ακίνητο, δυνατότητα αποζημίωσης, ανταλλαγής περιουσίας κ.λπ.) τα οποία επηρεάζουν και το εδαφικό και το θέμα των εποίκων. Μεγάλο μέρος των ελληνοκυπριακών περιουσιών που βρίσκονται στο επίκεντρο της διαπραγμάτευσης έχουν καταπατηθεί ή έχουν παραχωρηθεί παράνομα από το καθεστώς σε εποίκους από την Τουρκία. Στις περιπτώσεις αυτές δεν θα είναι εύκολο για τη Λευκωσία να αποδεχθεί είτε την ανταλλαγή περιουσίας είτε την αποζημίωση, καθώς θα αποτελούσε την πιο ακραία μορφή αποδοχής και νομιμοποίησης των τετελεσμένων της εισβολής και κατοχής.

Οι δύο πλευρές όμως διαφωνούν και για το εύρος των αρμοδιοτήτων της Επιτροπής Περιουσιών που θα συσταθεί για να επιλύει τα προβλήματα που θα ανακύπτουν και θα έχει τον ίδιο αριθμό μελών και από τις δύο κοινότητες, σε μια ακραία εφαρμογή της λογικής της πολιτικής ισότητας, που η τουρκική πλευρά επιδιώκει να μετατρέψει σε αριθμητική ισότητα σε όλα τα επίπεδα.

Ο νόμιμος ιδιοκτήτης θεωρείται, εν πολλοίς, συνιδιοκτήτης με τον νυν χρήστη και τη «διαφορά» αυτή θα καλείται να λύσει η Επιτροπή. Μια διαδικασία που, εφόσον υιοθετηθεί, θα αλλοιώσει την όποια συμφωνία λύσης του Κυπριακού, καθώς η λύση θα καλύπτει μόνο τις «καθαρές» περιπτώσεις του περιουσιακού, όπου θα είναι δυνατή η επιστροφή, η ανταλλαγή ή η αποζημίωση. Σε κάθε άλλη περίπτωση που ο έποικος, ο καταπατητής, ο σφετεριστής ή ο νυν χρήστης έχουν κάνει οποιαδήποτε «επένδυση» στο ακίνητο, οι περιπτώσεις θα παραπέμπονται στην… Επιτροπή.

Πρόκειται περί πρωτοφανούς προσπάθειας εξαπάτησης των Ελληνοκυπρίων, καθώς πρακτικά θα κληθούν να συναινέσουν σε μια κακή λύση και το θέμα των περιουσιών τους θα λύνεται στη διάρκεια των ετών από μια Επιτροπή όπου η πλειοψηφία (Ελληνοκύπριοι) θα έχει ίσα δικαιώματα με τη μειοψηφία (Τουρκοκύπριοι).

Στο εσωτερικό μέτωπο όμως, ένα ακόμη ζήτημα, εκείνο των εγγυήσεων, έχει προκαλέσει αντιπαράθεση μεταξύ των πολιτικών δυνάμεων στη Λευκωσία. Η συζήτηση για το ενδεχόμενο αντικατάστασης του πλαισίου των αναχρονιστικών εγγυήσεων με ένα σύστημα ευρωατλαντικής εγγύησης της ασφάλειας της Κύπρου προκαλεί την ιδεοληπτική αντίδραση του ΑΚΕΛ, που συνεχίζει να θεωρεί την ΕΕ και το ΝΑΤΟ ως «ιμπεριαλιστικούς – καπιταλιστικούς εχθρούς».

Είναι όμως προφανές ότι μόνο μια ισχυρή εγγύηση από ΕΕ και ΝΑΤΟ μπορεί να καταστήσει αχρείαστο τα σύστημα εγγυήσεων και να καταρρίψει έτσι ένα από τα βασικά επιχειρήματα της τουρκικής πλευράς.

Μέσα σε αυτό το βαρύ κλίμα, το ενδιαφέρον στρέφεται στη Νέα Υόρκη, όπου παρά τις διαβεβαιώσεις κυβερνητικών αξιωματούχων της Λευκωσίας ότι δεν θα υπάρξει επίσημη τριμερής συνάντηση με τον ΓΓ του ΟΗΕ, θεωρείται δεδομένο ότι θα επιδιωχθεί από τον ΟΗΕ αλλά και τους Αμερικανούς να υπάρξουν έστω και άτυπες συναντήσεις που θα «κατοχυρώσουν» την υποτιθέμενη πρόοδο, ώστε να δημιουργηθεί το έδαφος για εντατικοποίηση των συνομιλιών και επίτευξη συμφωνίας μέχρι το τέλος του 2015.

Κωνσταντίνος Τσάκαλος


Σχολιάστε εδώ