Όλη η Ελλάδα ενέχυρο για το δάνειο των 86 δισ. ευρώ

Το κείμενο της νέας δανειακής σύμβασης επιβεβαιώνει πλήρως το ρεπορτάζ του «Π», της περασμένης Κυριακής, που ανέφερε ότι βασική επιδίωξη του γερμανού υπουργού Οικονομικών, Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, ήταν να καταστήσει το υπό ίδρυση Ταμείο Ιδιωτικοποιήσεων, που θα λειτουργεί παράλληλα και ανεξάρτητα από το ΤΑΙΠΕΔ, εγγυητή του νέου δανείου με τα περιουσιακά του στοιχεία και μάλιστα με αυστηρή νομική ρύθμιση, δηλαδή με το να καταστεί το Ταμείο αντισυμβαλλόμενος του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας, δίπλα στο Δημόσιο και στο Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας, που έχει αυτή την ιδιότητα ήδη από το 2012.

Με τη νέα σύμβαση, αυτή η επιδίωξη του γερμανού υπουργού Οικονομικών, που ήταν και ο εισηγητής της ιδέας για τη σύσταση του νέου Ταμείου, επιτυγχάνεται απολύτως, καθώς προβλέπεται ότι:

– Με υπόδειξη του ΕΜΣ θα «συμπεριληφθεί ως συμβαλλόμενο μέρος στην παρούσα σύμβαση (ή σε άλλες συμφωνίες με τον ΕΜΣ) οποιοδήποτε μέρος του Ταμείου Ιδιωτικοποιήσεων ενδέχεται να απαιτήσει ο ΕΜΣ κατά τη διακριτική του ευχέρεια». Δηλαδή, ο ΕΜΣ θα υποδείξει, όταν θα έχουν συμφωνηθεί τα περιουσιακά στοιχεία του κράτους που θα μεταφερθούν στο νέο Ταμείο, ποια από αυτά δεσμεύονται ως ενέχυρα, τα οποία ο ΕΜΣ «ενδέχεται να απαιτήσει κατά τη διακριτική του ευχέρεια, για την εξόφληση της χρηματοδοτικής συνδρομής από το δικαιούχο κράτος-μέλος ή για λογαριασμό του, που προκύπτει από ή συνδέεται με τη ρευστοποίηση των περιουσιακών στοιχείων του Ταμείου Ιδιωτικοποιήσεων (με ιδιωτικοποιήσεις και άλλα μέσα) ή άλλα έσοδα, καθώς και για την παροχή άλλων εγγυήσεων, δεσμεύσεων, ή την ανάληψη άλλων υποχρεώσεων ή την παροχή άλλων δικαιωμάτων που ο ΕΜΣ κρίνει αναγκαία για την υποστήριξη της θέσης του.

Πρέπει να σημειωθεί, πάντως, ότι και μετά τον τελευταίο γύρο διαπραγματεύσεων κυβέρνησης – θεσμών για το νέο Ταμείο υπήρξαν πολλές και σοβαρές διαφωνίες, γι’ αυτό και μετατέθηκε στα τέλη του έτους η συμφωνία για το ποια περιουσιακά στοιχεία του κράτους θα περάσουν στο νέο Ταμείο. Οι θεσμοί έχουν ζητήσει λίστα των ακινήτων που ελέγχει το Δημόσιο, ενώ πληροφορίες αναφέρουν ότι υπήρξε πρόταση να περάσει το ΤΑΙΠΕΔ με όλη την περιουσία του υπό τον έλεγχο του νέου Ταμείου, σαν θυγατρική εταιρεία.

Επιπλέον, με τη νέα δανειακή σύμβαση οι Ευρωπαίοι δανειστές «τσιμεντώνουν» τον έλεγχο που ήδη είχαν αποκτήσει από το 2012 στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα.

Τα στοιχεία ελπίδας

Στον αντίποδα, πάντως, ελπίδες για ουσιαστική ανάκαμψη της οικονομίας γεννά το νέο Μνημόνιο, καθώς οι δανειστές για πρώτη φορά «χαλαρώνουν» σημαντικά τις απαιτήσεις τους για λιτότητα, ενώ το χρηματοδοτικό «πακέτο» που εξασφαλίζει η κυβέρνηση, αρχής γενομένης από μία δόση 23 δισ. ευρώ στις 20 Αυγούστου, απομακρύνει κάθε ανησυχία για τις χρηματοδοτικές ανάγκες ως και το 2018 και παρέχει άμεση κεφαλαιακή ενίσχυση στις τράπεζες και κονδύλια για πληρωμές ληξιπρόθεσμων οφειλών του Δημοσίου, ύψους αρκετών δισεκατομμυρίων ευρώ, ώστε να «ανασάνει» η αγορά.

Το σημαντικότερο «κέρδος» από την περιπέτεια της πολύμηνης διαπραγμάτευσης είναι ότι οι δανειστές κατάλαβαν -επιτέλους!- ότι είναι προτιμότερο να αυξηθεί η χρηματοδότηση στην Ελλάδα, για να γίνουν ανεκτοί λιγότερο φιλόδοξοι δημοσιονομικοί στόχοι, παρά να τεθούν και πάλι υπερβολικοί στόχοι για πλεονάσματα, που θα οδηγήσουν πάλι στον φαύλο κύκλο λιτότητας και ύφεσης.

Σημαντικές «ανάσες», όμως, δίνει και η «εμπροσθοβαρής» ανακεφαλαιοποίηση των ελληνικών τραπεζών, με προκαταβολή 10 δισ. ευρώ από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας, υπό μορφή ομολόγων, τα οποία οι τράπεζες θα χρησιμοποιήσουν για να αντλήσουν πολύτιμη ρευστότητα από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, ώστε να επιταχυνθεί και η χαλάρωση των περιορισμών στην κίνηση κεφαλαίων, που όσο μένουν ενεργοί δυσχεραίνουν σοβαρά την ανάκαμψη.

Αξιοσημείωτη, επίσης, είναι η άμεση ροή πιστώσεων στο Δημόσιο, οι οποίες θα κατευθυνθούν για την εξόφληση των υπέρογκων ληξιπρόθεσμων υποχρεώσεων του κράτους σε ιδιώτες, ώστε να αποκατασταθεί γρηγορότερα η ομαλή λειτουργία του οικονομικού κυκλώματος.


Σχολιάστε εδώ