Παίζουν με τη φωτιά οι ΗΠΑ στη Συρία
Η απόφαση αυτή του Προέδρου Ομπάμα οδηγεί πάλι σε νέα κλιμάκωση τον πόλεμο στη Συρία και επαναφέρει το σενάριο της ξένης επεμβάσεως, που είχε απειληθεί στο παρελθόν με πρόσχημα την αποδιδόμενη στον Πρόεδρο Άσαντ χρήση χημικών όπλων. Ο τελευταίος δέχθηκε, ύστερα από Ρωσική μεσολάβηση, να δώσει για καταστροφή το χημικό του οπλοστάσιο, για να αφαιρέσει από τις ΗΠΑ οποιοδήποτε πρόσχημα. Ούτως ή άλλως, το οπλοστάσιο αυτό είχε καταστεί βάρος για το κυβερνητικό στρατόπεδο, γιατί θα έπρεπε να διαθέτει σημαντικές δυνάμεις για τη φύλαξή του από τις επιθέσεις των ανταρτών.
Ο διπλωματικός ελιγμός της καταστροφής του χημικού οπλοστασίου αποφόρτισε την κατάσταση και λειτούργησε ανασχετικά για το σενάριο της ξένης επεμβάσεως. Ήρθε μετά η μεγάλη έκπληξη της θεαματικής ανόδου των ακραίων Ισλαμιστών, οι χορηγοί και αρχικοί χειραγωγοί των οποίων δεν ήταν άλλοι από τη Σαουδική Αραβία, το Κατάρ, την Τουρκία και, βεβαίως, τις ΗΠΑ.
Η αυτονόμηση των ακραίων Ισλαμιστών και η ανακήρυξη Ισλαμικού χαλιφάτου ανέδειξαν για άλλη μια φορά, μετά το προηγούμενο της Αλ Κάιντα, την ετερογονία των σκοπών που προκύπτει στο επικίνδυνο παιχνίδι της χρησιμοποιήσεως του Ισλαμιστικού φανατισμού για την επίτευξη γεωπολιτικών στόχων.
Μετά την απειλή που επικρεμάσθηκε πάνω από το Ιράκ και τις πρωτοφανείς βαρβαρότητες του Ισλαμικού Κράτους, οι ΗΠΑ ανέλαβαν, υποτίθεται, την ηγεσία ενός συνασπισμού 40 κρατών για την αντιμετώπιση και συντριβή του Ισλαμικού Κράτους. Ήταν όμως καταφανείς από την πρώτη στιγμή οι αντιφάσεις και τα ερωτήματα.
Από πού ανεδύθησαν ξαφνικά οι ακραίοι Ισλαμιστές του χαλιφάτου; Από τα πεδία των μαχών της Συρίας, στα οποία υπεστηρίχθησαν από τις χώρες που αναφέρθηκαν για την ανατροπή του καθεστώτος Άσαντ. Οι παρουσιαζόμενοι ως «μετριοπαθείς» αντικυβερνητικοί αντάρτες μεταμορφώθηκαν σε ακραίους Ισλαμιστές. Οι Άραβες χορηγοί τους (Σαουδική Αραβία, Κατάρ) και η Τουρκία είχαν επενδύσει σ’ αυτούς, στο πλαίσιο των επιμέρους επιδιώξεων της κάθε χώρας και μιας περιφερειακής Σουνιτικής συνεννοήσεως και αλληλεγγύης, σε αντιπαράθεση προς τον συνασπισμό των Σιιτών της περιοχής, με ηγεμονική δύναμη το Ιράν.
Για το τελευταίο, ο γεωπολιτικός ανταγωνισμός της Σαουδικής Αραβίας έχει φτάσει σε παρανοϊκό σημείο, μετά την υπογραφή της συμφωνίας των 5+1 για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν και για την άρση των κυρώσεων εναντίον του. Μετά το νέο μέτωπο ανταγωνισμού επίσης μεταξύ Ιράν και Σαουδικής Αραβίας, που άνοιξε με τον εμφύλιο πόλεμο, στην Υεμένη.
Η Σαουδική Αραβία δεν έκρυψε τη δυσαρέσκειά της ούτε προηγουμένως για τη ματαίωση της Δυτικής επεμβάσεως στη Συρία ούτε προσφάτως για τη συμφωνία με το Ιράν. Δυσαρεστημένη ήταν επίσης η Άγκυρα, η οποία είχε επενδύσει μεγάλες προσδοκίες σε μια γρήγορη πτώση του Προέδρου Άσαντ. Παρέμεινε γι’ αυτό αποστασιοποιημένη και επιφυλακτική έναντι του Ισλαμικού Κράτους, με το οποίο διατηρούσε υπόγειες σχέσεις συνεργασίας. Για την Άγκυρα οι προτεραιότητες ήταν η αποτροπή ή η καταστροφή της Αυτόνομης Κουρδικής Περιοχής που δημιουργήθηκε στη Συρία και η ανατροπή του καθεστώτος Άσαντ.
Τι μεσολάβησε και ανέστρεψε πάλι την Αμερικανική πολιτική προς την κατεύθυνση της επεμβάσεως στη Συρία, ενώ παραμένει ακόμη, εξασθενημένο αλλά πάντα επικίνδυνο, το Ισλαμικό Κράτος; Προμηνύματα της στροφής αυτής είχαν δοθεί εδώ και μερικούς μήνες, όταν οι ΗΠΑ συμφώνησαν με την Τουρκία να αναλάβουν την εκπαίδευση, στο έδαφος της Τουρκίας, αντικαθεστωτικών ανταρτών κατά του Άσαντ.
Ποια αξιοπιστία μπορεί να έχει η πολιτική αυτή, όταν η ίδια οδήγησε προηγουμένως στη δημιουργία του Ισλαμικού Κράτους; Πώς θα αντιμετωπισθεί, κατά προτεραιότητα, το Ισλαμικό Κράτος, όταν επανατίθεται ως προτεραιότητα η ανατροπή Άσαντ; Με ποιο δικαίωμα μια παγκόσμια δύναμη, όπως οι ΗΠΑ, μέλος του Συμβουλίου Ασφαλείας, εμπλέκεται απροκάλυπτα σε επιχείρηση αλλαγής καθεστώτος σε ξένη χώρα, χωρίς καμιά εξουσιοδότηση του Συμβουλίου Ασφαλείας; Πολύ περισσότερο, όταν σήμερα προβαίνει σε ένα βήμα παραπέρα και αποφασίζει να παράσχει ουσιαστικά αεροπορική προστασία στους αντικαθεστωτικούς αντάρτες που εκπαιδεύει και να πλήξει, εάν χρειασθεί, Συριακές κυβερνητικές δυνάμεις;
Είναι προφανής ο ρόλος που έπαιξαν σ’ αυτή την αναστροφή πολιτικής τοπικές δυνάμεις όπως η Σαουδική Αραβία, το Κατάρ και η Τουρκία. Το πιο ανησυχητικό όμως και επικίνδυνο είναι η άνοδος της επιρροής των πιο ακραίων στην Ουάσινγκτον, οι οποίοι μαίνονται κυριολεκτικά κατά της Ρωσίας και συνδέουν άμεσα τον πόλεμο στη Συρία με την Ουκρανία και τον γενικευμένο γεωπολιτικό ανταγωνισμό με τη Ρωσία. Ο Πρόεδρος Ομπάμα προώθησε, όπως είχε υποσχεθεί προεκλογικά, την απαγκίστρωση των Αμερικανικών στρατευμάτων από το Αφγανιστάν και το Ιράκ. Απεδείχθη όμως πολύ χλωμή η παρουσία του στη χάραξη της συνολικής Αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής. Είναι καταφανές ότι πήραν το πάνω χέρι στη χάραξη της εξωτερικής πολιτικής ακραίοι νεοσυντηρητικοί που εξωθούν τις ΗΠΑ σε ευθεία αντιπαράθεση με τη Ρωσία, επιστρατεύοντας σ’ αυτό και την υποτακτική Ευρώπη.
Η διάσταση αυτή καθιστά την αλλαγή πολιτικής στη Συρία μέρος μιας γενικότερης αντιπαραθέσεως. Ανεπιβεβαίωτες πληροφορίες κάνουν λόγο για τη δημιουργία Ισλαμικής ταξιαρχίας στη Χερσώνα της Ουκρανίας, κοντά στα σύνορα της Κριμαίας, με συνεργασία της Τουρκίας και της Σαουδικής Αραβίας. Είναι προφανής η προσπάθεια των ΗΠΑ να δημιουργήσουν Ισλαμικό πρόβλημα και στην ίδια τη Ρωσία από το έδαφος της Ουκρανίας.
Η Ευρώπη, αντί με μια σχετικά ανεξάρτητη στάση να λειτουργήσει κατευναστικά, συντάσσεται άκριτα με τις ΗΠΑ σε μια αντιπαράθεση στην οποία διατρέχει τον κίνδυνο να γίνει το πρώτο θύμα.