«Ό,τι δεν λύεται, κόπτεται»

Τα δύο αυτά «μέτωπα», αν και ξεκινούν από δύο αντίθετες και συγκρουόμενες ευθέως αφετηρίες, συγκλίνουν εντούτοις στο τελικό τους αποτέλεσμα: Στην αποδυνάμωση της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ και της κυβέρνησης. Οι διαφωνούντες και η Αριστερή Πλατφόρμα στον ΣΥΡΙΖΑ επιδιώκουν να πραγματοποιήσουν ένα ιστορικό «ρεσάλτο», να αξιοποιήσουν τους σημερινούς εσωκομματικούς συσχετισμούς και να οδηγήσουν τη σημερινή ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ, μέσα από το αποκαλούμενο «διαρκές Συνέδριο», σε ήττα και πτώση…

Από την άλλη πλευρά -αυτή των «θεσμών» και των «διαπραγματευτών»- δεν πρέπει να υπάρχουν ψευδαισθήσεις… Το Plan B του Σόιμπλε περί «συντεταγμένης» ή εθελουσίας – αυτοκτονικής εξόδου της Ελλάδας από το ευρώ υλοποιείται στην πράξη ως Plan A… Η πτώση της σημερινής κυβέρνησης ή η χειραγώγηση, αφομοίωση και πολιτική ακύρωσή της μέσω κυβερνήσεων «εθνικού σκοπού» αποτελεί μια μόνιμη επιδίωξη.

Ο Αλ. Τσίπρας, ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ και πρωθυπουργός, κινούμενος μεταξύ «σφύρας και άκμονος», θα πρέπει να δράσει άμεσα και αποφασιστικά.

Δύο είναι οι βασικές προϋποθέσεις για την υπέρβαση της σημερινής «διπλής δοκιμασίας»:

* Πρώτον, η κατά το συντομότερο δυνατό ολοκλήρωση και υπογραφή της συμφωνίας. Βεβαίως, η προϋπόθεση αυτή εξαρτάται και από τη στάση των «θεσμών».

* Δεύτερο, και πιο σημαντικό, η σαφής δέσμευση για την προκήρυξη εκλογών στο προσεχές διάστημα μετά την υπογραφή της συμφωνίας.

Οι δύο αυτές προϋποθέσεις ακυρώνουν στην πράξη τη «στρατηγική» της Αριστεράς Πλατφόρμας και των διαφωνούντων στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ. Η μόνη «διέξοδος» γι’ αυτούς θα είναι η ίδρυση «νέου κόμματος» με πολιτικοϊδεολογικό «σκληρό πυρήνα» την έξοδο από την Ευρωζώνη και την επιστροφή στο εθνικό νόμισμα. Σ’ αυτήν την περίπτωση είναι υποχρεωμένοι να παρουσιάσουν λεπτομερώς το «περίφημο» Plan B και να το εκθέσουν στην κρίση του ελληνικού λαού.

Οι εκλογές θα αναδιαμορφώσουν τους συσχετισμούς

Παράλληλα, ο σαφής και δεσμευτικός προσανατολισμός του Αλ. Τσίπρα και του ΣΥΡΙΖΑ στις εκλογές, δηλαδή στην επιβεβαίωση και πιθανόν στην ενίσχυση της εμπιστοσύνης του ελληνικού λαού, δεν θα ενισχύσει μόνο το πολιτικό και κοινωνικό τους κεφάλαιο. Ταυτόχρονα θα ακυρώσει στην πράξη όλα τα σενάρια που επιδιώκουν μέσω συμμαχικών κυβερνήσεων ή κυβερνήσεων «εθνικού σκοπού» να «αποκαθάρουν» και να επαναφέρουν στην εξουσία κόμματα και πρόσωπα που υπηρέτησαν δουλικά τα Μνημόνια και αποτέλεσαν πολιτικούς εκφραστές των πλέον άθλιων συμφερόντων της διαπλοκής.

Δυστυχώς, οι «διαφωνούντες» και η Αριστερή Πλατφόρμα στον ΣΥΡΙΖΑ επέλεξαν τον δρόμο της ρήξης και του αναχωρητισμού. Πέρα από κάθε αίσθηση και συνείδηση της εθνικής ευθύνης που φέρει ο ΣΥΡΙΖΑ -και φυσικά η ελληνική κυβέρνηση-, απαιτούν στην πράξη να ακολουθήσει η χώρα το σχέδιο του Σόιμπλε και να οδηγηθεί ως «ιδανικός αυτόχειρας» στην καταστροφή.

Γνωρίζουν φυσικά ότι μια παρόμοια επιλογή είναι αδύνατο να υιοθετηθεί από τον Αλ. Τσίπρα και συναντά παράλληλα την κατηγορηματική άρνηση της συντριπτικής πλειοψηφίας της κοινωνίας. Η πρακτική των «μαθητευόμενων μάγων» σε συνθήκες εθνικής κρίσης δεν μπορεί προφανώς να συνιστά ούτε αριστερή ούτε προοδευτική «λύση». Επενδύουν όμως οι διαφωνούντες με «αριστερό περιτύλιγμα» την επιθυμία τους να ξαναγυρίσουν στη «θαλπωρή» των κομματικών εργαστηρίων και των ανέξοδων «επαναστατικών διακηρύξεων», αφού το επίπεδο της κεντρικής άσκησης της εξουσίας, η διακυβέρνηση της χώρας, η ευθύνη για την τύχη ενός ολόκληρου λαού και οι σκληρές αποφάσεις που πρέπει να ληφθούν για την επιβίωσή του, αποτελούν γι’ αυτούς δυσβάστακτο και ανεπιθύμητο «φορτίο». Άλλωστε, το «εσωτερικό ακροατήριο» του 4% τείνει περισσότερο «ευήκοα ώτα» σε παρόμοιες «επιλογές» από το εθνικό ακροατήριο, από τη μεγάλη κοινωνική πλειοψηφία που στηρίζει τον πρωθυπουργό και την κυβέρνηση.

Η Αριστερά στη μάχη και όχι στο περιθώριο

Επί της ουσίας: Η συζήτηση, επί της ουσίας, για ένα Plan B, για το μέλλον της στην Ευρωζώνη δεν μπορεί και δεν έχει νόημα στην κρίσιμη κατάσταση που βρίσκεται η χώρα.

Εάν η πατρίδα μας δεν μπορέσει να σταθεί στα πόδια της, εάν δεν ξεκινήσει μια πορεία παραγωγικής ανασυγκρότησης, εάν δεν υπάρξει ριζική τομή και ρήξη με το σύστημα της διαπλοκής, της φοροκλοπής, του λαθρεμπορίου, εάν δεν υπάρξει ένα δικαιότερο σύστημα κατανομής των βαρών και ένα «πλέγμα» κοινωνικής αλληλεγγύης, τότε η συζήτηση περί Plan A και Plan B στερείται σημασίας.

Άλλωστε, ο στόχος της γερμανικής ελίτ και της χρηματοπιστωτικής ολιγαρχίας αποβλέπει στη σκλήρυνση των δομών της Ευρωζώνης, στην πιθανή διαίρεσή της σε δύο ή τρεις «ζώνες» και ο πλήρης -θεσμοποιημένος και νομιμοποιημένος- έλεγχος της Ευρωζώνης και της ΕΕ από το υπερ-υπουργείο Οικονομικών, δηλαδή το πολιτικό επιτελείο του Δ’ Ράιχ. Η προταθείσα από τον Β. Σόιμπλε και την Άνγκ. Μέρκελ έξοδος της Ελλάδας (εντός των αγκυλών του εγγράφου του Eurogroup) αποτελεί ίσως το προείκασμα των επερχόμενων «αλλαγών»…

Το μόνο πολιτικό κεφάλαιο που διαθέτει σήμερα η χώρα είναι ο πρωθυπουργός και η ελληνική κυβέρνηση. Μια κυβέρνηση που τη στηρίζει η μεγάλη κοινωνική-λαϊκή πλειοψηφία.

Γι’ αυτό και αποτελεί ιστορικής σημασίας προϋπόθεση η σταθερότητα και η διεύρυνση των ορίων πολιτικής αυτονομίας της κυβέρνησης και του πρωθυπουργού, ώστε να μπορέσουν να αντιμετωπίσουν τις πλέον επαχθείς επιπτώσεις του νέου προγράμματος και να αξιοποιήσουν τις δυνατότητες που παρέχει μια αριστερή – προοδευτική διακυβέρνηση.

Είναι κατανοητό να επιδιώκει ο Β. Σόιμπλε και το εγχώριο μνημονιακό προσωπικό να καταστήσει τον ΣΥΡΙΖΑ μια «αριστερή παρένθεση». Είναι αδιανόητο όμως να επιφέρει έστω και ακούσια, έστω και έμμεσα, τα ίδια αποτελέσματα μια ανεύθυνη στάση που καλύπτεται από το προσωπείο της «ιδεολογικής καθαρότητας».


Σχολιάστε εδώ