Δίνουν οι Τούρκοι το Ιντσιρλίκ

Και ενώ ούτε ο ίδιος ούτε ο πρωθυπουργός του, Νταβούτογλου, έχουν δεχθεί μέχρι σήμερα να χαρακτηρίσουν το Ισλαμικό Κράτος (ΙΚ) ως τρομοκρατική οργάνωση, επιτρέπουν, ύστερα από πολύμηνες διαβουλεύσεις, τη χρήση από τους Αμερικανούς της βάσης του Ιντσιρλίκ. Προχωρώντας ακόμη πιο πέρα, την Παρασκευή, τουρκικά F16 χτύπησαν, για πρώτη φορά, θέσεις του ΙΚ στη Συρία, παρότι επισήμως η τουρκική κυβέρνηση διατείνεται ότι τα αεροσκάφη της δεν παραβίασαν τον συριακό εναέριο χώρο.

Κανείς δεν ξέρει ακόμη ποια είναι η ακριβής συμφωνία Ουάσινγκτον και Άγκυρας, ενώ, σύμφωνα με ανεπίσημες διαρροές της Άγκυρας, την Παρασκευή, το Ιντσιρλίκ είναι μόνο η αρχή.

Τα πρόσφατα κέρδη των Κούρδων της Συρίας

Ύστερα από την απόκρουση, πέρυσι, της επίθεσης των τζιχαντιστών στο Κομπανέ και την εκδίωξή τους από την περιοχή, και από μάχες που κράτησαν μήνες, η πρόσφατη κατάληψη του, στρατηγικά κρίσιμου, Ταλ Αμπιάντ επιβεβαιώνει τη σπουδαιότητα των κουρδικών δυνάμεων για τους αμερικανικούς σχεδιασμούς.

Η Ταλ Αμπιάντ ήταν η κύρια πύλη εισόδου προμηθειών, εφοδίων και εθελοντών μαχητών από την Τουρκία προς την πρωτεύουσα των τζιχαντιστών, Ράκα, που απέχει μόλις 80 χλμ. Η κατάληψή της στερεί κρίσιμους πόρους από το Ισλαμικό Κράτος, ενώ, ταυτόχρονα, δημιουργεί για τις κουρδικές δυνάμεις τη δυνατότητα επικοινωνίας ανάμεσα στα διαφορετικά μέτωπα, στα οποία πολεμούν, και τις διαφορετικές περιοχές που κατέχουν.

Τις κουρδικές δυνάμεις επικουρούν με κάθε μέσο -εκτός της ευθείας προμήθειας με στρατιωτικό εξοπλισμό που δεν έχει εγκριθεί από το Κογκρέσο-, οι Αμερικανοί. Τα αεροσκάφη τους, επανδρωμένα και μη (drones), που πετούν στο σύνολο της περιοχής της Βόρειας Συρίας παρέχουν κρίσιμη υποστήριξη στις κουρδικές δυνάμεις που επιχειρούν στο έδαφος, ενώ αξιωματικοί των αμερικανικών ειδικών δυνάμεων έχουν στήσει ένα αμφίδρομο δίκτυο επικοινωνίας ανάμεσα στις δυνάμεις του συνασπισμού και τους Κούρδους. Για την Ουάσινγκτον, οι Κούρδοι της Συρίας έχουν αποδειχθεί η μόνη συγκροτημένη και αξιόπιστη δύναμη που φέρνει αποτελέσματα και ακολουθεί πιστά την αμερικανική στρατηγική επιλογή, ότι κυρίαρχος στόχος των επιχειρήσεων είναι οι τζιχαντιστές και όχι το καθεστώς Άσαντ.

Στόχος και όνειρο των Κούρδων της Συρίας είναι να καταφέρουν να ενώσουν τα δύο καντόνια που ελέγχουν στο ΒΑ κομμάτι της χώρας με το καντόνι της Αφρίν, που βρίσκεται δυτικότερα, κοντά στην ακτή της Μεσογείου, δημιουργώντας μια ενιαία κουρδική επικράτεια.

Οι απαιτήσεις και τα σχέδια της Άγκυρας στο Συριακό

Αυτός είναι, όμως, ο μεγαλύτερος εφιάλτης στην Τουρκία. Γι’ αυτό και η επίσημη τουρκική αντίδραση στην προέλαση των Κούρδων στη συροτουρκική μεθόριο (και την αντίστοιχη υποχώρηση των τζιχαντιστών) ήταν σωρεία επιθετικών δηλώσεων κατά των Αμερικανών και της Δύσης που, κατά την άποψη της Άγκυρας, βοηθούν τους Κούρδους να προχωρήσουν σε επιχειρήσεις εθνοκάθαρσης της περιοχής από τον τουρκμενικό και αραβικό πληθυσμό.

Το γεγονός, όμως, είναι ότι όσο περνούσε ο καιρός, και τα στρατιωτικά αεροσκάφη του συνασπισμού αναγκάζονταν να επιχειρούν από βάσεις στον Περσικό Κόλπο, που απέχουν χιλιάδες χιλιόμετρα από τη Βόρεια Συρία, και όχι από το Ιντσιρλίκ, που βρίσκεται μόλις 400 χλμ. από τη Ράκα, οι Αμερικανοί εξοργίζονταν όλο και περισσότερο με τους τακτικισμούς της Άγκυρας, ενώ γνώριζαν με στοιχεία τον όγκο της πολύπλευρης υποστήριξης που η κυβέρνηση Ερντογάν διαχρονικά παρείχε στους τζιχαντιστές.

Τα πρώτα σημάδια ότι οι Τούρκοι υποχωρούσαν στις αμερικανικές πιέσεις ήταν στο πρώτο δεκαήμερο του Ιουλίου, όταν οι τουρκικές αρχές οδήγησαν στα κρατητήρια 1.600 ύποπτους ως μαχητές τζιχαντιστές, που επιχείρησαν να περάσουν τα σύνορα προς τη Συρία, συνέλαβαν 30 άτομα ως ύποπτους για στρατολόγηση υπέρ του ΙΚ και σταμάτησαν την πρόσβαση σε γνωστές ισλαμιστικές ιστοσελίδες. Ύστερα από την πολύνεκρη βομβιστική επίθεση αυτοκτονίας της περασμένης Δευτέρας, η Ουάσινγκτον έκρινε ότι οι συνθήκες ήταν ώριμες για το κλείσιμο της συμφωνίας. Οι τελευταίες λεπτομέρειες έκλεισαν, (και οι τελευταίες πιέσεις ασκήθηκαν), με τηλεφώνημα του Προέδρου Ομπάμα στον Ερντογάν την προηγούμενη Τετάρτη.

Σύμφωνα με διαρροές της τουρκικής πλευράς, θα επιτραπεί η χρήση από τον συνασπισμό των αεροπορικών βάσεων της Μαλάτειας, του Μπατμάν και του Ντιαρμπακίρ, η απογείωση μη επανδρωμένων αεροσκαφών από το τουρκικό έδαφος και η γενικότερη ευρύτερη χρήση του τουρκικού εναέριου χώρου. Οι Τούρκοι υποστηρίζουν ότι σε αντάλλαγμα πήραν τη σιωπηρή έγκριση της δημιουργίας ζώνης απαγόρευσης πτήσεων, σε περιοχή μήκους 90 χλμ. και βάθους 40-50 χλμ., ανάμεσα στις συριακές πόλεις Μάρεα και Τζαραμπουλούς, όπου θα απαγορευθεί τόσο η πτήση των αεροσκαφών του συριακού καθεστώτος, όσο και η δράση στο έδαφος τζιχαντιστικών ομάδων (Αλ Κάιντα, Αλ Νούσρα, Ισλαμικό Κράτος). Η παραβίαση της απαγόρευσης θα σημαίνει και την άμεση επίθεση από αεροσκάφη του διεθνούς συνασπισμού. Οι πληροφορίες αυτές δεν έχουν επιβεβαιωθεί, με κανέναν τρόπο, από την Ουάσινγκτον.

Η επίθεση, όμως, από τουρκικά αεροσκάφη κατά θέσεων τζιχαντιστών στο εσωτερικό της Συρίας, την Παρασκευή, αλλάζει ακόμη περισσότερο τα δεδομένα. Και παρότι είναι βέβαιο ότι η Τουρκία δεν πρόκειται να προχωρήσει σε στρατιωτικές επιχειρήσεις στο εσωτερικό της Συρίας, χωρίς τη συμφωνία και τη συμμετοχή των Αμερικανών, ούτε να αναλάβει η ίδια το κόστος της δημιουργίας «ουδέτερης ζώνης», θεωρείται αναμενόμενο ότι θα χρησιμοποιήσει την αεροπορία της όχι μόνο κατά των τζιχαντιστών, αλλά και για να αποτρέψει τις δυνάμεις των Κούρδων της Συρίας από την κατάληψη κρίσιμων, για την Άγκυρα, εδαφών.

Ο συριακός εμφύλιος μεταφέρεται στο εσωτερικό της Τουρκίας

Ο Πρόεδρος Ερντογάν και το ΑΚΡ, από τα τέλη του 2012, έχουν ακολουθήσει μια στρατηγική συνεχιζόμενης αντιπαράθεσης με τη Δύση (Αμερική και Ευρώπη) και ακραίας πόλωσης στο εσωτερικό της χώρας. Πόλωση που εκδηλώνεται τόσο με τη σύγκρουση με τις κοσμικές πολιτικές και κοινωνικές δυνάμεις και την οργανωμένη προσπάθεια ισλαμοποίησης της χώρας, όσο και με τη σταδιακή εγκατάλειψη της ειρηνευτικής διαδικασίας με το ΡΚΚ και την υποχώρηση σε όλο και πιο ακραίες εθνικιστικές θέσεις.

Ιδιαίτερα από τη στιγμή που οι κουρδικές πολιτικές δυνάμεις αποφάσισαν ότι δεν θα στηρίξουν το ΑΚΡ στις εκλογές του προηγούμενου Ιουνίου και την προσπάθεια του Ερντογάν να αλλάξει το τουρκικό Σύνταγμα, ώστε να γίνει ο απόλυτος κυρίαρχος της χώρας. Ο θρίαμβος του Ντεμιρτάς και του HDP, του πρώτου κουρδικού πολιτικού κόμματος στην Ιστορία, που κατάφερε να σπάσει το όριο του 10% και να μπει στη Βουλή, στερώντας από το ΑΚΡ την αυτοδυναμία, εξόργισε τον τούρκο σουλτάνο ακόμη περισσότερο. Η μεγάλη πλειοψηφία του τουρκικού Τύπου, που το καθεστώς Ερντογάν μέσω πελατειακών σχέσεων, αλλά και ανοικτών απειλών, ελέγχει απόλυτα, απεικονίζει, όλο και περισσότερο, τους Κούρδους ως τη μεγαλύτερη απειλή για το μέλλον της Τουρκίας.

Αυτό το κλίμα πόλωσης υποδαυλίζει συνεχώς την ένταση ανάμεσα σε ακραίες ισλαμιστικές, εθνικιστικές, ακροαριστερές και φιλοκουρδικές ομάδες ένοπλης δράσης, η σύγκρουση των οποίων, τη δεκαετία του ’70, έφτασε τη χώρα στο χάος. Ήδη, από την προεκλογική εκστρατεία ξεκίνησαν οι βομβιστικές επιθέσεις κατά του HDP, με αποκορύφωμα την πολύνεκρη επίθεση της περασμένης Δευτέρας, την ευθύνη της οποίας μπορεί να ανέλαβε το ΙΚ, αλλά το δίκτυο που το τελευταίο έχει αναπτύξει στην Τουρκία αποτελεί, στην ουσία, τη συνέχεια των ακραίων ισλαμιστικών ομάδων, που εδώ και δεκαετίες δρουν στη χώρα. Ύστερα από την επίθεση της Δευτέρας ξεκίνησε ένας κύκλος επιθέσεων του PKK κατά των δυνάμεων ασφαλείας που, κατά τους κούρδους αυτονομιστές, συνεργάζονται με τους τζιχαντιστές, καθώς και διαδηλώσεις στις μεγαλύτερες πόλεις της Τουρκίας αλλά και ταραχές στη ΝΑ Τουρκία.

Η τουρκική κυβέρνηση εξαπέλυσε, τη Δευτέρα, κύμα συλλήψεων σε όλη τη χώρα κατά τζιχαντιστών, ακροαριστερών και του PKK και προειδοποίησε «όλες τις ένοπλες ομάδες» να σταματήσουν τη δράση τους, βάζοντάς τους όλους στο ίδιο σακί. Όμως η στρατηγική αυτή έχει ελάχιστες πιθανότητες επιτυχίας. Οι άνεμοι που έσπειρε η Άγκυρα, με την ευθεία ανάμειξή της στη βύθιση της Συρίας στο χάος του εμφυλίου, επιστρέφουν, βγάζοντας στην επιφάνεια τον βαθύ διχασμό και τις διαιρέσεις που η τουρκική κοινωνία και Πολιτεία δεν κατάφερε ποτέ να λύσει, αλλά με αυταρχισμό και βίαιη καταστολή έκρυβε πάντα κάτω από το χαλί.

Με τον Ερντογάν, εκτός τόπου και χρόνου, να σαμποτάρει τη δημιουργία κυβέρνησης συνασπισμού και να επιδιώκει νέες εκλογές για να πάρει τη ρεβάνς, δυναμιτίζοντας ακόμη περαιτέρω το κλίμα η βύθιση της γείτονος σε μια περίοδο παρατεταμένης αστάθειας γίνεται όλο και πιο πιθανή.


Σχολιάστε εδώ