Βαρύ τίμημα για μια νέα αδιέξοδη συμφωνία
Οι Ευρωπαίοι εταίροι επωφελήθηκαν από την πολιτική ανεπάρκεια και ατολμία της Ελληνικής πλευράς και έσπευσαν να προσφέρουν «λύση» που διασφάλιζε κατά πρώτο λόγο τα δικά τους ιδιαίτερα συμφέροντα, κατά δεύτερο λόγο τη σταθερότητα του ευρώ και της Ευρωζώνης και κατά τρίτο μόνο λόγο τη «σωτηρία» της Ελλάδος από τη χρεοκοπία, με δρακόντεια όμως ανταλλάγματα. Τα ανταλλάγματα αυτά είναι οι γνωστές παραχωρήσεις για την υποθήκευση της δημόσιας περιουσίας, την υπαγωγή του χρέους στο Αγγλικό δίκαιο και την παραίτηση από την ασυλία της εθνικής κυριαρχίας, σε ό,τι αφορά την υποθηκευόμενη εθνική περιουσία.
Με τις παραχωρήσεις αυτές αφοπλίσθηκε κυριολεκτικά η Ελλάδα. Το «κούρεμα» του χρέους, το οποίο έγινε αργότερα, δεν έφερε το επαγγελλόμενο αποτέλεσμα γιατί κατά πολύ μεγάλο μέρος αφορούσε ομόλογα που ήταν σε Ελληνικά χέρια. Το PSI δεν κατέστησε βιώσιμο το χρέος, ενώ αποτέλεσε πλήγμα στο εσωτερικό, επιδεινώνοντας την οικονομική και κοινωνική κατάσταση.
Η αποτυχία του 2010, σε ό,τι αφορά το δημόσιο χρέος, επαναλαμβάνεται και στη νέα συμφωνία. Προφανώς, οι όροι σήμερα είναι πολύ δυσκολότεροι για την Ελληνική πλευρά γιατί υπάρχουν οι γνωστές παραχωρήσεις και δεσμεύσεις από τα προηγούμενα Μνημόνια. Είναι όμως πολύ θετικό ότι το ΔΝΤ επανέρχεται, με έκθεση την οποία έδωσε στη δημοσιότητα, στην ανάγκη να γίνει αναδιάρθρωση του Ελληνικού χρέους ώστε να καταστεί βιώσιμο. Η ανάγκη αυτή αναγνωρίζεται και ομολογείται επίσης από ισχυρούς διεθνείς παράγοντες, με πρώτες τις ΗΠΑ και από Ευρωπαίους πολιτικούς ηγέτες, διανοούμενους και οικονομολόγους διεθνούς βεληνεκούς.
Η Γερμανική αδιάλλακτη εμμονή στην πολιτική της ακραίας λιτότητας και στον μύθο ότι το Ελληνικό χρέος είναι δήθεν βιώσιμο δεν επέτρεψε να προωθηθεί το θέμα της αναδιαρθρώσεως του χρέους, που είναι ένας από τους βασικούς πυλώνες μιας συνολικής βιώσιμης λύσεως. Οι άλλοι δύο είναι, προφανώς, η εφαρμογή ενός αναπτυξιακού προγράμματος και η δημοσιονομική εξυγίανση, παράλληλα με αλλαγές και αναγκαίες μεταρρυθμίσεις. Η συμφωνία παραπέμπει τη συζήτηση του χρέους για αργότερα. Ακολουθεί, στην πραγματικότητα, το προηγούμενο της υποσχέσεως στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Νοεμβρίου 2012 ότι εάν η Ελλάδα επετύγχανε πλεονασματικούς προϋπολογισμούς, θα εξεταζόταν τότε και η ελάφρυνση του χρέους. Είναι γνωστό όμως ότι ακόμα και όταν η Ελλάδα είχε επιτύχει πλεονασματικούς προϋπολογισμούς, δεν ήρθε η ελάφρυνση του χρέους. Αντιθέτως, η κυβέρνηση ΝΔ και ΠΑΣΟΚ, σε πλήρη σύμπνοια με τους δανειστές, διεκήρυσσε ότι το χρέος είναι βιώσιμο. Κατηγορούσε μάλιστα όσους ισχυρίζονταν το αντίθετο ότι υπονομεύουν την προετοιμαζόμενη έξοδο της Ελλάδος στις αγορές.
Η Γερμανική πλευρά, που ηγείται των ακραίων του νεοφιλελευθερισμού και της λιτότητας στην Ευρώπη, επέβαλε εκβιαστικά και στη νέα συμφωνία την ίδια πολιτική. Επί τα χείρω μάλιστα, επιδιώκοντας να πλήξει, να ταπεινώσει και να υποτάξει ή να ανατρέψει τη νέα Ελληνική κυβέρνηση, που τόλμησε να αμφισβητήσει την ολιγαρχική Ευρωπαϊκή τάξη, τον ηγεμονικό ρόλο της Γερμανίας και την προωθούμενη νέα Ευρώπη των αγορών και τη νέα Ευρωζώνη.
Κορωνίδα των Γερμανικών προτάσεων έγινε η περίφημη ιδέα ενός νέου ΤΑΙΠΕΔ, το οποίο να έχει έδρα το Λουξεμβούργο και στο οποίο να υπαχθεί η Ελληνική δημόσια περιουσία μέχρι το ύψος των 50 δισ. ευρώ, ως εγγύηση για το νέο δάνειο. Αντιλαμβάνεται κανείς τι σημαίνει το ποσό των 50 δισ. ευρώ, με τις σημερινές υποτιμημένες αξίες και τι επίπτωση μπορεί να έχει αυτό στην εθνική κυριαρχία, στην άσκηση εθνικής στρατηγικής και στην ανάπτυξη της χώρας. Μια τέτοια επιτήδεια αρπαγή δημόσιας περιουσίας θα απογύμνωνε τη χώρα από τα σημαντικότερά της κεφάλαια, θα φαλκίδευε οποιαδήποτε δυνατότητα ασκήσεως εθνικής αναπτυξιακής πολιτικής και θα την καθιστούσε κυριολεκτικά υποτελή και υποχείρια των ξένων.
Για να μην υπάρχει καμιά αμφιβολία για τις επιδιώξεις Σόιμπλε, είναι αποκαλυπτική και καταλυτική η πληροφορία ότι το Ταμείο Αναπτύξεως στο Λουξεμβούργο, που πρότεινε ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών για να αποτελέσει το περίφημο Ταμείο, είναι παράρτημα Γερμανικής Αναπτυξιακής Τράπεζας, πρόεδρος του ΔΣ της οποίας είναι ο ίδιος ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε!
Ο Έλληνας πρωθυπουργός απέρριψε την αρχική εκδοχή της Γερμανικής προτάσεως. Να έχει δηλαδή αυτό έδρα το Λουξεμβούργο και να ελέγχεται ουσιαστικά από εκπροσώπους των δανειστών. Το Ταμείο θα έχει έδρα την Αθήνα και Ελληνική διοίκηση. Η τελευταία όμως θα συνεργάζεται στενά με εκπροσώπους των ξένων δανειστών. Απομένει να αποδειχθεί τι σημαίνει ακριβώς αυτή η «συνεργασία» και αν η επιδιωκόμενη αρπαγή και λεηλασία της Ελληνικής δημόσιας περιουσίας θα αποφευχθεί.
Η στάση όμως της Γερμανικής πλευράς δεν εξηγείται μόνο από τα σχέδια οικονομικού ελέγχου της Ελλάδος με αφορμή το χρέος. Το Βερολίνο επιδιώκει την αναδιάρθρωση της Ευρωζώνης σε δύο ταχύτητες. Η Ελλάδα, από την οικονομική αλλά και τη γεωγραφική της θέση, τοποθετείται στη δεύτερη ζώνη, που θα περιλάβει χώρες των Βαλκανίων και της Ανατολικής Ευρώπης. Αυτό το νόημα έχει η πρόταση Σόιμπλε για πενταετή έξοδο της Ελλάδος από το ευρώ, ώστε η επανένταξή της να συμβαδίσει με την ένταξη των άλλων χωρών των Βαλκανίων.
Οι βλέψεις και οι σχεδιασμοί αυτοί του Βερολίνου συνδέονται με τη γενικότερη ηγεμονική θέση που έχει κατακτήσει η Γερμανία στην Ευρώπη με το ευρώ. Ήταν αναμενόμενη, ωστόσο, η αντίδραση χωρών όπως η Γαλλία και η Ιταλία, που βλέπουν με ανησυχία την επιβολή μιας Γερμανοκρατούμενης Ευρώπης. Η νέα συμφωνία θα φέρει νέες δοκιμασίες στην Ελλάδα γιατί χωρίς αναδιάρθρωση του χρέους δεν μπορεί να υπάρξει βιώσιμη συνολική λύση. Το Ελληνικό όμως πρόβλημα είναι ταυτόχρονα μέρος ενός πολύ ευρύτερου προβλήματος, που αφορά το πού πάει η Ευρώπη και πού θα οδηγήσει αυτή η πορεία.