Συμφωνία: Ώδινεν όρος και γεννάει απαίσια μέτρα!
Ο λαός, κυρίως όμως οι «έχοντες» (όπως είπε ο πρωθυπουργός) θα κληθούν να πληρώσουν αυτόν τον λογαριασμό. Καθώς όμως υπολογίζουμε, τα περισσότερα μέτρα θα εφαρμοστούν σε γενική κλίμακα, όπως είναι, για παράδειγμα, η αύξηση των συντελεστών του ΦΠΑ, που θα αφορά γενικά όλους τους καταναλωτές και δεν θα εφαρμόζεται μόνο στους «έχοντες». Οι αξιωματούχοι που έλαβαν μέρος στη Σύνοδο Κορυφής συμφώνησαν σχεδόν όλοι ότι οι προτάσεις που κατέθεσε η ελληνική κυβέρνηση κινούνται προς τη σωστή κατεύθυνση. Οι δύο κυρίες όμως, Μέρκελ και Λαγκάρντ, έδειξαν τη γνωστή γυναικεία επιφύλαξη σε κάθε ενέργεια και απόφαση. Η κ. Μέρκελ δήλωσε ότι απομένουν να γίνουν πολλά ακόμη για να φτάσουμε σε οριστική συμφωνία, η δε κ. Λαγκάρντ μας είπε ότι οι προτάσεις δεν περιέχουν όλα όσα ζήτησε το ΔΝΤ.
Οι δηλώσεις αυτές των κ. Μέρκελ – Λαγκάρντ απηχούν τις απόψεις της «τρόικας». Και για τον λόγο αυτό δεν ελήφθη ακόμη απόφαση οριστικής επίλυσης του ελληνικού προβλήματος από τη Σύνοδο Κορυφής. Από μια άποψη, η αναβολή αυτή εξυπηρετεί και την ελληνική κυβέρνηση, η οποία έχει σοβαρό πρόβλημα, κυρίως μέσα στον κομματικό μηχανισμό, για την αποδοχή των μέτρων του νέου Μνημονίου. Γιατί, ασφαλώς, πρόκειται για νέο Μνημόνιο.
Οι δανειστές μας, αδίστακτοι κερδοσκόποι, ζητάνε συνεχώς καινούργια μέτρα σε βάρος του ελληνικού λαού. Και όσο αναβάλλεται η υπογραφή της συμφωνίας τόσο τα μέτρα θα πολλαπλασιάζονται. Ήδη η ελληνική κυβέρνηση έχει δεχθεί να εφαρμόσει πακέτο μέτρων 7,9 δισ. ευρώ και όλα αυτά σχεδόν προέρχονται από περιορισμό δαπανών του Δημοσίου, πράγμα που σημαίνει ότι η παροχή υπηρεσιών θα υποστεί περαιτέρω υποβάθμιση. Και, όπως όλα δείχνουν, εφόσον συνεχίζεται η διαπραγμάτευση και δεν υπογράφεται η οριστική συμφωνία, τα μέτρα θα είναι ακόμη υψηλότερα από το ποσό των 7,9 δισ. ευρώ. Το χειρότερο όμως όλων είναι ότι δεν συζητούνται μέτρα αναπτυξιακά και μέτρα που θα περιορίζουν την υπερχρέωση της χώρας μας. Αυτές είναι οι δύο σοβαρότερες πληγές της οικονομίας μας, που η συμφωνία με επαχθείς όρους δεν τις αγγίζει θετικά καθόλου, αντίθετα τις επιδεινώνει. Έτσι, η ελληνική οικονομία βαδίζει όλο και χειρότερα. Ας μην ξεχνά η Γερμανία, όταν ήταν κατεστραμμένη από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, τον οποίο η ίδια δημιούργησε, ότι βοηθήθηκε από τις νικήτριες χώρες με δάνεια που παραγράφηκαν και δεν εξοφλήθηκαν ποτέ και με τις αποζημιώσεις που δεν έδωσε ποτέ στις χώρες που κατέστρεψε. Γέμισε την Ευρώπη με ερείπια και νεκρούς και για όλα αυτά δόθηκε πολιτική λύση στο πρόβλημά της. Γιατί οι σύμμαχοι ήθελαν μια ισχυρή Γερμανία απέναντι στη Ρωσία. Έτσι λοιπόν η Γερμανία απέκτησε ηγεμονική θέση μέσα στην ευρωπαϊκή οικονομία. Και τώρα που η χώρα μας ζήτησε την επίλυση του ελληνικού προβλήματος με πολιτική λύση, αρνείται με πείσμα να το δεχθεί αυτό και να συγκατατεθεί σε μια ελάφρυνση του ελληνικού χρέους με ένα «κούρεμα» τουλάχιστον των τόκων του δανείου. Και απαιτεί την εξόντωση του ελληνικού λαού προκειμένου να εισπράξει όχι μόνο το κεφάλαιο αλλά και τους τόκους, που είναι σχεδόν στο ίδιο ύψος με το κεφάλαιο. Επομένως, λύση του ελληνικού προβλήματος δεν μπορούμε να περιμένουμε από τη συμφωνία που πρόκειται να υπογραφεί. Απλώς ικανοποίηση των δανειστών μας! Όμως, από την αρνητική του πλευρά, το ελληνικό πρόβλημα θέλουν να το λύσουν σε πολιτικό επίπεδο. Δηλαδή, θέλουν να αποδυναμώσουν εντελώς τη θέση και το πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ και να εκτεθεί το κόμμα αυτό στα μάτια του ελληνικού λαού. Έτσι, προσδοκούν ότι με τον τρόπο αυτό θα απαλλαγούν από τη σημερινή αριστερή ελληνική κυβέρνηση. Και αυτό είναι ολοφάνερο από τη συμπεριφορά των δανειστών, που δεν κάνουν καμία υποχώρηση από την πλευρά τους, αντίθετα, βάζουν συνεχώς καινούργιες απαιτήσεις για σκληρά μέτρα, ενώ η ελληνική κυβέρνηση έχει υποχωρήσει σε όλες σχεδόν τις πιέσεις. Άλλωστε, και ο πρόεδρος της Κομισιόν κ. Γιούνκερ δήλωσε ότι η ΕΕ δεν μπορεί να βοηθήσει και να ανεχθεί ένα αριστερό κόμμα μέσα στην ΕΕ. Ύστερα από όλα αυτά εύκολα μπορεί να κατανοήσει κανείς γιατί με αστείες δικαιολογίες αναβάλλεται συνεχώς η υπογραφή της συμφωνίας. Επομένως, μπορεί κανείς εύκολα να κατανοήσει και τους λόγους της συμπεριφοράς αυτής που ακολουθεί η «τρόικα», αλλά που βολεύει και τη δική μας κυβέρνηση. Τελικά, η συμφωνία αυτή «ώδινεν όρος για να γεννήσει απαίσια μέτρα» για τον ελληνικό λαό. Και όποιος αντέξει!
Όμως, θα ήταν παράλειψη της στήλης μας να μην ασχοληθούμε με μια πολύτιμη έκδοση του εκλεκτού συναδέλφου μας και πολύτιμου συνεργάτη της εφημερίδας μας κ. Γιώργου Λεονταρίτη. Τίτλος «Η δημοσιογραφία και η λογοτεχνία της Αριστεράς» (εκδόσεις Άγρα). Ο συγγραφέας, με γλαφυρότητα και τεκμηριωμένη ανάλυση, μας παρουσιάζει όλες τις ιδεολογικές αντιπαλότητες που επηρέασαν σημαντικά τον Τύπο της Αριστεράς αλλά και τα έργα των αριστερών λογοτεχνών. Το έργο αυτό του κ. Γ. Λεονταρίτη θα αποτελέσει πολύτιμη πηγή της ιστορίας της μεταπολεμικής εποχής της ελληνικής Αριστεράς. Και όχι μόνο για τους μελετητές της Ιστορίας, αλλά για όλους εκείνους που ενδιαφέρονται για τις πολιτικές εξελίξεις στη χώρα μας σε μια σκοτεινή περίοδο διώξεων μέχρις εξόντωσης της «απαγορευμένης» αυτής ιδεολογίας σε όλα τα δυτικά κράτη. Στον συγγραφέα, θερμά συγχαρητήρια για το έξοχο έργο που μας προσέφερε.